Η χθεσινή ομιλία του Α. Τσίπρα στην Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ ήταν σαν το κοστούμι του: μοντέρνο και καλοσιδερωμένο, αλλά δεν του «καθόταν καλά».
Γράφει ο Μπάμπης Παπαπαναγιώτου
Ο Α. Τσίπρας, ντυμένος συναίνεση, εν όψει της σημερινής εκλογής της Αικ. Σακελλαροπούλου, απέφυγε τις κορόνες, απέφυγε το γνωστό επιθετικό ύφος, προσπάθησε να μιλήσει δύο «κλικ» κάτω από το συνηθισμένο του, αλλά δεν μπόρεσε να αποφύγει ούτε την ισοπέδωση, ούτε τη διχαστική έκρηξη.
ΣΥΝΟΔΕΥΣΕ έτσι την κατά τα άλλα συναινετική ομιλία του με το αφοριστικό συμπέρασμα ότι «ούτε μέσα ούτε έξω πάμε καλά» και τη συνόψισε με μια κλασικά διχαστική ατάκα, βγαλμένη από τα καλά χρόνια του «αριστερού λαϊκισμού»: «Τίποτα καλό δεν μπορούμε να περιμένουμε από έναν πρωθυπουργό που ζει τον ταξικά μονομερή, κοινωνικά βάρβαρο και δημοκρατικά επικίνδυνο μύθο του». Ή ο ίδιος ή ο λογογράφος του διαπίστωσαν ότι μάλλον έλειπε μια πλέρια αριστερή προσέγγιση στο σύγχρονο προτσές και είπαν να ανασύρουν ολίγη από «ταξικότητα», διανθισμένη με αρκετή «βαρβαρότητα» και μπόλικη από «επικινδυνότητα» για τη δημοκρατία.
ΜΙΑ ΦΡΑΣΗ, μια νοοτροπία. Κι όλα αυτά στην κλιμάκωση της κρίσης με την Τουρκία, μόλις 6 μήνες μετά τις οδυνηρές για τον ΣΥΡΙΖΑ εκλογές και λίγες ώρες μετά τη δημοσιοποίηση της τελευταίας δημοσκόπησης (MRB), η οποία δείχνει τη διαφορά Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ στις 13 μονάδες. Και με ποσοστά αποδοχής των τελευταίων κυβερνητικών επιλογών (Σακελλαροπούλου, υπ. Μεταναστευτικής Πολιτικής κ.λπ.) άνω του 55%.
ΚΙ ΟΜΩΣ, ο Α. Τσίπρας χθες προσπάθησε να είναι συναινετικός. Αλλά το κοστούμι της συναίνεσης του πέφτει στενό. Σήμερα θα συμπράξει εκών-άκων στην εκλογή της κ. Σακελλαροπούλου ως Προέδρου της Δημοκρατίας με την πρώτη ψηφοφορία. Χθες μίλησε για «βαρβαρότητα» και «ταξικότητα» κι αύριο που ψηφίζεται ο εκλογικός νόμος θα μιλήσει πάλι για «κλοπή». Η συναίνεση-σάντουιτς ανάμεσα σε δύο φέτες διχασμού. Με σος από κινδυνολογία: Στη χώρα κυριαρχούν ο φόβος και η ντροπή, ενώ υποχωρεί η ελπίδα. Απομονώνοντας και παρερμηνεύοντας ένα εύρημα της δημοσκόπησης της MRB, προβάλλεται σαν να είναι η πραγματικότητα. Η οποία όμως επιμένει -και μέσα από την ίδια μέτρηση- σε μια μεγάλη διαφορά μεταξύ των δύο κομμάτων και το κυριότερο επιβεβαιώνοντας αυτό που ήδη έχει αρχίσει να γίνεται ευρύτερα αντιληπτό: Δημιουργούνται οι προϋποθέσεις, ώστε η Αριστερά να χάσει για πρώτη φορά την ιδεολογική ηγεμονία που είχε στη διάρκεια όλης της Μεταπολίτευσης.
ΣΤΙΣ εκλογές της 7ης Ιουλίου δεν κρίθηκε μόνο ποιο μοντέλο διακυβέρνησης θέλει ο ελληνικός λαός. Κρίθηκαν βαθύτερες αξίες και ιδέες, οι οποίες έφυγαν από το ασφαλές καταφύγιο των «κοινωνικών παρατηρητηρίων» και δοκιμάστηκαν στην πράξη. Μαζί με καλά προφυλαγμένες δοξασίες και καλά κρυμμένες αντιλήψεις, νοοτροπίες και στάσεις ζωής. Εζυγίσθησαν, εμετρήθησαν κι ευρέθησαν ελλιπείς. Σε ποιες άλλες συνθήκες θα μπορούσε π.χ. ο Μ. Χρυσοχοΐδης να είναι ο πιο δημοφιλής υπουργός; Σε ποιες άλλες συνθήκες θα μπορούσε η «Αριστερά» να ηττηθεί σε μέτωπα, όπως το άσυλο, ο νόμος και η τάξη ή η απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους; Σε ποιες άλλες συνθήκες θα μπορούσαν να επικροτηθούν οι αποκρατικοποιήσεις, τα κίνητρα για προσέλκυση επενδύσεων ή συνέργειες δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στην Υγεία; Σε ποιες άλλες συνθήκες, παρά συνθήκες ιδεολογικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ, θα γινόταν τόσο αποδεκτή η σύνδεση της αξιολόγησης των πανεπιστημίων με τη χρηματοδότησή τους;
ΑΥΤΟΣ είναι και ο πραγματικός λόγος για τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να προσχωρήσει με την καρδιά του στο «μέτωπο της συναίνεσης». Δεν αντέχει στη σύγκρουση ρεαλιστικών προτάσεων. Και «υπάρχει» μόνο στον φθαρμένο -πια-κόσμο των «ταξικών ιδεών». Γι’ αυτό και η συναίνεση του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να υπάρξει μόνο σαν φέτα σαλαμάκι ανάμεσα σε δύο φέτες μπαγιάτικου ψωμιού από προζύμι «χαλασμένου» διχασμού.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια