Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
|
Είναι ένα πρόσωπο με ρυτίδες πλέον, με φθορά, λιγότερο χαμογελαστό σε σύγκριση με τις κάλπες του Ιανουαρίου, αλλά που αντέχει στις δημοσκοπήσεις, τουλάχιστον αυτές που γνωίζουμε έως σήμερα. Δεδομένων της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ, της αποστασιοποίησης των στελεχών που παρέμειναν στο κόμμα και της πικρής διάψευσης ότι η Αριστερά προώρισται να αλλάξει τον κόσμο, η Κουμουνδούρου δεν έχει και πολλές επιλογές.
Η καμπάνια της ρέπει προς τον αρχηγισμό, επιλογή ξένη βεβαίως για την κουλτούρα του χώρου. Υποστηρίζω το εξής: Η επικέντρωση της Αριστεράς στο πρόσωπο του τέως πρωθυπουργού αναδεικνύει το κενό στρατηγικής του χώρου για την επόμενη μέρα. Στις κανονικές εποχές τα κόμματα επικεντρώνονται στο πρόσωπα των ηγεσιών τους όταν ξεμένουν από επιχειρήματα για την πολιτική τους και το ελάχιστο που τους απομένει είναι η γνωστή θεωρία του καταλληλότερου. Αλλά αυτό συμβαίνει στο τέλος της πρώτης τετραετίας, όχι στο τέλος του πρώτου επταμήνου μιας διακυβέρνησης.
Το κύρος του αρχηγού είναι η τελευταία σφαίρα σε μια καμπάνια. Εδώ τι παρατηρούμε; Τον Αλέξη Τσίπρα οκτώ μήνες μετά το 36% του Ιανουαρίου και δύο μήνες μετά το 60% του Ιουλίου να νιώθει την ανάγκη να μιλήσει για τον εαυτό του και όχι για το κόμμα του, το οποίο ως επωνυμία είναι πλέον βαρίδι στην επιχείρηση επανεκλογής του. Βλέπουμε επίσης και κάτι άλλο: Μια επιχείρηση εκβιασμού του εκλογικού σώματος υπό τη μορφή του διλήμματος «ή μου δίνετε αυτοδυναμία για να συνεχίσω πρωθυπουργός ή, αν δώσετε δύναμη στη Ν.Δ., σας παρατάω και ας διοριστεί άλλος πρωθυπουργός σε μία συγκυβέρνηση». Φοβάμαι ότι ο τέως πρωθυπουργός δεν έχει καταλάβει το μέγεθος της μεταβολής που καταγράφεται στην κοινωνία, η οποία έχει πλέον την τάση να αντιδρά σε τέτοιου είδους άσκηση ψυχολογικής πίεσης.
Στην καλύτερη περίπτωση, ακόμη και αν του βγει το «έργο» και οι Ελληνες του δώσουν μια τελευταία ευκαιρία, στην πραγματικότητα θα έχει ναρκοθετήσει την επόμενη μέρα του. Υποστηρίζω επίσης και κάτι άλλο: Η επικέντρωση της καμπάνιας του ΣΥΡΙΖΑ στο πρόσωπο του πρωθυπουργού μπορεί να αποβεί μοιραία για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι ο Τσίπρας δεν έχει κάνει ξανά εκλογές με την πίεση της αμφισβήτησης. Εως τώρα έστηνε κάλπες με τον άνεμο ούριο. Με νοτιά δεν ταξίδεψε ποτέ για να νιώσει το «κούνημα». Ο δεύτερος είναι ότι έχει απέναντί του τον Μεϊμαράκη, ο οποίος έχει μυρωδιά από αμφιθέατρα και αντιπαράθεση Αριστεράς - Δεξιάς στα πανεπιστήμια. Ξέρει καλά την κουλτούρα του αντιπάλου. Γι' αυτό και θα ζοριστεί. Δεν θα είναι εύκολο, το ξέρω, τα ρεύματα θέλουν χρόνο για να δημιουργηθούν και χρόνο για να ανατραπούν. Δεν είναι και ακατόρθωτο όμως πλέον.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια