Υψηλό κίνδυνο κλιμάκωσης εντάσεων, εξτρεμιστικής βίας, πολιτικής αποσταθεροποίησης και διάρρηξης κοινωνικών ιστών στα Βαλκάνια, βλέπει το αμερικανικό think tank Council on Foreign Relations (CfR), στην ετήσια έκθεση προβλέψεων για την επόμενη χρονιά,
καθώς η αντιπαράθεση NATO-Ρωσίας εντείνεται και οι δράσεις που αναλαμβάνονται από Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον κρίνονται επιεικώς ανεπαρκείς για την άμεση και αποτελεσματική σταθεροποίηση της περιοχής.
Από την άλλη πλευρά η Μόσχα έχει καταστήσει σαφές, με τις πρόσφατες ενέργειες της σε πΓΔΜ, Μαυροβούνιο Σερβία και τη Δημοκρατία Σέρπσκα και χρησιμοποιώντας ad hoc το μακρύ χέρι της Τουρκίας στην περιοχή, ότι δεν σκοπεύει να παραδοθεί αμαχητί.
Το CfR προειδοποίησε συγκεκριμένα για την «κλιμάκωση των εντάσεων ή της εξτρεμιστικής βίας στα Βαλκάνια – Αλβανία, Βοσνία και Ερζεγοβίνη, Κροατία, Κοσσυφοπέδιο, Μακεδονία, Μαυροβούνιο και Σερβία – που οδήγησαν σε πολιτική αστάθεια και ένοπλες συγκρούσεις» αξιολογώντας την πιθανότητα ως μέτρια. Ενώ θεωρεί περιορισμένες εν δυνάμει επιπτώσεις σε αμερικανικά συμφέροντα.
Η επιμονή όμως της Ευρώπης σε μια “hands off” προσέγγιση, με κεντρικό μήνυμα υλοποιείστε τα προαπαιτούμενα και… βλέπουμε, δυσχεραίνει το έργο των πολιτικών και ενισχύει το ενδεχόμενο αποσταθεροποίησης χωρών.
Σε αυτή ακριβώς την παραδοχή βασίζεται η αξιολόγηση του κινδύνου στο επίπεδο “Tier ΙΙΙ”, από το CFR, αναγνωρίζοντας ότι η οικονομική ύφεση και η κοινωνική αποσύνθεση έχουν επιφέρει βαριά πλήγματα στην περιοχή, ενώ η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση σχέδιο μακράς πνοής. Αποτέλεσμα: οι πολιτικοί ηγέτες των Βαλκανίων να διστάζουν να αναλάβουν το συνεπακόλουθο πολιτικό κόστος σκληρών μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για την εκπλήρωση της προοπτικής ένταξης στην ΕΕ και το NATO.
Η πολιτική αστάθεια και οι ένοπλες αντιπαραθέσεις είναι μια διαχρονική πραγματικότητα στα Βαλκάνια, συνεπώς δεν χρειάζεται κρυστάλλινη σφαίρα που να υποδεικνύει ότι υπάρχει κίνδυνος ένοπλων συγκρούσεων και εξτρεμιστικής βίας σε μια περιοχή που έχει ήδη δει μια επίθεση στο κοινοβούλιο της πΓΔΜ, παραστρατιωτικές ομάδες που διασχίζουν τα σύνορα από το Κοσσυφοπέδιο, απειλές για δημοψήφισμα ανεξαρτησίας στη Δημοκρατία Σέρπσκα κατά παράβαση τις ειρηνευτικές συμφωνίες του Ντέιτον, ενώ βιώνει την επιστροφή μαχητών που πολέμησαν στο πλευρό του ISIS, των εθνικιστών στην Ουκρανία και ακόμα προσπαθεί να “χωνέψει” την καταδίκη του Ράτσκο Μλάντιτς.
Η αντιπαράθεση NATO-Ρωσίας για τον καθορισμό σφαιρών επιρροής στην περιοχή να εντείνεται ιδιαίτερα, μετά την ένταξη του Μαυροβουνίου στη Βορειοατλαντική Συμμαχία, τη δίκη για ρωσόφιλων εθνικιστών για απόπειρα δολοφονίας του πρώην πρωθυπουργού και την παρολίγον αποσταθεροποίηση της πΓΔΜ. “Μπαρούτι μυρίζει” και στη Βοσνία, η οποία επίσης είναι στη λίστα κινδύνου του CfR, καθώς οι Σερβοβόσνιοι αντιδρούν στην ένταξη της Βοσνίας στο NATO και επιμένουν στο δόγμα στρατιωτικής ουδετερότητας.
Η Ευρώπη την ίδια ώρα που καταβάλει εκ νέου προσπάθεια προσέγγισης και ενσωμάτωσης των Βαλκανίων, ταλανίζεται από τις αντιδράσεις των νέων χωρών -του πρώην ανατολικού μπλοκ- και την άνοδο της ακροδεξιάς στην Κεντρική Ευρώπη, αντιθέσεις που έχουν σαφή επίδραση στην πολιτική διεύρυνσης και αντικατοπτρίζονται στις σχέσεις με τα Βαλκάνια.
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι, αν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αναλάβουν εκ νέου ηγετικό-ηγεμονικό ρόλο, προσπαθώντας να επιλύσουν τα ζητήματα που ανακόπτουν την Ευρωατλαντική πορεία των βαλκανικών χωρών.
Το όνομα της πΓΔΜ, το σύνταγμα της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, η αδυναμία εισδοχής του Κοσόβου στον ΟΗΕ και η παρέμβαση της Ρωσίας στη βαλκανική πολιτική είναι θέματα που θα μπορούσαν να επιλυθούν ευκολότερα με την εμπλοκή της Ουάσιγκτον παρά χωρίς αυτήν, αναφέρει σε ανάλυσή του ο Daniel Serwer, διευθυντής σπουδών στο τμήμα Διαχείρισης Κρίσεων στο πανεπιστήμιο Johns Hopkins.
Η απάντηση βρίσκεται σε αυτά τα δύο επίπεδα προτεραιοτήτων πρόληψης που βρίσκονται πάνω από τα Βαλκάνια στην κατάταξη του CFR.
Οι Αμερικανοί διπλωμάτες βρίσκονται υπό ασφυκτική πίεση σε μέτωπα όπως η Βόρεια Κορέα, οι ρωσικές παρεμβάσεις στην Ανατολική Ευρώπη, η κυβερνοασφάλεια, το Ιράν, τη θάλασσα της Νότιας Κίνας και την εσωτερική τρομοκρατία. Παράλληλα, στη λίστα κινδύνων της Ουάσιγκτον ακολουθούν, το οργανωμένο έγκλημα στο Μεξικό, οι αποσχιστικές ομάδες στην Ουκρανία, οι φιλοδοξίες ανεξαρτησίας του Κουρδιστάν, η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης και πολλά άλλα πιθανά προβλήματα με μεγαλύτερο αντίκτυπο στα συμφέροντα των ΗΠΑ από τα Βαλκάνια.
Υπ αυτό το πρίσμα, ακόμα και η επιστράτευση νέου ειδικού απεσταλμένου στην περιοχή ή η μεταφορά αρμοδιοτήτων στον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς δύσκολα θα φέρουν άμεσα και απτά αποτελέσματα.
Συνεπώς οι χώρες των Βαλκανίων θα πρέπει να αναζητήσουν λύσεις εκ των ενόντων και να αποτανθούν σε Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον με λύσεις-πακέτο, επιζητώντας εφαρμοστικό μηχανισμό και πλαίσιο.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
καθώς η αντιπαράθεση NATO-Ρωσίας εντείνεται και οι δράσεις που αναλαμβάνονται από Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον κρίνονται επιεικώς ανεπαρκείς για την άμεση και αποτελεσματική σταθεροποίηση της περιοχής.
Από την άλλη πλευρά η Μόσχα έχει καταστήσει σαφές, με τις πρόσφατες ενέργειες της σε πΓΔΜ, Μαυροβούνιο Σερβία και τη Δημοκρατία Σέρπσκα και χρησιμοποιώντας ad hoc το μακρύ χέρι της Τουρκίας στην περιοχή, ότι δεν σκοπεύει να παραδοθεί αμαχητί.
Το CfR προειδοποίησε συγκεκριμένα για την «κλιμάκωση των εντάσεων ή της εξτρεμιστικής βίας στα Βαλκάνια – Αλβανία, Βοσνία και Ερζεγοβίνη, Κροατία, Κοσσυφοπέδιο, Μακεδονία, Μαυροβούνιο και Σερβία – που οδήγησαν σε πολιτική αστάθεια και ένοπλες συγκρούσεις» αξιολογώντας την πιθανότητα ως μέτρια. Ενώ θεωρεί περιορισμένες εν δυνάμει επιπτώσεις σε αμερικανικά συμφέροντα.
Η επιμονή όμως της Ευρώπης σε μια “hands off” προσέγγιση, με κεντρικό μήνυμα υλοποιείστε τα προαπαιτούμενα και… βλέπουμε, δυσχεραίνει το έργο των πολιτικών και ενισχύει το ενδεχόμενο αποσταθεροποίησης χωρών.
Σε αυτή ακριβώς την παραδοχή βασίζεται η αξιολόγηση του κινδύνου στο επίπεδο “Tier ΙΙΙ”, από το CFR, αναγνωρίζοντας ότι η οικονομική ύφεση και η κοινωνική αποσύνθεση έχουν επιφέρει βαριά πλήγματα στην περιοχή, ενώ η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση σχέδιο μακράς πνοής. Αποτέλεσμα: οι πολιτικοί ηγέτες των Βαλκανίων να διστάζουν να αναλάβουν το συνεπακόλουθο πολιτικό κόστος σκληρών μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για την εκπλήρωση της προοπτικής ένταξης στην ΕΕ και το NATO.
Η πολιτική αστάθεια και οι ένοπλες αντιπαραθέσεις είναι μια διαχρονική πραγματικότητα στα Βαλκάνια, συνεπώς δεν χρειάζεται κρυστάλλινη σφαίρα που να υποδεικνύει ότι υπάρχει κίνδυνος ένοπλων συγκρούσεων και εξτρεμιστικής βίας σε μια περιοχή που έχει ήδη δει μια επίθεση στο κοινοβούλιο της πΓΔΜ, παραστρατιωτικές ομάδες που διασχίζουν τα σύνορα από το Κοσσυφοπέδιο, απειλές για δημοψήφισμα ανεξαρτησίας στη Δημοκρατία Σέρπσκα κατά παράβαση τις ειρηνευτικές συμφωνίες του Ντέιτον, ενώ βιώνει την επιστροφή μαχητών που πολέμησαν στο πλευρό του ISIS, των εθνικιστών στην Ουκρανία και ακόμα προσπαθεί να “χωνέψει” την καταδίκη του Ράτσκο Μλάντιτς.
Η αντιπαράθεση NATO-Ρωσίας για τον καθορισμό σφαιρών επιρροής στην περιοχή να εντείνεται ιδιαίτερα, μετά την ένταξη του Μαυροβουνίου στη Βορειοατλαντική Συμμαχία, τη δίκη για ρωσόφιλων εθνικιστών για απόπειρα δολοφονίας του πρώην πρωθυπουργού και την παρολίγον αποσταθεροποίηση της πΓΔΜ. “Μπαρούτι μυρίζει” και στη Βοσνία, η οποία επίσης είναι στη λίστα κινδύνου του CfR, καθώς οι Σερβοβόσνιοι αντιδρούν στην ένταξη της Βοσνίας στο NATO και επιμένουν στο δόγμα στρατιωτικής ουδετερότητας.
Η Ευρώπη την ίδια ώρα που καταβάλει εκ νέου προσπάθεια προσέγγισης και ενσωμάτωσης των Βαλκανίων, ταλανίζεται από τις αντιδράσεις των νέων χωρών -του πρώην ανατολικού μπλοκ- και την άνοδο της ακροδεξιάς στην Κεντρική Ευρώπη, αντιθέσεις που έχουν σαφή επίδραση στην πολιτική διεύρυνσης και αντικατοπτρίζονται στις σχέσεις με τα Βαλκάνια.
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι, αν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αναλάβουν εκ νέου ηγετικό-ηγεμονικό ρόλο, προσπαθώντας να επιλύσουν τα ζητήματα που ανακόπτουν την Ευρωατλαντική πορεία των βαλκανικών χωρών.
Το όνομα της πΓΔΜ, το σύνταγμα της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, η αδυναμία εισδοχής του Κοσόβου στον ΟΗΕ και η παρέμβαση της Ρωσίας στη βαλκανική πολιτική είναι θέματα που θα μπορούσαν να επιλυθούν ευκολότερα με την εμπλοκή της Ουάσιγκτον παρά χωρίς αυτήν, αναφέρει σε ανάλυσή του ο Daniel Serwer, διευθυντής σπουδών στο τμήμα Διαχείρισης Κρίσεων στο πανεπιστήμιο Johns Hopkins.
Η απάντηση βρίσκεται σε αυτά τα δύο επίπεδα προτεραιοτήτων πρόληψης που βρίσκονται πάνω από τα Βαλκάνια στην κατάταξη του CFR.
Οι Αμερικανοί διπλωμάτες βρίσκονται υπό ασφυκτική πίεση σε μέτωπα όπως η Βόρεια Κορέα, οι ρωσικές παρεμβάσεις στην Ανατολική Ευρώπη, η κυβερνοασφάλεια, το Ιράν, τη θάλασσα της Νότιας Κίνας και την εσωτερική τρομοκρατία. Παράλληλα, στη λίστα κινδύνων της Ουάσιγκτον ακολουθούν, το οργανωμένο έγκλημα στο Μεξικό, οι αποσχιστικές ομάδες στην Ουκρανία, οι φιλοδοξίες ανεξαρτησίας του Κουρδιστάν, η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης και πολλά άλλα πιθανά προβλήματα με μεγαλύτερο αντίκτυπο στα συμφέροντα των ΗΠΑ από τα Βαλκάνια.
Υπ αυτό το πρίσμα, ακόμα και η επιστράτευση νέου ειδικού απεσταλμένου στην περιοχή ή η μεταφορά αρμοδιοτήτων στον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς δύσκολα θα φέρουν άμεσα και απτά αποτελέσματα.
Συνεπώς οι χώρες των Βαλκανίων θα πρέπει να αναζητήσουν λύσεις εκ των ενόντων και να αποτανθούν σε Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον με λύσεις-πακέτο, επιζητώντας εφαρμοστικό μηχανισμό και πλαίσιο.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια