Γράφει ο Βασίλης Βιλιάρδος
|
Σε κάθε περίπτωση είναι δεδομένο το ότι, ο λαϊκισμός δεν απευθύνεται σε όλους τους Πολίτες μίας χώρας – αλλά, κυρίως, στους μη προνομιούχους, σε αυτούς που δεν εισακούγονται σχεδόν ποτέ. Ακόμη περισσότερο, είναι μία πολιτική πράξη, μέσω της οποίας γίνεται αποδεκτό πως οι μη προνομιούχοι είναι ως επί το πλείστον αυτοί που νομιμοποιούνται να θεωρούνται ως «ο λαός» – αυτός που οφείλει να προστατεύει τα δημοκρατικά, καθώς επίσης τα κοινωνικά του δικαιώματα, απέναντι στις ελίτ και την ολιγαρχία.
Στα πλαίσια αυτά, ήταν ένας μη απορριπτέος λαϊκισμός το «χρήματα υπάρχουν» του κ. Παπανδρέου το 2009, αφού απευθυνόταν στον αληθινό λαό, ενώ δεν ήταν ψέμα – λόγω του ότι χρήματα πράγματι υπήρχαν, έτσι όπως το εννοούσε (διαφθορά, λαθρεμπόριο, κακοδιαχείριση κλπ.). Εύλογα λοιπόν εισέπραξε την ψήφο της πλειοψηφίας των Ελλήνων, οι οποίοι γνώριζαν πως είχε δίκιο, ενώνοντας τους. Το πρόβλημα δημιουργήθηκε όταν δεν τήρησε τις δεσμεύσεις του – όχι όμως επειδή ήταν λανθασμένες, αλλά γιατί δεν είχε την πρόθεση να το κάνει, οπότε δεν θα χαρακτηριζόταν ως λαϊκιστής, αλλά ως δημαγωγός.
Κάτι ανάλογο συνέβη επίσης με τον κ. Σαμαρά το 2012, όσον αφορά τη στάση του απέναντι στο μνημόνιο, καθώς επίσης την εκ των υστέρων αλλαγή της – με την έννοια πως δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως αρνητικός λαϊκισμός η απόρριψη των καταστροφικών σχεδίων των δανειστών, αλλά ο ίδιος ως δημαγωγός, εάν γνώριζε εκ των προτέρων πως δεν ήταν σε θέση ή εάν δεν ήθελε να επιτύχει αυτά που υποσχόταν.
Δεν ήταν επίσης λαϊκισμός η τοποθέτηση του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με την οποία θα έσκιζε τα μνημόνια, υιοθετώντας μία καλύτερη κοινωνική πολιτική – οπότε εύλογα κέρδισε τις εκλογές, αφού αυτό ακριβώς ήθελε ο λαός, οι μη προνομιούχοι. Το ίδιο ισχύει και για το δημοψήφισμα, όπου οι Έλληνες γνώριζαν πολύ καλά τι σήμαινε το «ΟΧΙ» – το οποίο «πριμοδότησαν», αναλαμβάνοντας συνειδητά το ρίσκο.
Ο πρωθυπουργός όμως δεν ήταν δυστυχώς λαϊκιστής αλλά δημαγωγός, αφού πιθανότατα γνώριζε πως δεν είχε την ικανότητα, ούτε τα στελέχη για να μπορέσει να σκίσει τα μνημόνια ή να στηρίξει το «ΟΧΙ», ανακτώντας την εθνική κυριαρχία της χώρας – ενώ αποτελεί ασφαλώς δημαγωγία η σημερινή του στάση, αφού επαναλαμβάνει τις κενές υποσχέσεις του παρελθόντος, οπότε δεν γίνεται πλέον πιστευτός από τους Πολίτες, δεν τους πείθει.
Για πρώτη φορά λοιπόν μετά από επτά χρόνια μνημονίων, οι Έλληνες δεν έχουν μία σοβαρή λαϊκίστικη πολιτική πρόταση. Δεν υπάρχει δηλαδή κάποιο κόμμα εξουσίας που να υποστηρίζει τα συμφέροντα των μη προνομιούχων Πολιτών και να τους ενώνει – έχοντας παράλληλα τις προοπτικές να τα καταφέρει, έτσι ώστε να μην θεωρηθούν δημαγωγοί τα στελέχη του.
Απέναντι τους βρίσκονται κόμματα, τα οποία θα διεκδικήσουν τη ψήφο τους, προσπαθώντας να τους πείσουν ποιό θα διαχειρισθεί καλύτερα τις οδυνηρές συνθήκες, στις οποίες τα ίδια τους οδήγησαν – ποιό θα μοιράσει δικαιότερα τη φτώχεια, αντί να παράγει πλούτο χωρίς να ξεπουλήσει τα πάντα, ή/και να ανακτήσει την εθνική τους κυριαρχία.
Αυτό σημαίνει πως η Ελλάδα τελείωσε; Πιθανόν. Δεν θα μπορούσε όμως να αποτελέσει ένα πραγματικά νέο ξεκίνημα; Ασφαλώς, αρκεί να θελήσουν συνειδητά όλοι μαζί οι Πολίτες να «λαϊκίσουν», κλείνοντας πριν από όλα τις τηλεοράσεις τους!
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια