Γράφει ο Γιώργος Στείρης
Επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας, ΕΚΠΑ
«Mοναχή το δρόμο επήρες, εξανάλθες μοναχή, δεν είν′ εύκολες οι θύρες, εάν η χρεία τές κουρταλή. Άλλος σου έκλαψε εις τα στήθια, αλλ′ ανάσασιν καμιά, άλλος σου έταξε βοήθεια και σε γέλασε φρικτά. Άλλοι, οϊμέ! στη συμφορά σου, οπού εχαίροντο πολύ, ”σύρε να ’βρης τα παιδιά σου, σύρε”, ελέγαν οι σκληροί».
Αυτοί οι στίχοι από τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν», του Διονυσίου Σολωμού, μοιάζουν βγαλμένοι από το παρόν και το μέλλον μας. Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με την τουρκική επιθετικότητα και την εντεινόμενη πίεση των βόρειων γειτόνων. Οι εξελίξεις, προοιωνίζονται δεινά, αν μη τι άλλο. Η Τουρκία έχει σαφή στρατηγική αναθεώρησης του status της και νιώθει ικανή να επιτύχει τους στόχους της. Επίσης, τα ανοικτά μέτωπα με τους βόρειους γείτονές μας αναθερμαίνονται επικίνδυνα.
Την ίδια στιγμή, ένας μετά τον άλλο οι σύμμαχοί μας νίπτουν τας χείρας τους. Είναι σαφές ότι δεν πρόκειται να εμπλακούν ενεργά στα ελληνοτουρκικά, παρά μόνο εάν προσδοκούν σημαντικό όφελος. Η ιστορία έχει δείξει ότι, εάν τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων πλησιάζουν τα δικά μας, τότε και μόνο τότε δικαιούμαστε να ελπίζουμε στη συμπαράστασή τους. Επίσης, ας μην πιστεύουμε αφελώς ότι θα μας υποστηρίξουν η πολιτισμένη διεθνής κοινότητα και οι «παραδοσιακοί» μας σύμμαχοι, εάν είμαστε πειθήνιοι στις προτροπές και υποδείξεις τους. Όσες φορές επαναπαυτήκαμε σε τέτοιες θεωρήσεις, το αντίτιμο που πληρώθηκε ήταν βαρύτατο. Οι διεθνείς σχέσεις είναι θέμα ισχύος και συμφέροντος, όχι ηθικής και δικαίου.
Είναι πρόδηλο ότι το να εναποθέτουμε τις ελπίδες μας σε άλλους δεν είναι η πλέον σοφή τακτική. Παρά ταύτα, η Ελλάδα επένδυσε τις τελευταίες δεκαετίες πάρα πολλά στην ΕΕ, η οποία όμως δεν μπορεί τώρα να προσφέρει όσα χρειαζόμαστε, εξαιτίας της θεσμικής και πολιτικής της υστέρησης. Φαίνεται ότι η πληγή από τη στάση του ΝΑΤΟ το 1974 δεν μας έκανε σοφότερους. Τα εξοπλιστικά σκάνδαλα και η οικονομική κρίση προκάλεσαν στο εσωτερικό της χώρας μας καχυποψία και απροθυμία ενίσχυσης της άμυνας μας. Επίσης, στη μεταπολίτευση υπονομεύτηκε συνειδητά –από την εκπαίδευση και την πνευματική ηγεσία- ο γνήσιος πατριωτισμός του Έλληνα, το βασικό του καταφύγιο σε κάθε εθνική κρίση. Ανέκαθεν ήμασταν αριθμητικά λίγοι, ως έθνος, στο συσχετισμό δυνάμεων. Η επιβίωσή μας και η ευημερία μας στηρίχθηκαν σε συνεχείς υπερβάσεις, οι οποίες πήγασαν από τον άδολο πατριωτισμό και την πίστη σε ιδανικά και ηθικές αξίες. Αυτές, στις οποίες στηρίξαμε το είναι μας, φυλλορροούν πια. Το 2004 μιλούσαμε για την ισχυρή Ελλάδα. Λίγα χρόνια μετά η χώρα κατέρρευσε και η πολιτική μας κοινότητα παρουσιάζει σημάδια προϊούσας σήψης.
Πώς να χαρακτηρίσει κανείς τα όσα εσχάτως συμβαίνουν στη χώρα μας, μέσα σε αυτό το επιβαρυμένο διεθνές περιβάλλον; Αν έπρεπε να βρω μια λέξη, θα επέλεγα τον διχασμό. Διχασμός που σοβεί από το 2010 και βαίνει εντεινόμενος. Η ηγεσία της χώρας, στο μεγαλύτερο μέρος της, δεν πείθει ότι χειρίζεται την κατάσταση με σοβαρότητα και σύνεση, αφού δεν συμβάλλει στην ενότητα. Αντίθετα, υποδαυλίζεται το εμφύλιο μίσος.
Η πολιτική τάξη ασχολείται πρωτίστως είτε με όσα διχάζουν το λαό και αυξάνουν τις εσωτερικές εντάσεις (σκάνδαλα, ποδόσφαιρο), είτε με ασόβαρες εσωκομματικές και διακομματικές ίντριγκες. Οι υπεύθυνοι του τύπου, ηλεκτρονικού και γραπτού, βομβαρδίζουν το λαό με μαγειρική, αγωνίσματα και «κοινωνικά πειράματα», όταν δεν εκχωρούν τους διαύλους τους στην ανόητη τριτοκοσμική προπαγάνδα τηλεπροπαγανδιστών. Οι ακαδημαϊκοί είτε πιέζονται από μειοψηφίες που διώκουν απόψεις, είτε, στην πλειοψηφία τους, αδιαφορούν για τα κοινά. Η επίσημη Εκκλησία άγεται και φέρεται από τις πολιτικές συγκυρίες. Η δικαστική εξουσία γίνεται συχνά μέσο πολιτικών παιγνίων, παρά τις ηρωικές προσπάθειες δικαστικών.
Επίσης απογοητευτική η κατάσταση στο κοινωνικό σώμα. Μια μεγάλη μερίδα έχει ως μόνη της έγνοια τα καμώματα του Σαββίδη και το πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, καταναλώνοντας αθλιότητα και ευτέλεια. Πλέον ανησυχητικό είναι ότι οι πωλήσεις του «Μακελειού», της Ελεύθερης Ώρας» και αναλόγων εντύπων έχουν εκτιναχθεί. Παρόμοια συμβαίνουν και στο διαδίκτυο. Ταυτόχρονα, επικρατεί πρακτικά αδιαφορία για την τύχη των αιχμαλώτων στρατιωτικών μας. Βασική έγνοια μας είναι το αν θα κατορθώσει η κυβέρνηση να επιμηκύνει την αποπληρωμή του χρέους, ώστε να πληρώσουν τα παιδιά μας τα δικά μας λάθη. Αν πάρουμε και κανένα επιδοματάκι... Άλλοι πάλι πουλάνε υπερπατριωτισμό και ηδονίζονται στο όραμα του αίματος. Άλλοι παραμένουν εγκλωβισμένοι σε διεθνιστικά –κομμουνιστικά και φιλελεύθερα- οράματα, τα οποία ελάχιστη σχέση διατηρούν με την πραγματικότητα. Άλλοι ξορκίζουν το κακό με το να μην θέλουν να ακούσουν ή να σκεφθούν τίποτα για το κρίσιμο των περιστάσεων. Αλληλοφάγωμα στα μικρά και τα μεγάλα.
Δυστυχώς, στην ελληνική ιστορία δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο των διχασμών εν μέσω τεράστιων εθνικών κρίσεων. Συνέβη στη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης του 1821, στον Α’ και Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Δεν σπανίζουν, επίσης, οι περιστάσεις που αποτολμήσαμε αστόχαστα βήματα, τα οποία πληρώσαμε με ταπείνωση, συντριβή και αίμα αθώων. Μακριά από τέτοια λάθη σήμερα!
Όση απόσταση μας χωρίζει από το ευρωπαϊκό κεκτημένο, άλλη τόση μας χωρίζει από τη Συρία. Η πολιτική τάξη οφείλει να προετοιμαστεί και να προετοιμάσει τη χώρα και το λαό για όσα απειλητικά διακρίνονται στον ορίζοντα. Χρειάζεται, ως πολιτική κοινωνία, να αφήσουμε ενσυνείδητα στην άκρη όσα μας χωρίζουν, μείζονα και ελάσσονα. Να συζητήσουμε ανυπόκριτα για το που βρισκόμαστε, τι θέλουμε και, κυρίως, πώς θα το επιτύχουμε. Να μετρήσουμε ρεαλιστικά τις δυνάμεις μας και να καταλήξουμε στο τι είμαστε διατεθειμένοι να πράξουμε και ως που επιθυμούμε και μπορούμε να φτάσουμε. Να διαλυθούν τόσο η φοβική μοιρολατρία όσο και η απερισκεψία που διέπουν την κοινωνία. Η ομφαλοσκοπία δεν προσφέρει υπηρεσίες, το ίδιο και η κουλτούρα της σιωπής, με το αιτιολογικό ότι δεν πρέπει να προκληθεί ένταση και ανησυχία. Η συνειδητή εγρήγορση είναι η ενδεδειγμένη στάση. Και αυτή δεν αρκεί σε επίπεδο ηγεσίας, επιβάλλεται να είναι παλλαϊκή.
Τίποτα δεν είναι γραφτό και δεν είμαστε χαμένοι εκ προοιμίου. Όλα είναι στο χέρι μας, καλά και κακά. Οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι και για τα μεν και για τα δε, να αδράξουμε την τύχη μας και να μην εναποθέτουμε φρούδες ελπίδες σε άλλους. Η συνειδητή εγρήγορση είναι ο μόνος τρόπος να αποτρέψουμε ή να αντιμετωπίσουμε τα δεινά.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας, ΕΚΠΑ
«Mοναχή το δρόμο επήρες, εξανάλθες μοναχή, δεν είν′ εύκολες οι θύρες, εάν η χρεία τές κουρταλή. Άλλος σου έκλαψε εις τα στήθια, αλλ′ ανάσασιν καμιά, άλλος σου έταξε βοήθεια και σε γέλασε φρικτά. Άλλοι, οϊμέ! στη συμφορά σου, οπού εχαίροντο πολύ, ”σύρε να ’βρης τα παιδιά σου, σύρε”, ελέγαν οι σκληροί».
Αυτοί οι στίχοι από τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν», του Διονυσίου Σολωμού, μοιάζουν βγαλμένοι από το παρόν και το μέλλον μας. Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με την τουρκική επιθετικότητα και την εντεινόμενη πίεση των βόρειων γειτόνων. Οι εξελίξεις, προοιωνίζονται δεινά, αν μη τι άλλο. Η Τουρκία έχει σαφή στρατηγική αναθεώρησης του status της και νιώθει ικανή να επιτύχει τους στόχους της. Επίσης, τα ανοικτά μέτωπα με τους βόρειους γείτονές μας αναθερμαίνονται επικίνδυνα.
Την ίδια στιγμή, ένας μετά τον άλλο οι σύμμαχοί μας νίπτουν τας χείρας τους. Είναι σαφές ότι δεν πρόκειται να εμπλακούν ενεργά στα ελληνοτουρκικά, παρά μόνο εάν προσδοκούν σημαντικό όφελος. Η ιστορία έχει δείξει ότι, εάν τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων πλησιάζουν τα δικά μας, τότε και μόνο τότε δικαιούμαστε να ελπίζουμε στη συμπαράστασή τους. Επίσης, ας μην πιστεύουμε αφελώς ότι θα μας υποστηρίξουν η πολιτισμένη διεθνής κοινότητα και οι «παραδοσιακοί» μας σύμμαχοι, εάν είμαστε πειθήνιοι στις προτροπές και υποδείξεις τους. Όσες φορές επαναπαυτήκαμε σε τέτοιες θεωρήσεις, το αντίτιμο που πληρώθηκε ήταν βαρύτατο. Οι διεθνείς σχέσεις είναι θέμα ισχύος και συμφέροντος, όχι ηθικής και δικαίου.
Είναι πρόδηλο ότι το να εναποθέτουμε τις ελπίδες μας σε άλλους δεν είναι η πλέον σοφή τακτική. Παρά ταύτα, η Ελλάδα επένδυσε τις τελευταίες δεκαετίες πάρα πολλά στην ΕΕ, η οποία όμως δεν μπορεί τώρα να προσφέρει όσα χρειαζόμαστε, εξαιτίας της θεσμικής και πολιτικής της υστέρησης. Φαίνεται ότι η πληγή από τη στάση του ΝΑΤΟ το 1974 δεν μας έκανε σοφότερους. Τα εξοπλιστικά σκάνδαλα και η οικονομική κρίση προκάλεσαν στο εσωτερικό της χώρας μας καχυποψία και απροθυμία ενίσχυσης της άμυνας μας. Επίσης, στη μεταπολίτευση υπονομεύτηκε συνειδητά –από την εκπαίδευση και την πνευματική ηγεσία- ο γνήσιος πατριωτισμός του Έλληνα, το βασικό του καταφύγιο σε κάθε εθνική κρίση. Ανέκαθεν ήμασταν αριθμητικά λίγοι, ως έθνος, στο συσχετισμό δυνάμεων. Η επιβίωσή μας και η ευημερία μας στηρίχθηκαν σε συνεχείς υπερβάσεις, οι οποίες πήγασαν από τον άδολο πατριωτισμό και την πίστη σε ιδανικά και ηθικές αξίες. Αυτές, στις οποίες στηρίξαμε το είναι μας, φυλλορροούν πια. Το 2004 μιλούσαμε για την ισχυρή Ελλάδα. Λίγα χρόνια μετά η χώρα κατέρρευσε και η πολιτική μας κοινότητα παρουσιάζει σημάδια προϊούσας σήψης.
Πώς να χαρακτηρίσει κανείς τα όσα εσχάτως συμβαίνουν στη χώρα μας, μέσα σε αυτό το επιβαρυμένο διεθνές περιβάλλον; Αν έπρεπε να βρω μια λέξη, θα επέλεγα τον διχασμό. Διχασμός που σοβεί από το 2010 και βαίνει εντεινόμενος. Η ηγεσία της χώρας, στο μεγαλύτερο μέρος της, δεν πείθει ότι χειρίζεται την κατάσταση με σοβαρότητα και σύνεση, αφού δεν συμβάλλει στην ενότητα. Αντίθετα, υποδαυλίζεται το εμφύλιο μίσος.
Η πολιτική τάξη ασχολείται πρωτίστως είτε με όσα διχάζουν το λαό και αυξάνουν τις εσωτερικές εντάσεις (σκάνδαλα, ποδόσφαιρο), είτε με ασόβαρες εσωκομματικές και διακομματικές ίντριγκες. Οι υπεύθυνοι του τύπου, ηλεκτρονικού και γραπτού, βομβαρδίζουν το λαό με μαγειρική, αγωνίσματα και «κοινωνικά πειράματα», όταν δεν εκχωρούν τους διαύλους τους στην ανόητη τριτοκοσμική προπαγάνδα τηλεπροπαγανδιστών. Οι ακαδημαϊκοί είτε πιέζονται από μειοψηφίες που διώκουν απόψεις, είτε, στην πλειοψηφία τους, αδιαφορούν για τα κοινά. Η επίσημη Εκκλησία άγεται και φέρεται από τις πολιτικές συγκυρίες. Η δικαστική εξουσία γίνεται συχνά μέσο πολιτικών παιγνίων, παρά τις ηρωικές προσπάθειες δικαστικών.
Επίσης απογοητευτική η κατάσταση στο κοινωνικό σώμα. Μια μεγάλη μερίδα έχει ως μόνη της έγνοια τα καμώματα του Σαββίδη και το πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, καταναλώνοντας αθλιότητα και ευτέλεια. Πλέον ανησυχητικό είναι ότι οι πωλήσεις του «Μακελειού», της Ελεύθερης Ώρας» και αναλόγων εντύπων έχουν εκτιναχθεί. Παρόμοια συμβαίνουν και στο διαδίκτυο. Ταυτόχρονα, επικρατεί πρακτικά αδιαφορία για την τύχη των αιχμαλώτων στρατιωτικών μας. Βασική έγνοια μας είναι το αν θα κατορθώσει η κυβέρνηση να επιμηκύνει την αποπληρωμή του χρέους, ώστε να πληρώσουν τα παιδιά μας τα δικά μας λάθη. Αν πάρουμε και κανένα επιδοματάκι... Άλλοι πάλι πουλάνε υπερπατριωτισμό και ηδονίζονται στο όραμα του αίματος. Άλλοι παραμένουν εγκλωβισμένοι σε διεθνιστικά –κομμουνιστικά και φιλελεύθερα- οράματα, τα οποία ελάχιστη σχέση διατηρούν με την πραγματικότητα. Άλλοι ξορκίζουν το κακό με το να μην θέλουν να ακούσουν ή να σκεφθούν τίποτα για το κρίσιμο των περιστάσεων. Αλληλοφάγωμα στα μικρά και τα μεγάλα.
Δυστυχώς, στην ελληνική ιστορία δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο των διχασμών εν μέσω τεράστιων εθνικών κρίσεων. Συνέβη στη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης του 1821, στον Α’ και Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Δεν σπανίζουν, επίσης, οι περιστάσεις που αποτολμήσαμε αστόχαστα βήματα, τα οποία πληρώσαμε με ταπείνωση, συντριβή και αίμα αθώων. Μακριά από τέτοια λάθη σήμερα!
Όση απόσταση μας χωρίζει από το ευρωπαϊκό κεκτημένο, άλλη τόση μας χωρίζει από τη Συρία. Η πολιτική τάξη οφείλει να προετοιμαστεί και να προετοιμάσει τη χώρα και το λαό για όσα απειλητικά διακρίνονται στον ορίζοντα. Χρειάζεται, ως πολιτική κοινωνία, να αφήσουμε ενσυνείδητα στην άκρη όσα μας χωρίζουν, μείζονα και ελάσσονα. Να συζητήσουμε ανυπόκριτα για το που βρισκόμαστε, τι θέλουμε και, κυρίως, πώς θα το επιτύχουμε. Να μετρήσουμε ρεαλιστικά τις δυνάμεις μας και να καταλήξουμε στο τι είμαστε διατεθειμένοι να πράξουμε και ως που επιθυμούμε και μπορούμε να φτάσουμε. Να διαλυθούν τόσο η φοβική μοιρολατρία όσο και η απερισκεψία που διέπουν την κοινωνία. Η ομφαλοσκοπία δεν προσφέρει υπηρεσίες, το ίδιο και η κουλτούρα της σιωπής, με το αιτιολογικό ότι δεν πρέπει να προκληθεί ένταση και ανησυχία. Η συνειδητή εγρήγορση είναι η ενδεδειγμένη στάση. Και αυτή δεν αρκεί σε επίπεδο ηγεσίας, επιβάλλεται να είναι παλλαϊκή.
Τίποτα δεν είναι γραφτό και δεν είμαστε χαμένοι εκ προοιμίου. Όλα είναι στο χέρι μας, καλά και κακά. Οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι και για τα μεν και για τα δε, να αδράξουμε την τύχη μας και να μην εναποθέτουμε φρούδες ελπίδες σε άλλους. Η συνειδητή εγρήγορση είναι ο μόνος τρόπος να αποτρέψουμε ή να αντιμετωπίσουμε τα δεινά.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια