Ο μπαμπούλας αυτή τη φορά είναι πραγματικός!


Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το 2020 θα είναι μια συναρπαστική χρονιά - για τους ερευνητές του μέλλοντος, που θα σκύψουν να μελετήσουν την πανδημία και τις επιπτώσεις της στην οικονομική και κοινωνική ζωή. Για μας που το ζούμε είναι σίγουρα μία τρομακτική χρονιά. Όπως τρομακτικό είναι γενικότερα το άγνωστο. Με εκατομμύρια ανέργους και πολλά αναπάντητα ερωτήματα για τον μελλοντικό τρόπο ζωής μας, δεν έχουμε λόγους να δηλώνουμε ενθουσιασμένοι. Στα μικρά παιδιά γεννά τρόμο ο μπαμπούλας που παραμονεύει στο σκοτάδι. Στους ενηλίκους, η προοπτική της πτώχευσης και της κοινωνικής περιθωριοποίησης.

Μία ύφεση της τάξης του 8% ή του 12% ή ακόμη και του 20% δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί εύκολα. Ωστόσο, το πρόβλημα είναι περισσότερο πολιτικό και λιγότερο οικονομικό. Ο κόσμος μας δεν κινδυνεύει από έναν νέο λιμό. Δεν θα πεθάνουν οι άνθρωποι στον δρόμο, όπως συνέβη στην εποχή της Μεγάλης Ύφεσης. Οι οικονομίες μας παράγουν περισσότερα αγαθά από οποιαδήποτε άλλη φορά στο παρελθόν. Τι είναι αυτό λοιπόν που τρομάζει τόσο πολύ τις κοινωνίες; Ούτε η πόλη κινδυνεύει να πέσει στα χέρια των εχθρών ούτε οι κάτοικοί της να πουληθούν στα σκλαβοπάζαρα. Δεν είναι άδικο, λοιπόν, απέναντι στην ιστορική μνήμη να ανησυχεί σε τέτοιο βαθμό το ανθρώπινο είδος; Πόσο μάλλον όταν η κρίση αυτή δεν θα έχει μόνιμα χαρακτηριστικά. Ο κορονοϊός θα νικηθεί αργά ή γρήγορα.

Αυτό είναι γεγονός! Ο κορονοϊός δεν είναι η ασθένεια που θα οδηγήσει τον σύγχρονο πολιτισμό μας στο τέλος του. Δεν είναι η αρχή του walking dead. Ωστόσο ήρθε για να χτυπήσει τον καπιταλισμό κατευθείαν στο στομάχι! Κι αν τυχόν οι κοινωνίες και κυρίως οι ελίτ εξακολουθήσουν να είναι μυωπικές, τότε τα χτυπήματα θα συνεχιστούν και στα υπόλοιπα ζωτικά όργανα.

Οι σύγχρονες οικονομίες βασίζονται στην κατανάλωση. Ένας πολίτης που δεν είναι σε θέση να καταναλώσει είναι αυτόματα περιθωριοποιημένος. Με την ανεργία να εκτοξεύεται σε δυσθεώρητα ποσοστά, ένα μεγάλο κομμάτι των πολιτών περνάει αυτόματα στο περιθώριο. Γι' αυτούς η ζωή έχει τελειώσει και δεν δίνουν την παραμικρή σημασία αν τα ψυγεία είναι γεμάτα από τρόφιμα. Ξέρουν ότι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο δεν θα πεθάνουν από πείνα. Κινδυνεύουν όμως να πεθάνουν από πλήξη σε έναν κόσμο που «ζωντανός» θεωρείται μόνο εκείνος που μπορεί να καταναλώνει. Ένα καλύτερο γεύμα, ένα καλύτερο αυτοκίνητο, ένα καλύτερο σπίτι, ένα καλύτερο πακέτο διακοπών, ένα καλύτερο κινητό. Και στο τέλος έχει σημασία μόνο το πώς αυτοί οι άνθρωποι νιώθουν.

Ακόμη κι αν βρίσκαμε έναν τρόπο να σβήσουμε με μια πολιτική απόφαση τις ζημίες που προκάλεσε ο κορονοϊός, δεν μπορούμε να κάνουμε το ίδιο με τις καταναλωτικές συνήθειες. Τα άσχημα αποτελέσματα ενός ξενοδοχείου μπορούν να κατανεμηθούν στα επόμενα 100 χρόνια. Εκείνο που δεν μπορεί να γίνει είναι να υποχρεωθούν οι πελάτες να μπουν με το ζόρι στα δωμάτια, όταν φοβούνται ότι θα νοσήσουν. Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται το πρόβλημα! Δεν ξέρουμε πόσο βαθιά θα αλλάξουν οι καταναλωτικές συνήθειες των ανθρώπων. Αν ο φόβος ότι μπορούν να αρρωστήσουν την ώρα που παίρνουν το πρωινό τους στον μπουφέ του ξενοδοχείου θα εξακολουθήσει και αφού βρεθεί το εμβόλιο. Τότε θα μιλάμε πάνω σε μια άλλη βάση. Οι θέσεις εργασίες δεν μπορεί να επιστρέψουν, αν δεν επιστρέψουν οι καταναλωτικές συνήθειες που τις συντήρησαν τόσα χρόνια.

Οι αριθμοί μπορεί να είναι αμείλικτοι, αλλά είναι και δεδομένοι. Ένα άσχημο οικονομικό αποτέλεσμα μπορεί να αντιμετωπιστεί με ένα έκτακτο δάνειο. Εκείνο που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί είναι ο ψυχολογικός παράγοντας. Μία τράπεζα όσο ισχυρή κι αν είναι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη «βεβαιότητα» των πελατών της ότι πρόκειται να χρεοκοπήσει. Ο κορονοϊός μπορεί να ξεπεραστεί. Το θέμα είναι αν οι άνθρωποι θα ξεπεράσουν τον φόβο τους για την πανδημία ή αν αυτός θα βρει ένα μόνιμο στασίδι στη ζωή τους.

Η επιστροφή στην κανονικότητα σημαίνει ότι οι άνθρωποι επιστρέφουν στις παλιές καταναλωτικές τους συνήθειες. Βγαίνουν τα βράδια να φάνε σε ταβέρνες και εστιατόρια, πάνε με τους φίλους τους στα καφέ, αγοράζουν ρούχα και παπούτσια, κλείνουν από νωρίς τις καλοκαιρινές τους διακοπές. Αν αυτό δεν συμβεί, τότε θα μιλάμε για μια σοβαρή μετάλλαξη των κοινωνιών. Ο πραγματικός κίνδυνος δεν είναι οικονομικός, αλλά πολιτικός.

Η πιθανή περιθωριοποίηση ενός μεγάλου κομματιού του πληθυσμού θα ξυπνήσει το φάντασμα του λαϊκισμού. Ακριβώς επειδή θα υπάρξουν πρόθυμοι πραματευτάδες να πουλήσουν «αντικαπιταλισμό» σε ένα κοινό που θα νιώθει προδομένο. Αν η κρίση του 2010 γέννησε στην Ελλάδα τις πλατείες των «αγανακτισμένων», η κρίση του κορονοϊού μπορεί να προκαλέσει ένα απίστευτο τσουνάμι στις μεγάλες πρωτεύουσες. Δίκαιο ή άδικο, δεν έχει και τόση σημασία. Εκείνο που συμβαίνει είναι ότι συγκεντρώνονται μεγάλα αποθέματα ενέργειας που θα αναζητήσουν διέξοδο για να εκτονωθούν. Κι όσο η Ευρώπη καθυστερεί να «επέμβει» για να διασκεδάσει τους φόβους των ανθρώπων, τόσο το κόστος της αντιμετώπισης θα αυξάνεται, μέχρι αυτό να γίνει στο τέλος απαγορευτικό και να προκαλέσει αναπόφευκτα και δυσάρεστα γεγονότα.

Θανάσης Μαυρίδης

* Αναδημοσίευση από την στήλη Εκ θέσεως του Φιλελεύθερου που κυκλοφόρησε στις 9 Μαΐου.


** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια