Του Γιώργου Φιντικάκη
Κλείσιμο όλων των υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων το αργότερο μέχρι το 2023, εθελουσία και μετατάξεις για γύρω στους 5.000 εργαζόμενους, εκτίναξη λειτουργικών κερδών στα 650-700 εκατ. ευρώ το 2020 και στα 1 δισ. ευρώ το 2024, πρωτιά στις επενδύσεις ΑΠΕ με 1.000 νέα «πράσινα» μεγαβατ.
Είναι οι πιο βασικοί από τους φιλόδοξους στόχους της επόμενης πενταετίας που προβλέπει το νέο μεγαλεπίβολο business plan της ΔΕΗ, στα αποκαλυπτήρια του οποίου, προχωρά σήμερα το μεσημέρι η διοίκηση της επιχείρησης.
Κλειδί για την μετάβαση σε αυτή τη «νέα ΔΕΗ» είναι η αλλαγή κουλτούρας της επιχείρησης και η καθιέρωση νοοτροπίας με άρωμα ιδιωτικού τομέα, στοίχημα που θεωρείται μακράν το πιο δύσκολο, και προϋπόθεση για όλα τα παραπάνω. Τις τελευταίες πάντως ημέρες, ενόψει και της σημερινής συνέντευξης Τύπου (12.00 το μεσημέρι), η αγορά δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στη μετοχή, που την τελευταία εβδομάδα έκλεισε με άνοδο 19% (μόνο την Παρασκευή ανέβηκε κατά 2,8%), ενώ συνολικά τον τελευταίο μήνα έχει κάνει ράλι 26%.
Κυρίαρχο στοιχείο του business plan της επιχείρησης, είναι το ταχύτερο κλείσιμο και των 12 εν λειτουργία λιγνιτικών μονάδων έως το 2023 αντί για το 2028, όπως προέβλεπε το αρχικό πλάνο, εξέλιξη που επιταχύνει προφανώς και τα προγράμματα εθελουσίας εξόδου.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, στόχος είναι να αποχωρήσουν μέσω εθελουσίας, και πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, περίπου 5.000 εργαζόμενοι (επί ενός συνόλου 9.500 στη μητρική και 16.500 σε όλο τον όμιλο), στοίχημα που προφανώς θα εξαρτηθεί από την ανταπόκριση του προσωπικού στα κίνητρα τα οποία θα ανακοινώσει η διοίκηση. Συνολικά το 2024, λέγεται ότι θα παραμείνουν στον όμιλο 11.500 εργαζόμενοι, έναντι περίπου 16.500 σήμερα, ενώ σε δεύτερο χρόνο, προβλέπονται και περίπου χίλιες προσλήψεις, με έμφαση στη στελέχωση του ΔΕΔΔΗΕ.
Πότε κλείνουν οι 12 μονάδες
Το ταχύτερο του αναμενόμενου πλάνο απόσυρσης των λιγνιτικών εργοστασίων, προβλέπει ότι πρεμιέρα θα γίνει το 2020 με τις δύο μονάδες του Αμυνταίου (550 ΜW), για να ακολουθήσουν το 2021 οι δύο της Καρδιάς (560 MW), ενώ το 2022 σειρά παίρνουν η Μεγαλόπολη 3 (250 MW), και οι τέσσερις από τις πέντε του Αγ. Δημητρίου (1.100 MW). Την ίδια ωστόσο χρονιά θα ενταχθεί στο σύστημα, η υπό κατασκευή Πτολεμαΐδα 5 (660 MW), η οποία και θα λειτουργήσει ως λιγνιτική μέχρι το 2028, ενώ η τύχη της από εκεί και μετά, παραμένει ένας γρίφος, στον οποίο η απάντηση πιθανώς να συμπεριλαμβάνεται στο business plan ή να δοθεί σήμερα από την διοίκηση της ΔΕΗ. Η αυλαία για τα υφιστάμενα λιγνιτικά εργοστάσια πέφτει το 2023, οπότε κλείνουν η Μεγαλόπολη 4 (260 MW), η Μελίτη (290 MW) και η τελευταία μονάδα του Αγ. Δημητρίου (340 MW). Σε τέσσερα δηλαδή χρόνια από σήμερα, το μερίδιο της ΔΕΗ στην παραγωγή ηλεκτρισμού θα έχει υποχωρήσει στο 30% της αγοράς.
Τα παραπάνω μεταφράζονται σε οριστικό τέλος για τις ζημιές που συνεπάγεται για την ΔΕΗ η λειτουργία των λιγνιτικών εργοστασίων, και οι οποίες μόνο φέτος αναμένεται να φτάσουν στα 300 εκατ. ευρώ. Το γεγονός αυτό, μαζί με τις επιπτώσεις από τις αυξήσεις τιμολογίων που ισχύουν από τον Σεπτέμβριο, και την αναμενόμενη πιο επιθετική εμπορική πολιτική εκ μέρους της ΔΕΗ κάπου μέσα στο 2020, αναμένεται να οδηγήσουν του χρόνου τα λειτουργικά της κέρδη (EBITDA) σε 650 - 700 εκατ. ευρώ ή σε 850-900 εκατ. ευρώ, εφόσον συνυπολογιστεί και η εφάπαξ επίπτωση από την πληρωμή των ΥΚΩ. Όσο για το 2024 τα EBITDA, αναμένεται σύμφωνα πάντα με το Business Plan, να αγγίξουν το 1 δισ. ευρώ.
Σχετικά με το επιδιωκόμενο «πρασίνισμα» της επιχείρησης, το business plan θέτει τον φιλόδοξο στόχο του… 6πλασιασμού της σημερινής εγκατεστημένης ισχύος, καθώς στα σημερινά 153 εν λειτουργία MW της ΔΕΗ Ανανεώσιμες, το εγχείρημα προβλέπει να προστεθούν επιπλέον 1.000 MW μέχρι το 2024.
Το ερώτημα φυσικά είναι πως θα χρηματοδοτηθούν όλα τα παραπάνω. Ένα μέρος προφανώς θα προέλθει από την επικείμενη μερική ιδιωτικοποίηση των παγίων και δικτύων, συνολικού μήκους 239.000 χλμ, του Διαχειριστή Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΔΔΗΕ), η οποία θα «τρέξει» εντός του 2020, όπως έχει δηλώσει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος & Ενέργειας. Σημειωτέον ότι το σύνολο του ΔΕΔΔΗΕ έχει λογιστική αξία γύρω στα 3-3,5 δισ. ευρώ, ενώ μεγάλη «προίκα» του θεωρείται η δυνατότητα να κουμπώσουν πάνω στα δίκτυα, οπτικές ίνες και πομποδέκτες, προκειμένου αυτά να μπορούν να παράσχουν τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες 5ης γενιάς (5G).
Ένα άλλο τμήμα των απαιτούμενων κεφαλαίων, προφανώς θα εξευρεθεί μέσω των αγορών, δηλαδή μέσα από εκδόσεις ευρωομολόγων, κινήσεις που αναμένεται να ξεδιπλωθούν από τη ΔΕΗ, αρχής γενομένης από τους πρώτους μήνες του 2020. Κλειδί, επίσης για την υλοποίηση των φιλόδοξων επενδύσεων στις ΑΠΕ, είναι οι συμπράξεις με ξένους ενεργειακούς ομίλους, ακόμη και με μειοψηφική συμμετοχή εκ μέρους της ΔΕΗ, καθώς μεγάλοι ευρωπαίοι «παίκτες», όπως η RWE, αλλά και κινεζικές εταιρείες έχουν ήδη εκφράσει το ενδιαφέρον να συνεργαστούν μαζί της.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια