Ξαφνικά, όλα άλλαξαν. Η οικονομική ύφεση είναι αναπόφευκτη. Το πόσο θα διαρκέσει και το πόσο σκληρή θα είναι, δε θα εξαρτηθεί μόνον από την εξάπλωση του ιού, ή τα επιτεύγματα της ιατρικής κοινότητας. Θα εξαρτηθεί κυρίως από τις αποφάσεις των πολιτικών και των επικεφαλής των κεντρικών τραπεζών. Αν τα άτομα αυτά, αντιληφθούν το διακύβευμα, συνεργαστούν μεταξύ τους και δουν την εξέλιξη των πραγμάτων χωρίς παρωπίδες και έμμονες ιδέες, η κρίση θα είναι ομαλή και διαχειρίσιμη και δε θα προκαλέσει ανήκεστο βλάβη. Σε διαφορετική περίπτωση, για μεγάλο διάστημα, μεγάλα τμήμα των κοινωνιών θα βρεθούν σε εξαιρετικά δυσμενή θέση και θα επικρατήσει οικονομικό και πολιτικό χάος.
Οι πολιτικές και υγειονομικές αρχές κάθε χώρα ξεκίνησαν έναν πρωτόγνωρο αγώνα ενάντια στο χρόνο, για το “ίσιωμα” της καμπύλης εξάπλωσης της πανδημίας. Με διαδικασίες που δεν έχουμε ξαναδεί και ούτε μπορούσαμε ποτέ να φανταστούμε, μία σειρά δικαιωμάτων ανεστάλησαν, τέθηκαν περιορισμοί στην κυκλοφορία, έκλεισαν επιχειρήσεις και διεκόπη -στην πράξη- η λειτουργία της οικονομίας.
Όμως, η κάμψη (ίσιωμα) της καμπύλης της πανδημίας αναπόφευκτα ενισχύει (βαθαίνει) την καμπύλη μακροοικονομικής ύφεσης. Η κοινωνική απομόνωση απαιτεί το κλείσιμο σχολείων, πανεπιστημίων και όλων των μη απαραίτητων επιχειρήσεων - περιορίζοντας ουσιαστικά τον πληθυσμό σε ηλικία εργασίας στο σπίτι του. Όμως, το “κλείσιμο” της οικονομίας, έστω και για ένα μικρό χρονικό διάστημα, προκαλεί μεγάλη βλάβη.
Η κρίση αυτή διαφέρει από κάθε προηγούμενη. Επειδή είναι η πρώτη κρίση που σε καιρό ειρήνης, σχεδόν το σύνολο του εργατικού δυναμικού βρίσκεται εκτός εργασίας. Πρόκειται για μία περίπτωση που δεν προβλέφθηκε ούτε στα ακαδημαϊκά εγχειρίδια. Αυτή η κρίση, μπορεί να προκαλέσει οικονομική καταστροφή και χάος.
Η ανάγκη για το “ίσιωμα” της “οικονομικής καμπύλης”
Στο παρακάτω διάγραμμα, η μπλε-σκιασμένη περιοχή αντιπροσωπεύει την οικονομική ύφεση που μπορεί να υπάρξει, εάν οι φορείς χάραξης πολιτικής αποτρέψουν οποιαδήποτε πρόσθετη "οικονομική μόλυνση", δηλαδή εάν η οικονομική βλάβη περιοριζόταν μόνο στην -ούτως ή άλλως- χαμένη παραγωγή κατά την περίοδο ισχύος των περιοριστικών μέτρων. Αυτός ο αρνητικός αριθμός (χαμένη παραγωγή και χαμένο εισόδημα) είναι πιθανό να είναι ήδη μεγάλος. Η κόκκινη γραμμή και η κόκκινη σκιασμένη περιοχή αντιπροσωπεύουν την πρόσθετη οικονομική βλάβη εάν η ίδια η οικονομία "μολυνθεί" και δημιουργηθούν μηχανισμοί αρνητικής ανάδρασης και “διάχυσης” της ύφεσης στην ευρύτερη οικονομία ή και στις οικονομίες άλλων κρατών.
Όμως, δεν είναι τυχαίο ότι τα μέτρα που βοηθούν στην επίλυση της κρίσης στην υγεία, ταυτόχρονα επιδεινώνουν την οικονομική ύφεση και αντίστροφα. Δηλαδή, οι αυστηρότερες πολιτικές για την υγεία οδηγούν σε μεγαλύτερη αρνητική οικονομική επίδραση, δηλαδή σε μία μεγαλύτερη μπλε σκιασμένη περιοχή. Ωστόσο, παρόλο που οι σχέσεις “υγεία” και “οικονομία” μοιάζουν να είναι αντίρροπες, στην πραγματικότητα δεν είναι: βραχυπρόθεσμα, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να δαπανηθεί ο απαραίτητος χρόνος για να μπορέσουν τα κράτη να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της δημόσιας υγείας, αφού η κατάρρευση των συστημάτων υγείας θα αυξήσει τον αριθμό των θυμάτων. Μόνον εάν ένα κράτος επιλέξει να δαπανήσει χρόνο για την υγεία, θα είναι σε θέση να αποτρέψει την κατάρρευση στην οικονομία.
Επιπλέον, ακόμη και αν δεν εφαρμόζονταν πολιτικές συγκράτησης της πανδημίας, τελικά θα επέλθει μια πολύ πιο έντονη ύφεση, που θα τροφοδοτείται από την αποδιοργάνωση που θα προκαλούσε μια ανεξέλεγκτη πανδημία και την επακόλουθη συμπεριφορά προφύλαξης και πανικού των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Δηλαδή, η μη εφαρμογή πολιτικών περιορισμών για την καταπολέμηση της επιδημίας, μπορεί ταυτόχρονα να οδηγήσει σε ύφεση και να προκαλέσει μεγάλο αριθμό θυμάτων και αποδιοργάνωση της κοινωνίας.
Η σωστή οικονομική πολιτική είναι να γίνουν ενέργειες για να αποτραπεί η εξάπλωση της “οικονομικής μόλυνσης”. Ο βασικός στόχος μιας τέτοιας πολιτικής είναι η “ισοπέδωση” της μακροοικονομικής καμπύλης και ο περιορισμός της οικονομικής βλάβης μόνο σε αυτό που είναι αναπόφευκτο. Και οι ενέργειες αυτές, κατά κύριο λόγο, είναι η ενίσχυση του εισοδήματος και του αισθήματος της οικονομικής και της κοινωνικής ασφάλειας στα άτομα που επηρεάζονται οικονομικά από τα περιοριστικά μέτρα.
Πώς γίνεται η επέμβαση;
Αν επρόκειτο για μία χρηματοοικονομική κρίση, η επέμβαση της κεντρικής τράπεζας θα μπορούσε να περιορίσει την εξάπλωσή της. Μία κεντρική τράπεζα διαθέτει ένα αξιόλογο οπλοστάσιο, το οποίο χρησιμοποιεί επί δεκαετίες για να ρυθμίζει το χρηματοπιστωτικό σύστημα του κράτους της, ή για να καταπολεμά τις “αρρυθμίες”. Όμως, παραδόξως, η τρέχουσα αυτή δεν είναι χρηματοοικονομική. Άρα, αρμόδιο για να δράσει, είναι το κράτος, μέσα από τη δημοσιονομική του πολιτική.
Τα μέτρα που πρέπει να λάβει ένα κράτος για να προστατεύσει τους πολίτες του κατά τη διάρκεια μίας υγειονομικής κρίσης, η οποία απαιτεί περιορισμό της κυκλοφορίας των πολιτών και -συνακόλουθα- της παραγωγικής του δραστηριότητας, έχουν αναλυθεί λεπτομερώς στα ΜΜΕ: οικονομική ενίσχυση των εργαζομένων και διαβεβαίωσή τους ότι δε θα χάσουν την εργασία τους και των επιχειρήσεων ότι δε θα οδηγηθούν σε πτώχευση.
Αυτό όμως απαιτεί πολύ υψηλά κεφάλαια. Και μάλιστα σε μία περίοδο που λόγω του περιορισμού της δραστηριότητας τα έσοδα του κράτους είναι περιορισμένα.
Δύο είναι οι τρόποι που ένα κράτος μπορεί να βρει κεφάλαια για να υποστηρίξει τους πληττόμενους πολίτες και επιχειρήσεις. Πρώτο, να δανειστεί από τις αγορές. Όμως, στις περιόδους κρίσεων, τα επιτόκια στις αγορές κεφαλαίου αυξάνουν με ταχύτατους ρυθμούς και το χρέος -πολύ περισσότερο μάλιστα αφού θα είναι μακροχρόνιο- είναι μία πολύ ακριβή λύση.
Ο δεύτερος τρόπος είναι να ζητήσει (δανειστεί) από την κεντρική του τράπεζα, η οποία είναι η μόνη που έχει το δικαίωμα να εκδίδει χρήμα.
Η δύναμη των κεντρικών τραπεζών
Στα χρόνια της δραχμής, όταν η Ελλάδα δε μπορούσε να δανειστεί από τις αγορές κεφαλαίου, οι ελληνικές κυβερνήσεις, δανείζονταν από την Τράπεζα της Ελλάδας, την κεντρική μας τράπεζα, η οποία τότε, θεωρητικά ήταν ανεξάρτητη, αλλά στην ουσία ελέγχονταν απόλυτα από την εκάστοτε Κυβέρνηση. Όμως, αυτό αύξανε την κυκλοφορία του χρήματος ταχύτερα από την αύξηση του ΑΕΠ και -δεδομένου ότι υπήρχε και μόνιμο αρνητικό ισοζύγιο πληρωμών- αυτό αύξανε τον πληθωρισμό.
Σήμερα, η χώρα δεν έχει κεντρική τράπεζα, τουλάχιστον με τη μορφή που είχε παλαιότερα. Η Τράπεζα της Ελλάδας ανήκει πλέον στο Ευρωσύστημα, το οποίο ελέγχεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στην οποία δεν έχει καμία επιρροή.
Στις ΗΠΑ, η Federal Reserve, η κεντρική τράπεζα της χώρας, απολαμβάνει μεγαλύτερη ανεξαρτησία απ’ ότι απολάμβανε η Τράπεζα της Ελλάδας στα χρόνια της δραχμής. Αμέσως μόλις διαφάνηκε ότι η πανδημία θα κτυπούσε με σφοδρότητα τις ΗΠΑ, ο πρόεδρος της FED κ. Τζερόμ Πάουελ δήλωσε ότι, “η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ δεσμεύεται να χρησιμοποιήσει το πλήρες φάσμα των εργαλείων που διαθέτει, για τη στήριξη των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και της οικονομίας των ΗΠΑ”. Και αμέσως, δήλωσε ότι η FED εγκαινιάζει ένα νέο πρόγραμμα “ποσοτικής χαλάρωσης”, χωρίς όριο ή χρόνο εξάντλησής του. Η πρώτη εφαρμογή του νέου προγράμματος QE, μετέφερε 700 δισεκατομμύρια δολάρια προς την ομοσπονδιακή Κυβέρνηση για να διατεθούν στη μάχη της διάσωσης της κοινωνίας και της οικονομίας. Στη συνέχεια, το ποσό αυξήθηκε στα 2 τρισεκατομμύρια. Και λίγες μέρες αργότερα, στα τρία τρισεκατομμύρια. Και το ποσό αυτό θα αυξηθεί χωρίς όριο. Όχι επειδή φέτος θα γίνουν εκλογές και ο κ. Τραμπ θέλει να επανεκλεγεί -αν και πιστεύουμε ότι και αυτό παίζει ένα ρόλο. Αλλά επειδή, σε διαφορετική περίπτωση, η αμερικανική οικονομία θα πέσει σε μια βαθιά ύφεση και η αμερικανική κοινωνία θα διαλυθεί -μέσα σε μόλις 3 εβδομάδες δημιουργήθηκαν 16 εκατομμύρια νέοι άνεργοι.
Θα δημιουργήσουν αυτά τα 3 τρισεκατομμύρια δολάρια πληθωρισμό στην αμερικανική οικονομία; Όχι βέβαια! Και πώς θα μπορούσαν να δημιουργήσουν; Η αμερικανική οικονομία πλέον δε βρίσκεται σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης, έχει αργή παραγωγική δυναμικότητα και υποχώρηση του ΑΕΠ.
Το χρήμα που δημιουργεί -από το τίποτα- η FED έρχεται να υποκαταστήσει, σε κάποιο βαθμό, τα εισοδήματα που θα χαθούν. Το κρίσιμο σημείο σ’ αυτή την κίνηση της FED είναι η ικανότητα της αμερικανικής οικονομίας να συνέλθει άμεσα και να ξεκινήσει την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, αμέσως μόλις η πανδημία παύσει να είναι υγειονομική απειλή. Σε διαφορετική περίπτωση, χωρίς την παραγωγή νέων αγαθών, αυτά τα χρήματα όντως μπορούν να τροφοδοτήσουν έναν πληθωρισμό για αγαθά τα οποία βρίσκονται σε έλλειψη.
Οι ανισορροπίες της Ε.Ε. και οι κίνδυνοι που αναδύονται
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, μία τεχνητή ένωση ανεξάρτητων κυρίαρχων κρατών, έχει δυσκολίες στη λήψη κρίσιμων αποφάσεων. Οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων συχνά αποδεικνύονται βασανιστικά -ή και επικίνδυνα- αργές. Παράλληλα, μεταξύ των μελών της δεν υπάρχει ειλικρινές συναίσθημα αλληλεγγύης, ενώ συχνά αναπτύσσονται ανταγωνισμοί. Ακόμη χειρότερα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση επικρατεί μεγάλη οικονομική και εισοδηματική ανισότητα. Τα πλουσιότερα κράτη θέλουν να διατηρήσουν τη θέση του “ισχυρού” που απολαμβάνουν, μία θέση που βεβαίως, ενισχύεται -μέσω των μηχανισμών του ευρώ- από τη διαιώνιση της παραμονής των λιγότερο ισχυρών κρατών στην ίδια θέση. Άλλωστε, αν εξετάσουμε τα εμπορικά ισοζύγια των “ισχυρών” κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πριν και μετά από το 2002 (χρονολογία καθιέρωσης του ευρώ), θα διαπιστώσουμε ότι αυτά έχουν πετύχει μία διαρκή ανοδική πορεία μετά τη χρονιά αυτή. Αντίθετα, τα εμπορικά ισοζύγια των “ασθενών” κρατών, έχουν επιδεινωθεί δραματικά. Κατά τα “ισχυρά” κράτη, αυτό θα πρέπει να συνεχιστεί. Όμως, μπορεί να συνεχιστεί;
Είναι αδιανόητο να πεθαίνουν καθημερινά εκατοντάδες Ιταλοί, Ισπανοί και Γάλλοι, οι οικονομίες των χωρών αυτών να έχουν διακόψει τη λειτουργία τους, η ψυχολογία των κοινωνιών να έχει καταρρεύσει και να ζητά ο Ολλανδός Πρωθυπουργός τον υπό όρους δανεισμό χρημάτων στα κράτη που μαστίζονται.
Οι πρακτικές αυτές δε συνάδουν με τη στάση κρατών που θέλουν να συνυπάρχουν σε μία ένωση. Με αυτή τη λογική, που έχει εκφραστεί πολλές φορές στο παρελθόν -οι Έλληνες τη βιώσαμε επί πολλά χρόνια- τα κράτη αυτά πολύ δύσκολα θα συνεχίσουν να ανήκουν στην ίδια οικονομική ζώνη.
Τί πρέπει να γίνει;
Η αδιαμφισβήτητη ανάγκη είναι η ενίσχυση των οικονομιών όλων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να αποφευχθεί η αύξηση της κόκκινης επιφάνειας του διαγράμματος. Ο περιορισμός της πανδημίας απαιτεί μέτρα που περιορίζουν την οικονομική δραστηριότητα. Αν δεν επιτευχθεί αυτό, η καταστροφή θα είναι υγειονομική, αλλά και οικονομική.
Για την αντιμετώπιση της κρίσης, με τρόπο ώστε αυτή να μην επεκταθεί και προκληθεί χάος, το οποίο θα θέσει σε αμφισβήτηση την ίδια την ύπαρξή της, η Ε.Ε. θα πρέπει να διαθέσει στα κράτη της, αναλογικά με τη συμμετοχή του καθενός στο συνολικό ΑΕΠ, ένα ποσό που θα κυμαίνεται μεταξύ του 8% και του 10% του ΑΕΠ της (κατά το 2019 υπολογίζεται σε 14,5 τρισ. ευρώ), δηλαδή ένα ποσό μεταξύ 1,20 τρισ. έως 1,45 τρισ. ευρώ. Αν ο χρόνος της αδράνειας της οικονομίας της επεκταθεί και πέραν του Μαΐου, θα πρέπει να αυξηθεί και το ποσό αυτό.
Το ποσό αυτό δε μπορεί να δοθεί στα κράτη με τη μορφή δανείου. Πολλά κράτη είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένα με χρέος και η αύξησή του θα τους δημιουργεί προβλήματα σε κάθε απόπειρα εξόδου τους στις αγορές κεφαλαίου.
Ούτε και με τη ανάληψη υποχρεώσεων μέσω μνημονίων μπορεί να δοθεί, αφού αυτό θα προκαλέσει πολιτική αστάθεια στις ήδη ταλαιπωρημένες κοινωνίες, κυρίως του ευρωπαϊκού νότου. Παράλληλα, ουδένα κράτος θα δεχθεί να έχει την τύχη και την πολιτική μεταχείριση που είχε η Ελλάδα στα χρόνια που ήταν δεσμευμένη με μνημόνια. Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με αυτοκτονία για τα πολιτικά τους συστήματα.
Το ποσό αυτό θα πρέπει να δοθεί ως δωρεάν οικονομική βοήθεια, για το ξεπέρασμα των υγειονομικών και των οικονομικών προβλημάτων που δημιουργεί η πανδημία. Το μόνο θεσμικό όργανο που μπορεί να παρέμβει και να δώσει λύση είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Πώς μπορεί να γίνει;
Οι κεντρικές τράπεζες των μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου έχουν δοκιμάσει πολυάριθμες μη συμβατικές πολιτικές για την τόνωση του πληθωρισμού και την επίτευξη υψηλότερης οικονομικής ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένων των μηδενικών επιτοκίων, της “ποσοτικής χαλάρωσης”, ακόμη και των αρνητικών επιτοκίων. Αυτά τα μη συμβατικά εργαλεία, μετά τη μεγάλη κρίση του 2008, έχουν πλέον καταστεί συμβατικά. Σήμερα, οι κεντρικές τράπεζες συζητούν ακόμη και την ιδέα των “χρημάτων από το ελικόπτερο” και ασπάζονται τη σύγχρονη νομισματική θεωρία.
Βεβαίως, σήμερα ουδείς είναι διατεθειμένος να ανέβει σε ένα ελικόπτερο και να πετάξει χαρτονομίσματα πάνω από τις ευρωπαϊκές πόλεις. Μπορεί όμως, η ΕΚΤ να δημιουργήσει χρήμα και να το διαθέσει στις κυβερνήσεις των κρατών μελών. Δε θα το δανείσει. Στην ουσία θα το χαρίσει -υπάρχουν τρόποι για να καλυφθεί νομικά και λογιστικά αυτή η ενέργεια. Θα το δώσει, αναλογικά, με βάση τις πραγματικές ανάγκες της κάθε χώρας, με αυστηρές και συγκεκριμένες οδηγίες για να καλυφθούν οι ανάγκες των συστημάτων υγείας και των κοινωνιών -συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρήσεων. Αν λάβουμε υπόψη ότι, στα τέλη του 2019, το συνολικό ΑΕΠ των 27 χωρών της Ε.Ε. ήταν περίπου 14,5 τρισεκατομμύρια ευρώ, στην Ελλάδα -αναλόγως τον τρόπο διανομής- θα μπορούσε να αναλογεί ποσό από 15 έως 20 δισ. ευρώ, ποσό που αποτελεί το 7,8% έως το 10,4% του ΑΕΠ της.
Λογιστικά, για το ποσό χρήματος που θα δημιουργούσε η ΕΚΤ και που θα έπαιρνε το κάθε κράτος, θα μπορούσαν να εκδοθούν από το κράτος μη ανακλητά “ομόλογα εις το διηνεκές” (non callable perpetual bonds), με μηδενικό επιτόκιο, που θα παρακρατούσε, εις το διηνεκές, η ΕΚΤ, χωρίς να δημιουργούν οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση στον εκδότη τους, παρά μόνον τη διάθεση των χρημάτων για τους σκοπούς που θα περιγράφονται αναλυτικά στους όρους έκδοσης. Τα ομόλογα αυτά, θα διακρατά -για τυπικούς λόγους- η ΕΚΤ και θα τα εμφανίζει στα βιβλία της, στο διηνεκές.
Με τον τρόπο αυτό, η ΕΚΤ δημιουργεί χρήμα, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που δημιουργούν η αμερικανική FED ή η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας, χωρίς την υποχρέωση εγγύησης από κάποιο άλλο κράτος μέλος και χωρίς τη δέσμευση κανενός.
Η παρούσα κρίση δεν προκλήθηκε από την υπερχρέωση κάποιου κράτους το οποίο παραπλανούσε με πλαστά λογιστικά στοιχεία. Ούτε από την απληστία κάποιων τραπεζιτών, ή ολόκληρου του χρηματοοικονομικού συστήματος. Η παρούσα κρίση αποτελεί ένα τυχαίο γεγονός το οποίο έτυχε να λάβει εκρηκτικές διαστάσεις και να απειλεί τη ζωή όλων των ανθρώπων. Ουδείς πρέπει να τιμωρηθεί. Και όσοι μπορούν να σωθούν, θα πρέπει να σωθούν, τόσο βιολογικά, όσο και οικονομικά. Διαφορετικά, πολύ δύσκολα θα διασωθεί ακόμη και η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Γιάννης Σιάτρας
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια