Η επικεφαλής της υπηρεσίας ασφαλείας της νορβηγικής αστυνομίας, συμμετέχουσα σε σύσκεψη στην Σουηδία, προειδοποίησε για την μουσουλμανική μετανάστευση στην Ευρώπη, γράφει η Judith Bergman, συγγραφέας, δικηγόρος και πολιτική αναλύτρια στην ιστοσελίδα www.gatestoneinstitute.org.
«Δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι οι νεοαφιχθέντες θα υιοθετήσουν αυτόματα τους κανόνες και το ήθος της νορβηγικής κοινωνίας. Επιπλέον οι νεοαφιχθέντες δεν αποτελούν μια ομοιογενή ομάδα και υπάρχει κίνδυνος εθνικής ή θρησκευτικής μεταξύ τους σύγκρουσης. Αν οι διάφορες αυτές ομάδες ακολουθήσουν εξτρεμιστική στάση και υπάρξει ένα τέτοιο περιβάλλον, σε βάθος χρόνου, θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε προκλήσεις ασφαλείας», είπε.
Οι αλλαγές για τις οποίες μίλησε, αν υπάρξουν παράλληλες κοινωνίες, ακραία περιβάλλοντα και εξτρεμισμός, δεν είναι κάτι νέο. Όλα αυτά ανθούν στη δυτική Ευρώπη για χρόνια. Το προάστιο Μολενμπέκ των Βρυξελλών, τόπος κατοικίας δύο εκ των συμμετεχόντων στις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, είναι γνωστό ως «λημέρι τρομοκρατών».
Παρόλα αυτά η δήμαρχος του Μολενμπέκ αγνόησε έναν κατάλογο που έλαβε, έναν μήνα πριν τις επιθέσεις στο Παρίσι, με ονόματα και διευθύνσεις περισσότερων από 80 ατόμων υπόπτων ως εξτρεμιστών ισλαμιστών που ζούσαν στην περιοχή ευθύνης της, όπως αναφέρουν οι New York Times. «Τι θα έπρεπε να κάνω; Δεν είναι δουλειά μου να παρακολουθώ πιθανούς τρομοκράτες. Αυτό είναι αρμοδιότητα της αστυνομίας», δηλώνει η ίδια.
Η δήλωση αυτή αποτελεί, εν πολλοίς το σύμπτωμα της ευρωπαϊκής αποτυχίας να αντιμετωπίσει τα προβλήματα ασφαλείας που η Ευρώπη αντιμετωπίζει. Πάντα κάποιος άλλος πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.
Ο Άντερς Θόρνμπεργκ, επικεφαλής της σουηδικής υπηρεσίας ασφαλείας SAPO, κυριολεκτικά ικετεύει την σουηδική κοινωνία για βοήθεια. «Τα ισλαμιστικά περιβάλλοντα έχουν ισχυροποιηθεί σημαντικά τα τελευταία πέντε χρόνια και η ένταση είναι μεγάλη μεταξύ διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων. Χρειαζόμαστε όλη την κοινωνία να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της ριζοσπαστικοποίησης. Υπάρχουν όρια ακόμα και για μια μυστική υπηρεσία», είπε.
Οι απόψεις αυτές σπάνια εκφράζονται επισήμως σε Νορβηγία και Σουηδία. Ο φόβος να μην προκληθούν οι μουσουλμανικές ευαισθησίες ξεπερνά τις ανησυχίες για την ίδια ασφάλεια. Όμως ακόμα και η Σουηδία που θεωρεί εαυτόν «ανθρωπιστική υπερδύναμη» και μέχρι πρόσφατα ορκιζόταν να κρατήσεις τις θύρες ανοικτές σε όλους τους μετανάστες και πρόσφυγες υποχρεώθηκε να επανεκτιμήσει αυτή της την πολιτική.
Στα τέλη Νοεμβρίου 2015 η αντιπρόεδρος της σουηδικής κυβέρνησης είπε πως η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να λάβει υπόψη της την πραγματικότητα, δεδομένου του τεράστιου αριθμού μεταναστών που εισέρχονται στη χώρα. Η Σουηδία και η Δανία ενίσχυσαν τους συνοριακούς ελέγχους εδώ και μερικές εβδομάδες.
Είναι αμφισβητήσιμο, ωστόσο το κατά πόσο οι προειδοποιήσεις των σκανδιναβικών υπηρεσιών ασφαλείας έχουν κάποιο αξιοσημείωτο αποτέλεσμα στη χάραξη πολιτικής των πολιτικών ηγεσιών των χωρών αυτών, όπως φαίνεται από δήλωση του Σουηδού πρωθυπουργού Λέφβεν στο Νταβός.
Ο Λέφβεν δήλωσε πως είναι λάθος να συνδέουμε τις μαζικές σεξουαλικές επιθέσεις κατά γυναικών στην Ευρώπη ή τη δράση του Ισλαμικού Κράτους με τη μαζική μετανάστευση. «Οι σεξουαλικές επιθέσεις δεν συνδέονται αυτόματα με τη μετανάστευση. Είχαμε, για πολλά χρόνια στην Σουηδία, δυστυχώς, σεξουαλικές επιθέσεις», είπε, προσποιούμενος ότι η μεσανατολική παράδοση του Taharrush, των μαζικών δηλαδή σεξουαλικών παρενοχλήσεων χιλιάδων γυναικών στην Κολωνία και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις την παραμονή της Πρωτοχρονιάς δεν συνδέονται με τους μετανάστες.
«Δεν είναι σωστό και πρέπει να δώσουμε ξεκάθαρο μήνυμα ότι οι γυναίκες θα μπορούν να περπατούν στους δρόμους χωρίς κίνδυνο να υποστούν σεξουαλική επίθεση», είπε. Και όμως δεν είναι οι γυναίκες στις οποίες πρέπει να δοθεί το μήνυμα, αλλά στους άνδρες που τις παρενοχλούν και τις βιάζουν σε μια πόλη που έχει καταστεί η πρωτεύουσα των βιασμών της Ευρώπης.
Ο Σουηδός πρωθυπουργός αρνείται να δει την πραγματικότητα, μέρος της οποίας είναι και η είσοδος τρομοκρατών του Ισλαμικού Κράτους στην Ευρώπη, ως μεταναστών. Η στάση του αυτή είναι ενοχλητική και πρέπει να απασχολήσει τους πολίτες της χώρας του. Μαρτυρά όμως και το τεράστιο χάσμα μεταξύ μυστικών υπηρεσιών και πολιτικής ηγεσίας.
Το αυτό χάσμα υπάρχει μεταξύ υπηρεσιών και κυβερνήσεων σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, με τον φόβο της προσβολής των μουσουλμανικών ευαισθησιών να κυριαρχεί. Ευρωπαϊκές υπηρεσίες έχουν προειδοποιήσει, επί μακρόν, ότι δεδομένης της αύξησης του αριθμού των κατά βάση μουσουλμάνων μεταναστών και την συνακόλουθη ανάπτυξη παραλλήλων κοινωνιών και εξτρεμιστικών περιβαλλόντων, δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την ολοένα και αυξανόμενη απειλή της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας.
Στην Ολλανδία η εκεί τζιχαντιστική κίνηση άρχισε να αναπτύσσεται από τα τέλη του 2010 ακολουθώντας τακτικές προπαγάνδας των τζιχαντιστών της Βρετανίας. Η ολλανδική υπηρεσία ασφαλείας AIVD προειδοποιούσε, από το 2014, πως υπάρχει σοβαρή απειλή για τη χώρα.
Στη Γερμανία οι υπηρεσίες ασφαλείας προειδοποιούσαν από τις αρχές του φθινοπώρου του 2015 πως «εισάγουμε ισλαμικό εξτρεμισμό, αραβικό αντισημιτισμό, εθνοτικές και εθνικές συγκρούσεις άλλων και διαφορετικές αντιλήψεις περί κοινωνίας και νόμου», ανέφεραν.
Τέσσερις γερμανικές υπηρεσίες ξεκαθάρισαν πως δεν είναι σε θέση να λύσουν σοβαρά προβλήματα ασφαλείας, αλλά και να κατευνάσουν την αντίδραση του γερμανικού πληθυσμού. Παρόλα αυτά οι προειδοποιήσεις αυτές, που διέρρευσαν και στον γερμανικό Τύπο, δεν υποχρέωσαν την καγκελάριο Μέρκελ να αλλάξει την πολιτική ανοικτών θυρών που έχει υιοθετήσει, με 2.000 άτομα να ζητούν άσυλο καθημερινά στη χώρα.
Στη Βρετανία η ΜΙ5 έχει ανοικτά διακηρύξει ότι δεν μπορεί να σταματήσει τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο βρετανικό έδαφος. Τον Οκτώβριο του 2015 ο επικεφαλής της Άντριου Πάρκερ δήλωσε πως το μέγεθος της απειλής για τη Βρετανία είναι τέτοιο που δεν έχει ξαναντιμετωπίσει στα 32 χρόνια της υπηρεσίας του και προειδοποίησε πως η απειλή του ΙΚ αυξάνει, ενώ η ΜΙ5 δεν μπορεί να αντιμετωπίσει όλους τους τρομοκρατικούς σχεδιασμούς.
Η βρετανική αστυνομία επιτηρεί πάνω από 3.000 ισλαμιστές εξτρεμιστές γεννημένους στη χώρα, ανέφεραν οι υπηρεσίες ασφαλείας. Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει αύξηση κατά 50% σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία.
Οι δυσκολίες παρακολούθησης τόσο πολλών εξτρεμιστών και η αποτελεσματική αποτροπή τους από την τέλεση τρομοκρατικών ενεργειών, αποτελούν τεράστια πρόκληση. Η πρώην επικεφαλής της ΜΙ5 υπολόγισε, τον Ιούνιο του 2013, πως χρειάζονται 50.000 πράκτορες για να παρακολουθούν 2.000 εξτρεμιστές και πιθανούς τρομοκράτες, δηλαδή αριθμός δεκαπλάσιος του προσωπικού που διαθέτει η υπηρεσία.
Η κατάσταση δεν είναι διαφορετική και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στη Γερμανία η BfV, η γερμανική υπηρεσία εσωτερικής ασφαλείας, αναφέρει ότι υπάρχουν 8.000 ακραίοι ισλαμιστές στη χώρα, οι οποίοι προωθούν τις θέσεις τους στους μετανάστες και είναι αποφασισμένοι να προωθήσουν τις απόψεις τους και με τη βία, ενώ πάντα σχεδιάζουν επιθέσεις.
Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία, η Βρετανία και η Γαλλία βρίσκονται στο ανώτατο επίπεδο συναγερμού έναντι των τρομοκρατών. Οι υπηρεσίες ασφαλείας προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την κατάσταση.
Ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας δεν πρόκειται να κερδηθεί μόνο με επιπλέον χρήματα ή περισσότερους άνδρες, όσο οι πολιτικές ηγεσίες που ελέγχουν τις υπηρεσίες ασφαλείας αρνούνται να δουν κατάματα την απειλή και να εγκαταλείψουν την πολιτική ορθότητα.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε ΕΔΩ: http://www.gatestoneinstitute.org/7309/europe-security-warnings
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
«Δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι οι νεοαφιχθέντες θα υιοθετήσουν αυτόματα τους κανόνες και το ήθος της νορβηγικής κοινωνίας. Επιπλέον οι νεοαφιχθέντες δεν αποτελούν μια ομοιογενή ομάδα και υπάρχει κίνδυνος εθνικής ή θρησκευτικής μεταξύ τους σύγκρουσης. Αν οι διάφορες αυτές ομάδες ακολουθήσουν εξτρεμιστική στάση και υπάρξει ένα τέτοιο περιβάλλον, σε βάθος χρόνου, θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε προκλήσεις ασφαλείας», είπε.
Οι αλλαγές για τις οποίες μίλησε, αν υπάρξουν παράλληλες κοινωνίες, ακραία περιβάλλοντα και εξτρεμισμός, δεν είναι κάτι νέο. Όλα αυτά ανθούν στη δυτική Ευρώπη για χρόνια. Το προάστιο Μολενμπέκ των Βρυξελλών, τόπος κατοικίας δύο εκ των συμμετεχόντων στις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, είναι γνωστό ως «λημέρι τρομοκρατών».
Παρόλα αυτά η δήμαρχος του Μολενμπέκ αγνόησε έναν κατάλογο που έλαβε, έναν μήνα πριν τις επιθέσεις στο Παρίσι, με ονόματα και διευθύνσεις περισσότερων από 80 ατόμων υπόπτων ως εξτρεμιστών ισλαμιστών που ζούσαν στην περιοχή ευθύνης της, όπως αναφέρουν οι New York Times. «Τι θα έπρεπε να κάνω; Δεν είναι δουλειά μου να παρακολουθώ πιθανούς τρομοκράτες. Αυτό είναι αρμοδιότητα της αστυνομίας», δηλώνει η ίδια.
Η δήλωση αυτή αποτελεί, εν πολλοίς το σύμπτωμα της ευρωπαϊκής αποτυχίας να αντιμετωπίσει τα προβλήματα ασφαλείας που η Ευρώπη αντιμετωπίζει. Πάντα κάποιος άλλος πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.
Ο Άντερς Θόρνμπεργκ, επικεφαλής της σουηδικής υπηρεσίας ασφαλείας SAPO, κυριολεκτικά ικετεύει την σουηδική κοινωνία για βοήθεια. «Τα ισλαμιστικά περιβάλλοντα έχουν ισχυροποιηθεί σημαντικά τα τελευταία πέντε χρόνια και η ένταση είναι μεγάλη μεταξύ διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων. Χρειαζόμαστε όλη την κοινωνία να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της ριζοσπαστικοποίησης. Υπάρχουν όρια ακόμα και για μια μυστική υπηρεσία», είπε.
Οι απόψεις αυτές σπάνια εκφράζονται επισήμως σε Νορβηγία και Σουηδία. Ο φόβος να μην προκληθούν οι μουσουλμανικές ευαισθησίες ξεπερνά τις ανησυχίες για την ίδια ασφάλεια. Όμως ακόμα και η Σουηδία που θεωρεί εαυτόν «ανθρωπιστική υπερδύναμη» και μέχρι πρόσφατα ορκιζόταν να κρατήσεις τις θύρες ανοικτές σε όλους τους μετανάστες και πρόσφυγες υποχρεώθηκε να επανεκτιμήσει αυτή της την πολιτική.
Στα τέλη Νοεμβρίου 2015 η αντιπρόεδρος της σουηδικής κυβέρνησης είπε πως η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να λάβει υπόψη της την πραγματικότητα, δεδομένου του τεράστιου αριθμού μεταναστών που εισέρχονται στη χώρα. Η Σουηδία και η Δανία ενίσχυσαν τους συνοριακούς ελέγχους εδώ και μερικές εβδομάδες.
Είναι αμφισβητήσιμο, ωστόσο το κατά πόσο οι προειδοποιήσεις των σκανδιναβικών υπηρεσιών ασφαλείας έχουν κάποιο αξιοσημείωτο αποτέλεσμα στη χάραξη πολιτικής των πολιτικών ηγεσιών των χωρών αυτών, όπως φαίνεται από δήλωση του Σουηδού πρωθυπουργού Λέφβεν στο Νταβός.
Ο Λέφβεν δήλωσε πως είναι λάθος να συνδέουμε τις μαζικές σεξουαλικές επιθέσεις κατά γυναικών στην Ευρώπη ή τη δράση του Ισλαμικού Κράτους με τη μαζική μετανάστευση. «Οι σεξουαλικές επιθέσεις δεν συνδέονται αυτόματα με τη μετανάστευση. Είχαμε, για πολλά χρόνια στην Σουηδία, δυστυχώς, σεξουαλικές επιθέσεις», είπε, προσποιούμενος ότι η μεσανατολική παράδοση του Taharrush, των μαζικών δηλαδή σεξουαλικών παρενοχλήσεων χιλιάδων γυναικών στην Κολωνία και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις την παραμονή της Πρωτοχρονιάς δεν συνδέονται με τους μετανάστες.
«Δεν είναι σωστό και πρέπει να δώσουμε ξεκάθαρο μήνυμα ότι οι γυναίκες θα μπορούν να περπατούν στους δρόμους χωρίς κίνδυνο να υποστούν σεξουαλική επίθεση», είπε. Και όμως δεν είναι οι γυναίκες στις οποίες πρέπει να δοθεί το μήνυμα, αλλά στους άνδρες που τις παρενοχλούν και τις βιάζουν σε μια πόλη που έχει καταστεί η πρωτεύουσα των βιασμών της Ευρώπης.
Ο Σουηδός πρωθυπουργός αρνείται να δει την πραγματικότητα, μέρος της οποίας είναι και η είσοδος τρομοκρατών του Ισλαμικού Κράτους στην Ευρώπη, ως μεταναστών. Η στάση του αυτή είναι ενοχλητική και πρέπει να απασχολήσει τους πολίτες της χώρας του. Μαρτυρά όμως και το τεράστιο χάσμα μεταξύ μυστικών υπηρεσιών και πολιτικής ηγεσίας.
Το αυτό χάσμα υπάρχει μεταξύ υπηρεσιών και κυβερνήσεων σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, με τον φόβο της προσβολής των μουσουλμανικών ευαισθησιών να κυριαρχεί. Ευρωπαϊκές υπηρεσίες έχουν προειδοποιήσει, επί μακρόν, ότι δεδομένης της αύξησης του αριθμού των κατά βάση μουσουλμάνων μεταναστών και την συνακόλουθη ανάπτυξη παραλλήλων κοινωνιών και εξτρεμιστικών περιβαλλόντων, δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την ολοένα και αυξανόμενη απειλή της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας.
Στην Ολλανδία η εκεί τζιχαντιστική κίνηση άρχισε να αναπτύσσεται από τα τέλη του 2010 ακολουθώντας τακτικές προπαγάνδας των τζιχαντιστών της Βρετανίας. Η ολλανδική υπηρεσία ασφαλείας AIVD προειδοποιούσε, από το 2014, πως υπάρχει σοβαρή απειλή για τη χώρα.
Στη Γερμανία οι υπηρεσίες ασφαλείας προειδοποιούσαν από τις αρχές του φθινοπώρου του 2015 πως «εισάγουμε ισλαμικό εξτρεμισμό, αραβικό αντισημιτισμό, εθνοτικές και εθνικές συγκρούσεις άλλων και διαφορετικές αντιλήψεις περί κοινωνίας και νόμου», ανέφεραν.
Τέσσερις γερμανικές υπηρεσίες ξεκαθάρισαν πως δεν είναι σε θέση να λύσουν σοβαρά προβλήματα ασφαλείας, αλλά και να κατευνάσουν την αντίδραση του γερμανικού πληθυσμού. Παρόλα αυτά οι προειδοποιήσεις αυτές, που διέρρευσαν και στον γερμανικό Τύπο, δεν υποχρέωσαν την καγκελάριο Μέρκελ να αλλάξει την πολιτική ανοικτών θυρών που έχει υιοθετήσει, με 2.000 άτομα να ζητούν άσυλο καθημερινά στη χώρα.
Στη Βρετανία η ΜΙ5 έχει ανοικτά διακηρύξει ότι δεν μπορεί να σταματήσει τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο βρετανικό έδαφος. Τον Οκτώβριο του 2015 ο επικεφαλής της Άντριου Πάρκερ δήλωσε πως το μέγεθος της απειλής για τη Βρετανία είναι τέτοιο που δεν έχει ξαναντιμετωπίσει στα 32 χρόνια της υπηρεσίας του και προειδοποίησε πως η απειλή του ΙΚ αυξάνει, ενώ η ΜΙ5 δεν μπορεί να αντιμετωπίσει όλους τους τρομοκρατικούς σχεδιασμούς.
Η βρετανική αστυνομία επιτηρεί πάνω από 3.000 ισλαμιστές εξτρεμιστές γεννημένους στη χώρα, ανέφεραν οι υπηρεσίες ασφαλείας. Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει αύξηση κατά 50% σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία.
Οι δυσκολίες παρακολούθησης τόσο πολλών εξτρεμιστών και η αποτελεσματική αποτροπή τους από την τέλεση τρομοκρατικών ενεργειών, αποτελούν τεράστια πρόκληση. Η πρώην επικεφαλής της ΜΙ5 υπολόγισε, τον Ιούνιο του 2013, πως χρειάζονται 50.000 πράκτορες για να παρακολουθούν 2.000 εξτρεμιστές και πιθανούς τρομοκράτες, δηλαδή αριθμός δεκαπλάσιος του προσωπικού που διαθέτει η υπηρεσία.
Η κατάσταση δεν είναι διαφορετική και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στη Γερμανία η BfV, η γερμανική υπηρεσία εσωτερικής ασφαλείας, αναφέρει ότι υπάρχουν 8.000 ακραίοι ισλαμιστές στη χώρα, οι οποίοι προωθούν τις θέσεις τους στους μετανάστες και είναι αποφασισμένοι να προωθήσουν τις απόψεις τους και με τη βία, ενώ πάντα σχεδιάζουν επιθέσεις.
Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία, η Βρετανία και η Γαλλία βρίσκονται στο ανώτατο επίπεδο συναγερμού έναντι των τρομοκρατών. Οι υπηρεσίες ασφαλείας προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την κατάσταση.
Ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας δεν πρόκειται να κερδηθεί μόνο με επιπλέον χρήματα ή περισσότερους άνδρες, όσο οι πολιτικές ηγεσίες που ελέγχουν τις υπηρεσίες ασφαλείας αρνούνται να δουν κατάματα την απειλή και να εγκαταλείψουν την πολιτική ορθότητα.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε ΕΔΩ: http://www.gatestoneinstitute.org/7309/europe-security-warnings
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια