Ύστερα από μια μακρά περίοδο αβεβαιότητας, αλλά όχι και ακυβερνησίας, η Γερμανία οδηγείται εκ νέου σε «μεγάλο συνασπισμό» μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών. Η Ανγκελα Μέρκελ και ο Μάρτιν Σουλτς θα είναι οι πρωταγωνιστές του νέου σχήματος, το οποίο -όπως όλα δείχνουν- θα συγκροτηθεί υπό ένα σκηνικό αρκετά διαφορετικό σε σχέση με το προηγούμενο.
«Έχουμε ανάγκη από μια νέα εκκίνηση στην Ευρώπη» υποσχέθηκε αορίστως η κυρία Μέρκελ, η οποία ωστόσο βγαίνει αρκετά φθαρμένη από όλη αυτή τη διαδικασία, δίχως μάλιστα να είναι βέβαιο ότι θα καταφέρει να εξαντλήσει ολόκληρη τη νέα θητεία της. Είναι γεγονός, πάντως, ότι η πολιτική της ακραίας λιτότητας έχει εξαντλήσει -εκτός από τους λαούς ειδικά του Νότου- και τα όριά της. Άλλωστε, οι ίδιοι οι ηγέτες και οι τεχνοκράτες της ευρωζώνης εμφανίζονται ικανοποιημένοι με τους αριθμούς (οι οποίοι με έναν μαγικό τρόπο πάντοτε, όταν χρειαστεί, ευημερούν) και, θεωρώντας ότι η κρίση ξεπεράστηκε, αφήνουν να πλανάται η προσδοκία περί σταδιακής και μελλοντικής χαλάρωσης.
Η Ελλάδα, μετά την οκταετή μνημονιακή περιπέτειά της, δικαιούται αλλά και υποχρεούται να είναι καχύποπτη και επιφυλακτική απέναντι σε όλες αυτές τις διακηρύξεις. Υποσχέσεις προς τους ευρωπαϊκούς λαούς δόθηκαν και άλλες φορές κατά το διάστημα της κρίσης. Υποσχέσεις, οι οποίες όμως αποδείχθηκαν άλλοτε ανειλικρινείς, άλλοτε παραπλανητικές και άλλοτε ημιτελείς.
Η ωμή πραγματικότητα δυστυχώς είναι ότι η Γερμανία υπήρξε και παραμένει ο μεγάλος κερδισμένος όλα αυτά τα χρόνια. Υπολογίζεται ότι μόνο από μειωμένους τόκους για την εξυπηρέτηση του χρέους της εξοικονόμησε συνολικά 290 δισ. ευρώ από το 2008 έως σήμερα. Η κρίση κατέστησε τη Γερμανία οικονομική υπερδύναμη, την ώρα που η περιφέρεια της ευρωζώνης βυθιζόταν στη φτωχοποίηση, από το τούνελ της οποίας η έξοδος θα απαιτήσει πολλές δεκαετίες.
Οσο και αν η συστηματική πλύση εγκεφάλου της τελευταίας οκταετίας έχει στρεβλώσει τα αυτονόητα, η αλήθεια είναι ότι η χώρα μας σαν πειραματόζωο από το 2010 έχει αποτελέσει βασικό αιμοδότη του γερμανικού imperium. Μάλιστα, αποτελεί μύθο -που μόνο οι αφελείς πλέον μπορούν να ασπάζονται- το να πιστεύει κανείς ότι το Βερολίνο θα αλλάξει τακτική και συμπεριφορά, επειδή μεταβλήθηκαν έως ένα σημείο οι πολιτικές συνθήκες και ισορροπίες. Στον βαθμό που η οικονομική κερδοφορία συνεχίζεται, το γερμανικό σύστημα έχει αποδείξει ότι είναι πολύ συμπαγές και ότι δεν έχει κανέναν λόγο να προβεί σε παραχωρήσεις. Αυτή η «εθνική πολιτική» της Γερμανίας, που καλύπτει σχεδόν το σύνολο του κομματικού φάσματός της, υπερβαίνει μάλιστα και τα πρόσωπα που την ενσαρκώνουν, ακόμη και όταν πρόκειται για τον Β. Σόιμπλε, ο οποίος διαθέτει αρκετούς κλώνους έτοιμους να τον διαδεχτούν.
Το «Deutschland über alles» («Η Γερμανία πάνω απ’ όλα») αφαιρέθηκε από τον εθνικό ύμνο της Γερμανίας, αλλά δεν ξεχνιέται εύκολα...
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
«Έχουμε ανάγκη από μια νέα εκκίνηση στην Ευρώπη» υποσχέθηκε αορίστως η κυρία Μέρκελ, η οποία ωστόσο βγαίνει αρκετά φθαρμένη από όλη αυτή τη διαδικασία, δίχως μάλιστα να είναι βέβαιο ότι θα καταφέρει να εξαντλήσει ολόκληρη τη νέα θητεία της. Είναι γεγονός, πάντως, ότι η πολιτική της ακραίας λιτότητας έχει εξαντλήσει -εκτός από τους λαούς ειδικά του Νότου- και τα όριά της. Άλλωστε, οι ίδιοι οι ηγέτες και οι τεχνοκράτες της ευρωζώνης εμφανίζονται ικανοποιημένοι με τους αριθμούς (οι οποίοι με έναν μαγικό τρόπο πάντοτε, όταν χρειαστεί, ευημερούν) και, θεωρώντας ότι η κρίση ξεπεράστηκε, αφήνουν να πλανάται η προσδοκία περί σταδιακής και μελλοντικής χαλάρωσης.
Η Ελλάδα, μετά την οκταετή μνημονιακή περιπέτειά της, δικαιούται αλλά και υποχρεούται να είναι καχύποπτη και επιφυλακτική απέναντι σε όλες αυτές τις διακηρύξεις. Υποσχέσεις προς τους ευρωπαϊκούς λαούς δόθηκαν και άλλες φορές κατά το διάστημα της κρίσης. Υποσχέσεις, οι οποίες όμως αποδείχθηκαν άλλοτε ανειλικρινείς, άλλοτε παραπλανητικές και άλλοτε ημιτελείς.
Η ωμή πραγματικότητα δυστυχώς είναι ότι η Γερμανία υπήρξε και παραμένει ο μεγάλος κερδισμένος όλα αυτά τα χρόνια. Υπολογίζεται ότι μόνο από μειωμένους τόκους για την εξυπηρέτηση του χρέους της εξοικονόμησε συνολικά 290 δισ. ευρώ από το 2008 έως σήμερα. Η κρίση κατέστησε τη Γερμανία οικονομική υπερδύναμη, την ώρα που η περιφέρεια της ευρωζώνης βυθιζόταν στη φτωχοποίηση, από το τούνελ της οποίας η έξοδος θα απαιτήσει πολλές δεκαετίες.
Οσο και αν η συστηματική πλύση εγκεφάλου της τελευταίας οκταετίας έχει στρεβλώσει τα αυτονόητα, η αλήθεια είναι ότι η χώρα μας σαν πειραματόζωο από το 2010 έχει αποτελέσει βασικό αιμοδότη του γερμανικού imperium. Μάλιστα, αποτελεί μύθο -που μόνο οι αφελείς πλέον μπορούν να ασπάζονται- το να πιστεύει κανείς ότι το Βερολίνο θα αλλάξει τακτική και συμπεριφορά, επειδή μεταβλήθηκαν έως ένα σημείο οι πολιτικές συνθήκες και ισορροπίες. Στον βαθμό που η οικονομική κερδοφορία συνεχίζεται, το γερμανικό σύστημα έχει αποδείξει ότι είναι πολύ συμπαγές και ότι δεν έχει κανέναν λόγο να προβεί σε παραχωρήσεις. Αυτή η «εθνική πολιτική» της Γερμανίας, που καλύπτει σχεδόν το σύνολο του κομματικού φάσματός της, υπερβαίνει μάλιστα και τα πρόσωπα που την ενσαρκώνουν, ακόμη και όταν πρόκειται για τον Β. Σόιμπλε, ο οποίος διαθέτει αρκετούς κλώνους έτοιμους να τον διαδεχτούν.
Το «Deutschland über alles» («Η Γερμανία πάνω απ’ όλα») αφαιρέθηκε από τον εθνικό ύμνο της Γερμανίας, αλλά δεν ξεχνιέται εύκολα...
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια