Γράφει η Νατάσα Στασινού
Δεν συμφώνησαν ούτε εάν συμφωνούν ότι διαφώνησαν. Στην πρώτη συνάντησή τους για τη μεγαλύτερη κρίση που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή η παγκόσμια κοινότητα, αυτή της Συρίας, ο Μπαράκ Ομπάμα και ο Βλαντιμίρ Πούτιν έμειναν σε απόσταση.
Θα ακολουθήσουν, όμως, και άλλες.
Γιατί οι δύο ηγέτες γνωρίζουν πολύ καλά πως αυτή τη φορά δεν έχουν την πολυτέλεια να συντηρήσουν το ψυχρό κλίμα. Θα πρέπει να επιδιώξουν μία ενιαία απάντηση, συμβιβάζοντας τα συμφέροντά τους, εάν δεν θέλουν να συρθούν σε ακόμη έναν άτυπο πόλεμο μεταξύ τους, με πολλαπλά θύματα, παράπλευρες απώλειες και πιθανότατα χωρίς νικητή.
Ο εμφύλιος που μαίνεται από το 2011 στη Συρία δεν είναι απλώς «ακόμη ένα πρόβλημα» στη Μέση Ανατολή. Δεν έχει να κάνει μόνο με την εξέγερση ενάντια σε ένα καταπιεστικό καθεστώς, αλλά και με την απειλητική εξάπλωση του Ισλαμικού Κράτους (το οποίο στη Συρία πολεμά όχι μόνο τον Μπασάρ αλ Ασαντ, αλλά και άλλες εξτρεμιστικές οργανώσεις).
Είναι μια αιματοχυσία χωρίς τέλος, η οποία ξεπερνά κατά πολύ τα συριακά σύνορα. Είναι μία ανθρωπιστική κρίση χωρίς προηγούμενο, όπως έχει διακηρύξει ο ΟΗΕ, η οποία και έχει πυροδοτήσει το μεγαλύτερο κύμα προσφύγων προς την Ευρώπη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Υστερα από τέσσερα χρόνια αποτυχημένης στρατηγικής στο μέτωπο αυτό, ο Αμερικανός πρόεδρος αποφάσισε να κάνει στροφή. Να επιδιώξει μiα πολυμερή προσέγγιση, τείνοντας κλάδο ελαίας προς τη Ρωσία και το Ιράν, αναγνωρίζοντας πως «η πραγματικότητα υπαγορεύει τον συμβιβασμό και τη συνεργασία».
Το μεγάλο αγκάθι ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Μόσχα είναι η στάση απέναντι στο καθεστώς Ασαντ, με την πρώτη να επιθυμεί την άμεση απομάκρυνσή του και τη δεύτερη να το στηρίζει.
Οι μονομερείς επεμβάσεις, όμως, για ανατροπές καθεστώτων δεν βγήκαν ποτέ σε καλό. Από την ανατροπή του Μοχάμεντ Μοσάντεκ το 1953 στο Ιράν και την αμερικανική υποστήριξη στο πραξικόπημα κατά του Αλιέντε στη Χιλή το 1973 έως την εισβολή σε Ιράκ και Αφγανιστάν, τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά.
Την προσέγγιση Ουάσιγκτον - Μόσχας και μία λύση η οποία θα φέρει την αιγίδα του ΟΗΕ επιθυμεί και η Ευρώπη. Γιατί κατανοεί ότι σε τέτοιες κρίσεις το να απομονώνεις μία μεγάλη δύναμη όπως η Ρωσία, επιτρέποντάς της έτσι να προωθεί τη δική της ατζέντα, δεν βοηθά.
Ο Ματέο Ρέντσι ήταν ξεκάθαρος: «Το να φανταζόμαστε ένα μέλλον χωρίς τη Ρωσία είναι μεγάλο λάθος. Ο ρόλος της στη Συρία και σε άλλες κρίσεις μπορεί να είναι καθοριστικός». Αυτό δήλωσε χθες ο Ιταλός πρωθυπουργός, καλώντας τη Δύση να επιτρέψει στον Βλαντιμίρ Πούτιν… να γυρίσει από το κρύο.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δεν συμφώνησαν ούτε εάν συμφωνούν ότι διαφώνησαν. Στην πρώτη συνάντησή τους για τη μεγαλύτερη κρίση που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή η παγκόσμια κοινότητα, αυτή της Συρίας, ο Μπαράκ Ομπάμα και ο Βλαντιμίρ Πούτιν έμειναν σε απόσταση.
Θα ακολουθήσουν, όμως, και άλλες.
Γιατί οι δύο ηγέτες γνωρίζουν πολύ καλά πως αυτή τη φορά δεν έχουν την πολυτέλεια να συντηρήσουν το ψυχρό κλίμα. Θα πρέπει να επιδιώξουν μία ενιαία απάντηση, συμβιβάζοντας τα συμφέροντά τους, εάν δεν θέλουν να συρθούν σε ακόμη έναν άτυπο πόλεμο μεταξύ τους, με πολλαπλά θύματα, παράπλευρες απώλειες και πιθανότατα χωρίς νικητή.
Ο εμφύλιος που μαίνεται από το 2011 στη Συρία δεν είναι απλώς «ακόμη ένα πρόβλημα» στη Μέση Ανατολή. Δεν έχει να κάνει μόνο με την εξέγερση ενάντια σε ένα καταπιεστικό καθεστώς, αλλά και με την απειλητική εξάπλωση του Ισλαμικού Κράτους (το οποίο στη Συρία πολεμά όχι μόνο τον Μπασάρ αλ Ασαντ, αλλά και άλλες εξτρεμιστικές οργανώσεις).
Είναι μια αιματοχυσία χωρίς τέλος, η οποία ξεπερνά κατά πολύ τα συριακά σύνορα. Είναι μία ανθρωπιστική κρίση χωρίς προηγούμενο, όπως έχει διακηρύξει ο ΟΗΕ, η οποία και έχει πυροδοτήσει το μεγαλύτερο κύμα προσφύγων προς την Ευρώπη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Υστερα από τέσσερα χρόνια αποτυχημένης στρατηγικής στο μέτωπο αυτό, ο Αμερικανός πρόεδρος αποφάσισε να κάνει στροφή. Να επιδιώξει μiα πολυμερή προσέγγιση, τείνοντας κλάδο ελαίας προς τη Ρωσία και το Ιράν, αναγνωρίζοντας πως «η πραγματικότητα υπαγορεύει τον συμβιβασμό και τη συνεργασία».
Το μεγάλο αγκάθι ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Μόσχα είναι η στάση απέναντι στο καθεστώς Ασαντ, με την πρώτη να επιθυμεί την άμεση απομάκρυνσή του και τη δεύτερη να το στηρίζει.
Οι μονομερείς επεμβάσεις, όμως, για ανατροπές καθεστώτων δεν βγήκαν ποτέ σε καλό. Από την ανατροπή του Μοχάμεντ Μοσάντεκ το 1953 στο Ιράν και την αμερικανική υποστήριξη στο πραξικόπημα κατά του Αλιέντε στη Χιλή το 1973 έως την εισβολή σε Ιράκ και Αφγανιστάν, τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά.
Την προσέγγιση Ουάσιγκτον - Μόσχας και μία λύση η οποία θα φέρει την αιγίδα του ΟΗΕ επιθυμεί και η Ευρώπη. Γιατί κατανοεί ότι σε τέτοιες κρίσεις το να απομονώνεις μία μεγάλη δύναμη όπως η Ρωσία, επιτρέποντάς της έτσι να προωθεί τη δική της ατζέντα, δεν βοηθά.
Ο Ματέο Ρέντσι ήταν ξεκάθαρος: «Το να φανταζόμαστε ένα μέλλον χωρίς τη Ρωσία είναι μεγάλο λάθος. Ο ρόλος της στη Συρία και σε άλλες κρίσεις μπορεί να είναι καθοριστικός». Αυτό δήλωσε χθες ο Ιταλός πρωθυπουργός, καλώντας τη Δύση να επιτρέψει στον Βλαντιμίρ Πούτιν… να γυρίσει από το κρύο.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια