Γράφει ο Νίκος Φελέκης
Σπρώχνουν προς το φθινόπωρο τις εθνικές εκλογές - Ο Αλέξης Τσίπρας την οριστική του απόφαση για το αν θα έχουμε και βουλευτικές κάλπες στις 26 Μαΐου θα την πάρει στα τέλη Μαρτίου. Αν οι δημοσκοπήσεις συνεχίζουν και τότε να είναι έντονα αρνητικές για την κυβέρνηση, σοβαροί συνομιλητές του πρωθυπουργού υποστηρίζουν ότι «όλες οι εκλογές θα γίνουν τον Μάιο»
Περίπου σε 80 ημέρες από σήμερα, στις 27 Μαΐου, την επομένη των ευρωεκλογών, ο Αλέξης Τσίπρας θα μάθει αν έπαιξε κι έχασε ή αν θα έχει μία ακόμη ευκαιρία για να ανατρέψει τα εις βάρος του εκλογικά δεδομένα. Οπως όλα δείχνουν, αλλά και οι -αξιόπιστες- κυβερνητικές πηγές αναφέρουν, οι βουλευτικές κάλπες δεν θα είναι δίπλα σε αυτές των αυτοδιοικητικών και των ευρωπαϊκών.
Ο πρωθυπουργός μπορεί να μην έχει πάρει την τελική του απόφαση, η εξάντληση της τετραετίας όμως εμφανίζεται να επικρατεί. Τόσο οι συνεργάτες του στο Μαξίμου, όπου ο Χριστόφορος Βερναρδάκης απέμεινε ο μόνος θιασώτης της τριπλής (Βουλή, Ευρωβουλή, Αυτοδιοίκηση) αναμέτρησης, αλλά τα περισσότερα κομματικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ προτιμούν να δώσουν την τελική μάχη με τη Ν.Δ. το φθινόπωρο και όχι την άνοιξη. Ακόμη και οι Ευκλείδης Τσακαλώτος, Νίκος Βούτσης και Πάνος Σκουρλέτης, που μέχρι πρότινος εμφανίζονταν θιασώτες της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, συντάσσονται πλέον με τους Αλέκο Φλαμπουράρη, Δημήτρη Τζανακόπουλο, Νίκο Παππά και τους άλλους «Μάξιμους» που επιθυμούν να εξαντληθεί μέχρι και την τελευταία ημέρα η συνταγματική πρόβλεψη για τον χρόνο διακυβέρνησης.
Ενδεχομένως, δεν είναι ακόμη έτοιμοι για να αντιμετωπίσουν τις παρενέργειες στη ζωή τους, πολιτική και επαγγελματική, από μία -βασίμως πιθανολογούμενη, σύμφωνα τουλάχιστον με τις δημοσκοπήσεις- ήττα. Ενδεχομένως, μετά και την επιτυχή έκδοση του 10ετούς ομολόγου και τα θετικά, για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, μέτρα που λαμβάνονται ή θα ληφθούν το αμέσως προσεχές διάστημα, αναμένουν να έρθουν καλύτερες μέρες στην οικονομία και κατά προέκταση και στα εκλογικά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ. Ενδεχομένως, επειδή η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία, κάποιοι να θεωρούν ότι ο χρόνος θα αποβεί σύμμαχός τους. Προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι η διαφορά από τη Ν.Δ. να είναι πολιτικά διαχειρίσιμη. Αυτό σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές θα πρέπει να είναι πάνω από 20% και να μην υπολείπεται της Ν.Δ. περισσότερο από 4-5 μονάδες. Θυμίζουμε ότι στις ευρωεκλογές του 2014 ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αξιωματική αντιπολίτευση, πήρε 26,52% και η Ν.Δ., που ήταν στην κυβέρνηση, περιορίστηκε στο γλίσχρο 22,78%. Για πολλούς αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν και η αρχή του τέλους για την κυβέρνηση Σαμαρά.
Το ρίσκο
Εάν η διαφορά, όπως πιθανολογείται και δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, είναι μεγαλύτερη, τότε θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον Αλέξη Τσίπρα να γυρίσει -και μάλιστα σε τρεις μήνες- το παιχνίδι. Αν στις ευρωεκλογές η Ν.Δ. καταγράψει ποσοστό που να κινείται στην περιοχή του 30% και άνω και η διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγαλύτερη από 5-6 μονάδες, το πιθανότερο είναι οι εθνικές εκλογές να γίνουν ενδεχομένως και στα τέλη Ιουνίου ή αρχές Ιουλίου. Και τούτο επειδή η κυβέρνηση θα είναι δύσκολο, όπως παραδέχονται και βουλευτές της συμπολίτευσης, να αντέξει το σφυροκόπημα των κομμάτων της αντιπολίτευσης και πρωτίστως της αξιωματικής, η οποία σε καθημερινή βάση θα αξιώνει την παραίτηση της κυβέρνησης με το -βάσιμο- επιχείρημα της προφανούς δυσαρμονίας της Βουλής με το λαϊκό αίσθημα.
Το πολιτικό κλίμα θα βαρύνει έτι περαιτέρω για την κυβέρνηση στη λίαν πιθανή περίπτωση που οι αυτοδιοικητικές εκλογές -και ειδικά στους τρεις μεγάλους δήμους (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πειραιά) και την Περιφέρεια Αττικής- παράγουν αποτελέσματα που θα ερμηνευτούν ως βατερλό των συνδυασμών της Κουμουνδούρου. Εξυπακούεται ότι η όξυνση της πολιτικής αντιπαράθεσης θα έχει παρενέργειες όχι μόνο στο οικονομικό κλίμα, αλλά και στην εύρυθμη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού, καθώς οι δημόσιοι υπάλληλοι σε τέτοιες περιπτώσεις συνήθως κατεβάζουν τα μολύβια και περιμένουν να πάρουν εντολές από τους επόμενους πολιτικούς τους προϊσταμένους. Και φυσικά οι μεγαλύτερες παρενέργειες θα είναι πολιτικές και εις βάρος του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ. Οι αναποφάσιστοι ψηφοφόροι, όπως παραδοσιακά συμβαίνει, θα εγκαταλείψουν τους απερχόμενους του γκουβέρνου και θα προτιμήσουν είτε να συνταχθούν, στην πλειοψηφία τους, με τους ερχόμενους, είτε να κάνουν επιλογές που βρίσκονται πιο κοντά στις ιδέες τους, είτε να απέχουν. Στο Μαξίμου πάντως θεωρούν ότι σε περίπτωση που στις ευρωεκλογές πρώτο κόμμα και μάλιστα με διαφορά μεγαλύτερη από 3-4 μονάδες είναι η Ν.Δ., τότε θα υπάρξει κλίμα συσπείρωσης των αριστερών και αντιδεξιών ψηφοφόρων προκειμένου να αποτραπεί η «παλινόρθωση της Δεξιάς».
Με βάση τα ανωτέρω γίνεται κατανοητό ότι η επιλογή -εφόσον τελικά είναι αυτή- Τσίπρα να γίνουν οι βουλευτικές εκλογές στο τέλος της τετραετίας και όχι μαζί με τις ευρωπαϊκές και τις αυτοδιοικητικές στηρίζεται σε δύο παραδοχές: Δεν θα είναι μεγάλη η διαφορά και στη συνέχεια θα υπάρξει αντιδεξιά και αντιμητσοτακική συσπείρωση. Το πρόβλημα για το κυβερνητικό επιτελείο είναι ότι και οι δύο αποτελούν πιθανολογήσεις, μάλλον αυθαίρετες, οι οποίες πόρρω απέχουν όχι μόνο από τις δημοσκοπήσεις, αλλά από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και το κοινό αίσθημα.
Ακόμη και τα ποιοτικά ευρήματα και οι κυλιόμενες μετρήσεις, που δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας, συνηγορούν υπέρ μιας -τουλάχιστον σχετικά άνετης- επικράτησης της Ν.Δ. Συνεπώς, αν οι δύο παραδοχές Τσίπρα αποδειχθούν λάθος, οι συνέπειες για τον πρωθυπουργό και τον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην περιοριστούν στα ζητήματα της διακυβέρνησης, αλλά και να επεκταθούν και στις υποθέσεις που αφορούν την Κεντροαριστερά, ειδικά αν η διαφορά με το ΚΙΝ.ΑΛ. δεν είναι τόσο μεγάλη όσο πιθανολογούν -και ελπίζουν- στην Κουμουνδούρου. Ακόμη και αυτοί που μέχρι τώρα έλεγαν ότι «ο Τσίπρας άντεξε την πίεση του καλοκαιριού του 2015, όταν η χώρα κρεμόταν από μια κλωστή και οι εταίροι-δανειστές τού είχαν βάλει το μαχαίρι στον λαιμό, σιγά μη δεν αντέξει την πίεση που θα του ασκήσει ο Μητσοτάκης επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ θα τα πάει άσχημα στις ευρωεκλογές και η Δούρου δεν επανεκλεγεί περιφερειάρχης», ακόμη και αυτοί τώρα εμφανίζονται σκεπτικοί για τους «βαρδάρηδες» που μπορεί να φυσήξουν στη χώρα αν ο χάρτης το βράδυ της 26ης Μαΐου βαφτεί με βαθύ μπλε.
Αυτός είναι και ο λόγος που οι σοβαροί, μη κομματικοί, συνομιλητές του πρωθυπουργού άγονται στο συμπέρασμα ότι ο Αλέξης Τσίπρας, παρά τα όσα λένε οι συνεργάτες του και ο ίδιος δημόσια υποστηρίζει, την οριστική απόφαση για το αν τις 26 Μαΐου θα έχουμε και βουλευτικές εκλογές θα την πάρει στα τέλη Μαρτίου. Αν οι δημοσκοπήσεις συνεχίζουν και τότε να είναι έντονα αρνητικές για την κυβέρνηση, οι περί ου ο λόγος σοβαροί συνομιλητές του πρωθυπουργού -τη γνώμη των οποίων, σημειωτέον, προσμετρά στις αποφάσεις του- υποστηρίζουν ότι «όλες οι εκλογές θα γίνουν τον Μάιο». Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή η διαφορά είναι μονοψήφια και κοντά στο 7%-8%, τότε οι σοβαροί, μη κομματικοί, συνομιλητές του πρωθυπουργού είναι πεπεισμένοι ότι «οι βουλευτικές εκλογές θα γίνουν τον Οκτώβριο».
Δηλώνουν μάλιστα σίγουροι ότι οι κάλπες θα στηθούν στην ακρότατη ημερομηνία που ορίζει το Σύνταγμα. Και τούτο επειδή «θα κάνουν αυτό που έκαναν ο Ανδρέας Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ το 1985. Θα προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν μέχρι και την τελευταία μέρα για να ενισχύσουν τα ερείσματά τους στη διοίκηση και το κράτος και να επωφεληθούν όσα μπορούν περισσότερο από την άσκηση της εξουσίας».
Το μέγεθος της ήττας
Η αλήθεια βέβαια είναι ότι ο Ανδρέας το 1985 έκανε εκλογές τέσσερις μήνες νωρίτερα από τα συνταγματικώς προβλεπόμενα, στις 2 Ιουνίου, και αφού προηγουμένως αιφνιδίασε τους πάντες εκλέγοντας τον Μάρτιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον δικαστή Χρήστο Σαρτζετάκη και όχι τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, όπως όλοι, ακόμη και στο ΠΑΣΟΚ, ανέμεναν. Τώρα ο Αλέξης Τσίπρας όχι μόνο δεν ετοιμάζει κάποια έκπληξη, που θα αλλάξει άρδην τα πολιτικά και εκλογικά δεδομένα, αλλά και προσανατολίζεται να στήσει εθνικές κάλπες μετά από -πιθανότατα μεγάλη- ήττα σε ευρωπαϊκές και αυτοδιοικητικές εκλογές.
Είναι δε μάλλον αφελής η άποψη, κάτι που παραδέχονται ακόμη και κυβερνητικοί παράγοντες, ότι «η ήττα του Μαΐου θα διεγείρει τα δημοκρατικά και αντιδεξιά αντανακλαστικά» και κατά συνέπεια «στις βουλευτικές εκλογές θα υπάρξει συσπείρωση για να μην έρθει ο Μητσοτάκης, ο οποίος δεν είναι και ιδιαίτερα συμπαθής στους πέραν της Ν.Δ. ψηφοφόρους, αφού μπορεί να προηγείται του Τσίπρα στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία, όμως η απάντηση “Κανένας” είναι αυτή που συγκεντρώνει τα μεγαλύτερα ποσοστά». Αλήθεια επίσης είναι ότι ο πρωθυπουργός και οι στενοί του συνεργάτες, παρά τα όσα λένε, ακόμη και στους συντρόφους τους στην Πολιτική Γραμματεία και την Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, σπάνε το κεφάλι τους για να βρουν κάποια μεγάλη έκπληξη, ανάλογη με αυτή του Ανδρέα το 1985. Και οπωσδήποτε μεγάλη έκπληξη δεν μπορεί να θεωρηθεί η «γέφυρα» με τον Νίκο Μπίστη και τον Παν Παν, ούτε οι μεταγραφές, σε θέσεις υφυπουργών, των Αγγελου Τόλκα και Θάνου Μωραΐτη. Κάθε άλλο, αφού από τις αντιδράσεις που υπήρξαν μάλλον περισσότερο ωφελήθηκε η Χαριλάου Τρικούπη, καθώς καταγράφηκε συσπείρωση του ΚΙΝ.ΑΛ. παρά της Κουμουνδούρου. Επιπροσθέτως, το κλίμα ενδέχεται να στραβώσει αν -τελικά και παρ’ ελπίδα του Μαξίμου- το νομοσχέδιο που θα πάει προς ψήφιση στη Βουλή για την προστασία της πρώτης κατοικίας δεν είναι αυτό που προπαγανδίστηκε, αλλά υπό την πίεση του SSM και για να μην υπάρξει πρόβλημα στο Eurogroup της 11ης Μαρτίου, υπάρξουν δύο σημαντικές τροποποιήσεις που θα το κάνουν να υπολείπεται κατά πολύ από αυτό που γνωρίζουμε ως νόμο Κατσέλη.
Ευρωεκλογές-δημοψήφισμα
Και οπωσδήποτε ενέχει μεγάλους κινδύνους για τον Τσίπρα και την κυβέρνησή του η μετατροπή των ευρωεκλογών σε δημοψήφισμα. Αφού, όπως υποστηρίζει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκος Μητσοτάκης, εάν η επίδοση του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι καλή θα πρέπει να συμμορφωθεί και να προσφύγει άμεσα σε βουλευτικές εκλογές προκειμένου να αποφανθούν οι πολίτες για το αν η κυβέρνηση διαθέτει ή όχι τη λαϊκή νομιμοποίηση προκειμένου να ορίσει τον νέο κοινοτικό επίτροπο, να εκλέξει νέα ηγεσία στη Δικαιοσύνη, να προβεί σε μαζικούς διορισμούς στο Δημόσιο, να υπογράψει τυχόν διπλωματικές συμφωνίες που σχετίζονται με αξιώσεις της Αλβανίας και της Τουρκίας και να αποφασίσει για σειρά άλλων θεμάτων. Το γεγονός ότι ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρλέτης, κατ’ εντολή και του πρωθυπουργού, αποδέχτηκε την πρόκληση της Ν.Δ. να μετατραπούν οι ευρωεκλογές σε δημοψήφισμα, φανερώνει και το πρόβλημα που υπάρχει στην Κουμουνδούρου. Και αυτό δεν είναι άλλο από τη χαμηλή συσπείρωση των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ. Η θεωρία της «χαλαρής ψήφου» στις ευρωεκλογές ενισχύει τις φυγόκεντρες τάσεις στο κυβερνών κόμμα και ευνοεί όχι μόνο τα μικρότερα (ΚΙΝ.ΑΛ., ΚΚΕ, Ποτάμι κ.ά.) και μικρά (Ελληνική Λύση, ΛΑ.Ε., Πλεύση Ελευθερίας, ΑΝΤΑΡΣΥΑ κ.ά.) κόμματα, αλλά και την αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία παντί τρόπω θα θελήσει να κάνει επίδειξη της δύναμής της.
Η μετατροπή των ευρωεκλογών λοιπόν σε μετωπική αντιπαράθεση με την αντιπολίτευση μπορεί να αυξήσει τη συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι μπορεί και να ανατρέψει τα δημοσκοπικά προβλεπόμενα. Ούτε είναι σίγουρο ότι θα αποδώσει εκλογικά η συμπερίληψη στο ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ πρωτοκλασάτων στελεχών και υπουργών, όπως για παράδειγμα της υπουργού Εργασίας Εφης Αχτσιόγλου ή ακόμη και του -κατεξοχήν ευρωπαϊστή- υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου. Ούτε, λένε, θα ήταν φρόνιμο να εκτεθεί και να καεί, εφόσον το αποτέλεσμα δεν είναι το αναμενόμενο, η νέα γενιά τεχνοκρατικών και με ευρωπαϊκό προφίλ στελεχών, όπως ο Γιώργος Χουλιαράκης, ο Δημήτρης Λιάκος, ο Γιώργος Βασιλειάδης κ.ά. Οι περιπτώσεις υπουργών, όπως η Ελενα Κουντουρά, ή βουλευτών, όπως ο Σπύρος Δανέλλης, στους οποίους στηρίζεται η κυβερνητική πλειοψηφία εξετάζονται σοβαρά και πιθανότατα θα βρίσκονται στο ευρωψηφοδέλτιο, αφού όμως προηγουμένως υπάρξει κοινοβουλευτική πρόνοια αφενός για διατήρηση της κυβερνητικής σταθερότητας και αφετέρου για την αλλαγή στον χρόνο που επέρχεται το ασυμβίβαστο ανάμεσα στην ιδιότητα του βουλευτή και του ευρωβουλευτή.
Σε κάθε περίπτωση, η μετατροπή των ευρωεκλογών σε δημοψήφισμα και οι υποψηφιότητες πρωτοκλασάτων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί, σε συνδυασμό και με τη συμπερίληψη στο ευρωψηφοδέλτιο στελεχών από τον χώρο της Κεντροαριστεράς, να αυξήσει τη συσπείρωση των ψηφοφόρων της Κουμουνδούρου, όμως σε περίπτωση που η διαφορά υπέρ της Ν.Δ. είναι μεγάλη και ο χάρτης, λόγω και του αποτελέσματος των αυτοδιοικητικών εκλογών, βαφτεί με βαθύ μπλε χρώμα τότε ο Αλέξης Τσίπρας θα βρεθεί στη θέση των «τζογαδόρων» που τα παίζουν όλα σε μια ζαριά και τα χάνουν.
Σε διαφορετική περίπτωση, εάν τα αποτελέσματα για την κυβέρνηση δεν είναι τόσο χάλια όσο προφητεύουν οι δημοσκόποι, τότε ο πρωθυπουργός θα έχει μια ακόμη ευκαιρία. Οχι τον Ιούνιο-Ιούλιο, όπως του εισηγούνται ορισμένοι «Μάξιμοι», αλλά τον Σεπτέμβριο,όταν όχι η ψήφος, αλλά η διάθεση του κόσμου, λόγω και της θερινής ραστώνης, θα είναι χαλαρή και μάλλον λιγότερο αρνητική για την κυβέρνηση, εάν στο μεσοδιάστημα έχει μειωθεί κι άλλο η ανεργία, έχει ξεκινήσει το Ελληνικό, το κλίμα σε επενδύσεις, μετοχές, ομόλογα και επιχειρήσεις έχει βελτιωθεί και η ευρωπαϊκή οικογένεια δεν έχει μπει σε περιπέτειες από την άνοδο των ακραίων. Κομμάτι δύσκολο όλα αυτά να γίνουν τους επόμενους λίγους μήνες, αλλά ο Τσίπρας και οι στενοί συνεργάτες του είναι οπαδοί της μόνης λατινικής φράσης που έμαθαν στο σχολείο: dum spiro spero...
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια