ΠΑΣΟΚ: Το τρις εξαμαρτείν ...

Γράφει ο Σπύρος Γεωργάτος

Ας προχωρήσουμε έναν συλλογισμό από το απλοϊκό στο πιο σύνθετο κι από το τετριμμένο στο πιο περίπλοκο. Πολλοί θεωρούν ότι το σχήμα «ΠΑΣΟΚ και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις» κάνει το αυτονόητο: οξύνει την αντιπαράθεσή του με τον Σύριζα, ενώ ταυτόχρονα υιοθετεί μια φιλική στάση απέναντι στη Νέα Δημοκρατία εν όψει εκλογών.
Η Φώφη Γεννηματά και οι επιτελείς της ελπίζουν ότι μεγάλο ποσοστό των παλιών ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ θα επαναπατρισθεί, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια μελλοντική συγκυβέρνηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Για επικοινωνιακούς λόγους, η Δημοκρατική Συμπαράταξη λέει ότι ο στόχος της είναι μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας που θα περιλαμβάνει και τον (ηττημένο) Σύριζα. Γνωρίζει όμως καλά ότι η πιθανότητα να συμβεί κάτι τέτοιο είναι λιγότερη από μία στο εκατομμύριο. Γιατί να συνηγορήσει σ΄αυτό το σενάριο η Νέα Δημοκρατία τη στιγμή που θα έχει κερδίσει πανηγυρικά και γιατί να αποδεχθεί ο Σύριζα τον ρόλο του φτωχού συγγενή, απεμπολώντας την καθόλου ευκαταφρόνητη προοπτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης;

Που το πάει λοιπόν το ΠΑΣΟΚ; Το πάει εκεί που (νομίζει ότι) μπορεί. Εκτιμώντας ότι το κύριο μέρος των δυνάμεών του αποτελείται από στελέχη της δημόσιας διοίκησης, της αυτοδιοίκησης και των δημοσιογραφικών γραφείων, ευελπιστεί σε μια μικρή ενίσχυση από τα μεσαία-ανώτερα στρώματα για να διεκδικήσει όσα περισσότερα γίνεται σε μια μελλοντική κυβέρνηση συνεργασίας με τη Νέα Δημοκρατία. Προφανώς, δεν θα είναι ποτέ σε θέση να υπαγορεύσει όρους. Αλλά ο Μητσοτάκης δεν χρειάζεται όρους για να ενσωματώσει τον Βενιζέλο και τον Λοβέρδο – ή, αν μαζευτούν πάλι όλοι μαζί, τον Φλωρίδη και την Άννα Διαμαντοπούλου.

Κυνικό φαίνεται και κυνικό είναι αυτό το σενάριο. Δεν είναι όμως ρεαλιστικό. Άντε κι έχασε ο Σύριζα. Ποιός θα κερδίσει -και τί- στις επόμενες εκλογές; Με την απόσταση του ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας να μειώνεται διαρκώς, το πιθανότερο είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος των πασοκογενών ψηφοφόρων δεν θα (ξανα)ψηφίσουν το ΠΑΣΟΚ, αλλά τη Νέα Δημοκρατία για να βγει αυτοδύναμη κυβερνηση και να τιμωρήσει τον Σύριζα που τους απογοήτευσε. Οι δε άλλοι –οι πιο αξαγριωμένοι που δεν τους πάει το χέρι να ψηφίσουν Δεξιά- πάλι δεν θα ψηφίσουν ΠΑΣΟΚ, αλλά μια ποικιλία κομμάτων –από Πλεύση μέχρι ΚΚΕ ή διάφορα άλλα. Αυτό, μαζί με την της αποχή, είναι τα δύο σενάρια που ακούγονται όπου κυκλοφορούν πραγματικοί άνθρωποι υπό πραγματικές συνθήκες.

Άντε όμως και σχηματίστηκε κυβέρνηση Μητσοτάκη με τον Βενιζέλο –πάλι- αντιπρόεδρο. Προοπτική έχει το ΠΑΣΟΚ ή το ο,τιδήποτε προκύψει μετά τις συνεδριακές τους διαδικασίες; Τα τεχνάσματα με την άγρα ψήφων μέσω διορισμών, εξυπηρετήσεων, ΕΣΠΑ και τέτοια τελειώσανε. Πρώτον διότι έχει κι η Νέα Δημοκρατία πολύ κόσμο να βολέψει και δεύτερον διότι οι πόροι δεν ρέουν τόσο πλουσιοπάροχα όσο έρρεαν κάποτε. Οι επιτελείς του ΠΑΣΟΚ φαντασιώνονται μια κατάσταση α λα Γερμανία που αναπαράγεται εις το διηνεκές, αλλά εδώ κάνουν το πρώτο θεμελιώδες λάθος τους: στη Γερμανία, το SPD είναι –και θα παραμείνει- μια υπολογίσιμη κοινοβουλευτική δύναμη με ευρύτατο δίκτυο στήριξης και σταθερούς αρμούς στην κοινωνία. Αυτό δεν ισχύει για την εγχώρια εκδοχή της σοσιαλδημοκρατίας. Το ΠΑΣΟΚ, μέσω μιας νέας συνεργασίας με τη Νέα Δημοκρατία, θα αφομοιωθεί πλήρως και δεν θα μπορέσει να διατηρήσει ούτε την ταμπέλα του.

Το δεύτερο λάθος που κάνει το ΠΑΣΟΚ είναι ότι υποτιμά τη δυναμική του Σύριζα. Παρά τη φύρα, από την κυβερνητική θητεία του Σύριζα αναδύεται ένα δυναμικό που έχει «πονηρέψει» επικίνδυνα. Τεχνοκράτες περιωπής, μπασμένοι στα πράγματα και τους λαβυρίνθους των Βρυξελλών, στελέχη που έχουν καλλιεργήσει στενές σχέσεις με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, πρώην πασόκοι που συνεργάσθηκαν παραγωγικά με το κυβερνών κόμμα. Πέρα απ’ αυτούς, υπάρχει και λαός: πολύ φτωχά στρώματα που στηρίχθηκαν με συνέπεια από την κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια, «ψύχραιμοι» της αγοράς που αντιλαμβάνονται τις ευκαιρίες που δημιουργούνται από την προοπτική μιας κάποιας αναπτυξιακής πολιτικής χωρίς κοινωνικές εντάσεις και βετεράνοι της πολιτικής που θα προτιμούσαν μια «μετανοημένη» Αριστερά από μια ρεβανσιστική Δεξιά που θα ξαναρχίσει το ίδιο παραμύθι του κυβερνάν μέσω της πελατοκρατίας και των υποκλίσεων στην ακροδεξιά.

Όπως και να το δει κανείς, ο Σύριζα προβάλλει στα μάτια των ευρωπαίων ως μια πολύ πιο αξιόπιστη λύση στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας απ’ ό,τι το ΠΑΣΟΚ, γιατί, αν και υλοποίησε με συνέπεια ένα νέο μνημόνιο, δεν έχει καταρρεύσει –ούτε πρόκειται- εν μέσω εκφυλιστικών φαινομένων, όπως συνέβη με το κόμμα του Γιώργου Παπανδρέου και του Ευάγγελου Βενιζέλου. Οι κινήσεις που κάνει η κυβέρνηση είναι βέβαια σε κάποιο βαθμό αναγκαστικές. Σε κάποιο άλλο βαθμό όμως, εντός του κυβερνώντος κόμματος εξελίσσεται μια συνειδητή αναθεώρηση επί το ρεαλιστικότερο. Αντί για τα νταούλια και τα βιολιά, τώρα όλοι καταλαβαίνουν ότι  τα μπρα ντε φερ πληρώνονται ακριβά, ότι η Ευρώπη ήταν και παραμένει δέσμια των νεοφιλελευθέρων, ότι ο βολονταρισμός οδηγεί σε επώδυνες (αυτο)διαψεύσεις.

Εδώ όμως κρύβεται ο κίνδυνος να κάνουν οι δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ το τρίτο και πιο θανατερό λάθος τους. Να θεωρήσουν δηλαδή ότι η αλλαγή της νοοτροπίας του Σύριζα δεν είναι αυθεντική, αλλά ένα τακτικιστικό τέχνασμα για να «μαντρωθούν» οι κεντροαριστεροί υπό την ηγεμονία του Τσίπρα. Δυστυχώς ή ευτυχώς, ο Σύριζα αλλάζει. Ακόμα κι αν χάσει τις εκλογές επειδή κάποτε φιλοδόξησε να γίνει το «κόμμα της ανατροπής», θα ανακάμψει γρήγορα ως «κόμμα του εφαρμοσμένου ρεαλισμού» και ως υπόδειγμα προσαρμογής στις συνθήκες που λειτουργεί αποτρεπτικά απέναντι σε όποιον θα επιχειρούσε να σηκώσει κεφάλι στην Ευρώπη.

Και η ριζοσπαστική Αριστερά θα πείτε; Αν έτσι έχουν τα πράγματα, πού εντοπίζεται η αφετηρία ενός αυθεντικά αριστερού χώρου, με πρόταγμα την ανατροπή του εργασιακού μεσαίωνα, το 23% ανεργία και τα μνημόνια διαρκείας; Είπαμε: από δω και πέρα, οι πραγματικοί αγώνες θα γίνονται εντός των θεσμών και σε διακριτή απόσταση από τα κοινοβουλευτικά δρώμενα. Πολιτικός σχηματισμός που να μπορεί να εγγυηθεί μια πραγματική ανατροπή δεν υπάρχει, παρά μόνο στη φαντασία των αθεράπευτα ρομαντικών ή στο πονηρό μυαλό των σκοπίμως αερολογούντων. Οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να διεκδικούν –στο μέτρο του δυνατού- το δίκιο τους και τα δικαιώματά τους. Οι εικόνες μιας φρικτής πραγματικότητας με πνιγμένους πρόσφυγες, οικογένειες που χάνουν τα σπίτια τους, παιδιά που φεύγουν άρον-άρον στο εξωτερικό, αρρώστους που στοιβάζονται στους διαδρόμους των νοσοκομείων, συνταξιούχους που πεινάνε και εξευτελίζονται θα συνεχίσουν να μας στοιχειώνουν. Και γι’ αυτό, το όραμα κι ο καημός μιας πιο δίκαιης κοινωνίας δεν θα σβήσει. Μόνο που θα χρειαστεί να περιμένουμε περισσότερο απ’ ό,τι νομίσαμε -κι απ’ ό,τι θάπρεπε. Εκτός κι αν γίνει κάποιο θαύμα ...


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια