Γράφει ο Περικλής Νεάρχου
Πρέσβυς ε.τ.
Ο Ρώσος ηγέτης Βλαντιμίρ Πούτιν είναι προσκεκλημένος για την 70η επέτειο της αποβάσεως στη Νορμανδία. Προσκεκλημένος είναι επίσης ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα, ο νεοεκλεγείς Ουκρανός Πρόεδρος Ποροσένκο και οι Ευρωπαίοι ηγέτες.
Θεωρητικά είναι μία ευκαιρία διακριτικής διπλωματίας για την εκτόνωση των εντάσεων και την αναζήτηση διπλωματικών λύσεων στο θέμα της Ουκρανίας, που εξελίσσεται σε πολύ επικίνδυνη βόμβα στις διεθνείς σχέσεις και γίνεται καταλύτης παγκόσμιων γεωπολιτικών ανακατατάξεων.
Στην πράξη όμως δεν φαίνεται να προδιαγράφεται κάτι τέτοιο. Ο Αμερικανός Πρόεδρος σπεύδει προηγουμένως να κάνει περιοδεία στην Ανατολική Ευρώπη για να «καθησυχάσει» τους ανησυχούντες συμμάχους του ΝΑΤΟ και να συναντήσει στις 4 Ιουνίου στη Βαρσοβία τον Ουκρανό Πρόεδρο. Η σημειολογία των διπλωματικών αυτών κινήσεων είναι σαφής. Η Αμερικανική πλευρά εμμένει στην ίδια πολιτική.
Η προσπάθεια επιβολής των πιο ακραίων και αντι-Ρωσικών πολιτικών στοιχείων της Δύσεως ως «εθνικής» εκπροσώπησης όλης της Ουκρανίας είναι ανεδαφική και οδηγεί αναπόφευκτα σε εσωτερική σύγκρουση και διεθνή αντιπαράθεση. Η Αμερικανική εμμονή συνδέεται, ασφαλώς, με την παγκόσμια Αμερικανική στρατηγική και τους στόχους της σε σχέση με την Ρωσία, την Ευρώπη και την ηγεμονική θέση των ΗΠΑ στον κόσμο.
Η πολιτική αυτή όμως δοκιμάζεται ήδη στο πεδίο αντιπαραθέσεως της Ουκρανίας. Το ερώτημα που τίθεται τώρα είναι αν θα κατορθώσει ο νέος Πρόεδρος να επιβάλει την εξουσία του στις ανατολικές Ρωσόφωνες περιοχές και αν και πως θα αντιδράσει η Ρωσία. Οι πρώτες κινήσεις δυναμικής επιβολής του νέου Προέδρου δεν είχαν πολύ καλύτερη τύχη από τις απόπειρες των προκατόχων του. Εξαγγέλλονται νέες αποστολές στρατιωτικών δυνάμεων. Ο νέος Πρόεδρος δήλωσε επίσης ότι θα ζητήσει επισήμως στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη.
Η Ρωσία προσπαθεί να αποφύγει την κλιμάκωση στην Ουκρανία
Η Ρωσία, μετά την επιχείρηση της Κριμαίας, τηρεί εντυπωσιακά επιφυλακτική στάση. Καταβάλλει κάθε προσπάθεια για αποκλιμάκωση της καταστάσεως και για εξεύρεση συμβιβαστικής λύσεως. Έχει συνείδηση της κομβικής σημασίας της Ουκρανίας σε σχέση, πρώτον, με τη γεωπολιτική ισορροπία μεταξύ Ρωσίας και Δυτικών χωρών και σε σχέση, δεύτερον, με την ενεργειακή συνεργασία της Ρωσίας με την Ευρώπη.
Τι θα γίνει αν κλιμακωθούν οι επιχειρήσεις του Κιέβου κατά των Ρωσόφωνων της Ανατολικής Ουκρανίας και αν οι ΗΠΑ αποδεχθούν την έκκληση του Ουκρανού Προέδρου για την παροχή στρατιωτικής βοήθειας;
Προφανώς, θα είναι πολύ δύσκολο για τον ρώσο ηγέτη να συνεχίσει τη σημερινή στάση. Θα έχουμε κατακόρυφη επιδείνωση της καταστάσεως στην Ουκρανία, με εκατέρωθεν βοήθεια στις δύο πλευρές και με αντιπαράθεση ΗΠΑ – Ρωσίας με ενδιάμεσους.
Η κρίση της ΕΕ περιπλέκεται και με γεωπολιτική κρίση
Η ανάδειξη του Εθνικού Μετώπου της Μαρίν Λεπέν σε πρώτο κόμμα στις Ευρωεκλογές στη Γαλλία, με διαφορά έντεκα μονάδων από το κυβερνών Σοσιαλιστικό κόμμα του Προέδρου Ολάντ και πέντε μονάδων από το παραδοσιακό κόμμα της Δεξιάς UMP, είναι μία ένδειξη ότι η κρίση που διέρχεται η Ευρώπη έχει αγγίξει τον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναπόσπαστο και καθοριστικό μέρος του οποίου είναι η Γαλλία.
Σε συνέντευξή της την περασμένη εβδομάδα στο Γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, η Μαρίν Λεπέν αναρωτήθηκε εάν η Μέρκελ δεν βλέπει την απελπισία στην οποία έχουν οδηγηθεί οι άλλοι Ευρωπαίοι με την πολιτική της. «Η Μέρκελ», τόνισε, «ακολουθεί πολιτική που οφελεί μόνο τη Γερμανία, κι αυτό μπορεί να οδηγήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε έκρηξη».
Η κρίση εσωτερικής συνοχής και προσανατολισμού, στην οποία μεταλλάσσεται η οικονομική κρίση στην Ευρώπη, αποκαλύπτει τη γεωπολιτική κρίση, η οποία συγκαλύφθηκε για μεγάλο διάστημα από την προβαλλόμενη πρόοδο στην Ευρωπαϊκή οικοδόμηση. Κάτω από την υποτιθέμενη πρόοδο, η ΕΕ άλλαξε σιωπηρά προσανατολισμό.
Προώθησε, αφ’ ενός, την ιδέα μίας παγκοσμιοποιημένης υπερεθνικής Ευρώπης, αντί μίας Συμπολιτείας Ευρωπαϊκών εθνών και κρατών. Αφ’ ετέρου, προώθησε μία εσπευσμένη διεύρυνση, για γεωπολιτικούς λόγους, που άλλαξε τις εσωτερικές πολιτικές ισορροπίες, τις αναγκαίες προϋποθέσεις για σύγκλιση, συνοχή και πολιτική ενοποίηση και ενίσχυσε δραματικά την ιδέα μία Ατλαντικής ανεξάρτητης Ευρώπης.
Η οικονομική κρίση έφερε στην επιφάνεια και τον βαθύ διχασμό που απορρέει από τον παραπάνω αποπροσανατολισμό της Ευρώπης. Γιατί μία χώρα να δεχθεί την υπερεθνική εξουσία των Βρυξελλών, εάν βλέπει σε αυτή την μονομέρεια των ισχυρών και την ανισοτομία των χωρών – μελών της; Γιατί να δεχθεί την αποδόμηση του εθνικού της κράτους, που είναι η βάση της δημοκρατικής ζωής και της λαϊκής κυριαρχίας, στο όνομα μίας υπερεθνικής Ευρώπης, που αναφέρεται σε μία παγκοσμιοποιημένη αγορά, πάνω στην οποία δεν έχει κανέναν πραγματικό έλεγχο; Πώς μία χώρα θα προασπίσει τα ζωτικά της συμφέροντα, όταν δεν υπάρχουν πραγματική πολιτική ένωση, αλληλεγγύη και κοινή ανάπτυξη και όταν τα πάντα επαφίενται στους αυτοματισμούς της αγοράς, που διέπεται από τους νόμους των ισχυρών;
Αντί να υπάρξει απάντηση στα ερωτήματα αυτά, προετοιμάζεται, χωρίς ουσιαστική δημόσια συζήτηση, ένα νέο μεγάλο άλμα προς την ίδια κατεύθυνση, της παγκοσμιοποιημένης, δηλαδή, αγοράς και των αχανών ζωνών ελεύθερου εμπορίου. Προετοιμάζεται, συγκεκριμένα, η εγκαθίδρυση ζώνης ελεύθερου εμπορίου μεταξύ ΕΕ και Βορείου Αμερικής. Η ένωση αυτή έρχεται να συμπληρώσει στο οικονομικό πεδίο τους Ατλαντικούς δεσμούς, οι οποίοι εκφράζονται στο γεωστρατηγικό επίπεδο με το ΝΑΤΟ.
Στην περίπτωση αυτή, ουσιαστικά θα εγκαταλείπονταν η προοπτική μίας Ευρώπης που θα αποτελούσε ανεξάρτητο πόλο μέσα σε έναν πολυπολικό κόσμο και η Ευρώπη θα αποδεχόταν ως μόνιμη προοπτική την ένταξή της σε ένα ενιαίο Ατλαντικό γεωπολιτικό σύνολο υπό αμερικανική ηγεμονία. Το γεωπολιτικό αυτό σύνολο θα είχε ταυτοχρόνως ως οικονομικό καθεστώς την παγκοσμιοποίηση και τον άκρατο νεοφιλελευθερισμό.
Υπό το πρίσμα αυτό, δεν προκαλεί απορία η σύμπτωση που υπάρχει μεταξύ του ενθουσιασμού της Γερμανίδας καγκελαρίου Μέρκελ για τη σχεδιαζόμενη ζώνη ελεύθερου εμπορίου μεταξύ Ευρώπης και Βορείου Αμερικής και της πολιτικής που ακολουθεί στην Ουκρανία, παρά τις στρατηγικές οικονομικές σχέσεις της Γερμανίας με τη Ρωσία και την πολιτική που ακολούθησαν οι τρεις προηγούμενοι Γερμανοί καγκελάριοι.
Η γερμανίδα καγκελάριος, υποχωρώντας από την πολιτική των προκατόχων της σε ό,τι αφορά τις σχέσεις και τη συνεργασία με τη Ρωσία, προσθέτει στην οικονομική κρίση –για την οποία έχει μεγάλες ευθύνες με την πολιτική της λιτότητας- και τον κίνδυνο μίας γεωπολιτικής κρίσεως. Η τελευταία θα έθετε σε ακόμη μεγαλύτερη δοκιμασία το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα και τη συνοχή του.
Στρατηγική προσέγγισης Ρωσίας – Κίνας
Οι γεωπολιτικές τεκτονικές αναταράξεις δεν αφορούν μόνο την Ευρώπη. Η Ρωσία, πιεζόμενη από τις ΗΠΑ και υπό την απειλή μίας σημαντικής μειώσεως τω ν ενεργειακών της εξαγωγών στην Ευρώπη, προσεγγίζει στρατηγικά την Κίνα. Η προσέγγιση αυτή εκφράσθηκε με την υπογραφή Ρωσο-Κινεζικής συμφωνίας για την παροχή στην Κίνα 30 δισεκατομμυρίων κ.μ. φυσικού αερίου ετησίως, για τα επόμενα τριάντα χρόνια. Η συμφωνία, συνολικού ύψους 400 δισ. Δολαρίων, είναι πολύ σημαντική για τη Ρωσία, διότι καλύπτει προκαταβολικά μία ενδεχόμενη μείωση των ρωσικών ενεργειακών εξαγωγών προς την Ευρώπη.
Εκφράσθηκε επίσης με τη ρωσική υποστήριξη προς την Κίνα στο θέμα των νήσων Σενκάου, το οποίο θέτει σε αντιπαράθεση την Κίνα με την Ιαπωνία. Η υποστήριξη έλαβε επιπλέον τη μορφή κοινών ναυτικών ασκήσεων στην περιοχή, όπως επίσης τη μορφή πωλήσεως προς την Κίνα υπερσύγχρονων αεροσκαφών SU-35,αντιαεροπορικών πυραύλων S-400 και αντιπλοϊκών πυραύλων μικρού βεληνεκούς.
Εκφράσθηκε, τέλος, με τη στενή συνεργασία και σύμπτωση απόψεων μεταξύ Κίνας και Ρωσίας στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της Σαγκάης, χωρών της Κεντρικής και Νοτιο-Ανατολικής Ασίας. Ο Κινέζος ηγέτης Ξι Τζινπίγκ έκανε, για πρώτη φορά, έκκληση «για σύσταση μίας νέας δομής ασφάλειας στην Ασία, με τη συμμετοχή Ασιατικών περιφερειακών δυνάμεων. Πρέπει να βελτιώσουμε τη συνεργασία», είπε, «τον τομέα της ασφάλειας και να οικοδομήσουμε μία νέα αρχιτεκτονική περιφερειακής συνεργασίας».
Η έκκληση του Κινέζου ηγέτη έρχεται μετά τη Ρωσική πρωτοβουλία για την θέσπιση της Ευρασιατικής Ενώσεως, με τη συμμετοχή προς το παρόν της Ρωσίας, της Λευκορωσίας και του Καζακστάν και με αναμενόμενη, προσεχώς, τη συμμετοχή της Αρμενίας και του Κιργιστάν. Στη δεκαετία του ’70 επί προεδρίας Νίξον, οι ΗΠΑ ανέλαβαν την πρωτοβουλία για μία τεράστια γεωπολιτική ανατροπή, προσεγγίζοντας την Κίνα. Η πολιτική αυτή δοκιμάζεται σήμερα από τη Ρωσο-Κινεζική προσέγγιση και τη διαμάχη της Κίνας με την Ιαπωνία, σύμμαχο των ΗΠΑ.
Είναι νωρίς ακόμη για να εκτιμήσει κανείς την τροπή που θα λάβουν τελικά τα πράγματα και τις επιπτώσεις που θα έχουν στην παγκόσμια οικονομία και στην παγκόσμια ειρήνη. Η Κίνα έχει τεράστια οικονομικά συμφέροντα με τις ΗΠΑ και οι δύο χώρες είναι αλληλεξαρτημένες. Η αλληλεξάρτηση είναι, άλλωστε, μία πραγματικότητα που διέπει τον σύγχρονο κόσμο. Προκαλεί γι αυτό μεγάλη ανησυχία η ανευθυνότητα και επιπολαιότητα με την οποία προσεγγίζονται περίπλοκα και «καυτά» θέματα, όπως αυτό της Ουκρανίας και επιδιώκονται, χωρίς συναίσθηση των μεγάλων κινδύνων που δημιουργούνται, αμφίβολης αξίας γεωπολιτικά πλεονεκτήματα. Θα έπρεπε να γνωρίζουν όσοι πρωτοστατούν σε τέτοια έργα την ετερογονία των σκοπών. Οι επιδιωκόμενοι σκοποί μπορεί να φέρουν άλλα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, που απέτυχε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των Ευρωπαϊκών λαών, έχει τεράστιες ευθύνες για την αλόγιστη ευθυγράμμισή της με την αμερικανική πολιτική και τον κίνδυνο νέου Ψυχρού Πολέμου που διεγείρει.
Η Ελλάδα, ειδικότερα, δεν έχει κανέναν λόγο για ευθυγράμμιση με την ακολουθούμενη πολιτική στην Ουκρανία. Η ένταση του γεωπολιτικού ανταγωνισμού των ΗΠΑ και της Ευρώπης με την Ρωσία, μόνο αρνητικές συνέπειες μπορεί να έχει για τη χώρα μας. Ακόμη και ο εναλλακτικός ενεργειακός σχεδιασμός της Ευρώπης, ο οποίος θα μπορούσε να αποτελέσει γι αυτή στρατηγικό αποτέλεσμα, δεν αποκλείεται να συνδυασθεί με πιέσεις προς την Αθήνα για παραχωρήσεις προς την Άγκυρα στο θέμα της ΑΟΖ της Ελλάδας και της Κύπρου. Η Τουρκία, άλλωστε, καραδοκεί να εξαργυρώσει με «ανταλλάγματα» την αναβάθμιση της στρατηγικής σημασίας της για την αντι-ρωσική πολιτική των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ…
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 242
Ας Μιλήσουμε Επιτέλους
Πρέσβυς ε.τ.
Ο Ρώσος ηγέτης Βλαντιμίρ Πούτιν είναι προσκεκλημένος για την 70η επέτειο της αποβάσεως στη Νορμανδία. Προσκεκλημένος είναι επίσης ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα, ο νεοεκλεγείς Ουκρανός Πρόεδρος Ποροσένκο και οι Ευρωπαίοι ηγέτες.
Θεωρητικά είναι μία ευκαιρία διακριτικής διπλωματίας για την εκτόνωση των εντάσεων και την αναζήτηση διπλωματικών λύσεων στο θέμα της Ουκρανίας, που εξελίσσεται σε πολύ επικίνδυνη βόμβα στις διεθνείς σχέσεις και γίνεται καταλύτης παγκόσμιων γεωπολιτικών ανακατατάξεων.
Στην πράξη όμως δεν φαίνεται να προδιαγράφεται κάτι τέτοιο. Ο Αμερικανός Πρόεδρος σπεύδει προηγουμένως να κάνει περιοδεία στην Ανατολική Ευρώπη για να «καθησυχάσει» τους ανησυχούντες συμμάχους του ΝΑΤΟ και να συναντήσει στις 4 Ιουνίου στη Βαρσοβία τον Ουκρανό Πρόεδρο. Η σημειολογία των διπλωματικών αυτών κινήσεων είναι σαφής. Η Αμερικανική πλευρά εμμένει στην ίδια πολιτική.
Η προσπάθεια επιβολής των πιο ακραίων και αντι-Ρωσικών πολιτικών στοιχείων της Δύσεως ως «εθνικής» εκπροσώπησης όλης της Ουκρανίας είναι ανεδαφική και οδηγεί αναπόφευκτα σε εσωτερική σύγκρουση και διεθνή αντιπαράθεση. Η Αμερικανική εμμονή συνδέεται, ασφαλώς, με την παγκόσμια Αμερικανική στρατηγική και τους στόχους της σε σχέση με την Ρωσία, την Ευρώπη και την ηγεμονική θέση των ΗΠΑ στον κόσμο.
Η πολιτική αυτή όμως δοκιμάζεται ήδη στο πεδίο αντιπαραθέσεως της Ουκρανίας. Το ερώτημα που τίθεται τώρα είναι αν θα κατορθώσει ο νέος Πρόεδρος να επιβάλει την εξουσία του στις ανατολικές Ρωσόφωνες περιοχές και αν και πως θα αντιδράσει η Ρωσία. Οι πρώτες κινήσεις δυναμικής επιβολής του νέου Προέδρου δεν είχαν πολύ καλύτερη τύχη από τις απόπειρες των προκατόχων του. Εξαγγέλλονται νέες αποστολές στρατιωτικών δυνάμεων. Ο νέος Πρόεδρος δήλωσε επίσης ότι θα ζητήσει επισήμως στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη.
Η Ρωσία προσπαθεί να αποφύγει την κλιμάκωση στην Ουκρανία
Η Ρωσία, μετά την επιχείρηση της Κριμαίας, τηρεί εντυπωσιακά επιφυλακτική στάση. Καταβάλλει κάθε προσπάθεια για αποκλιμάκωση της καταστάσεως και για εξεύρεση συμβιβαστικής λύσεως. Έχει συνείδηση της κομβικής σημασίας της Ουκρανίας σε σχέση, πρώτον, με τη γεωπολιτική ισορροπία μεταξύ Ρωσίας και Δυτικών χωρών και σε σχέση, δεύτερον, με την ενεργειακή συνεργασία της Ρωσίας με την Ευρώπη.
Τι θα γίνει αν κλιμακωθούν οι επιχειρήσεις του Κιέβου κατά των Ρωσόφωνων της Ανατολικής Ουκρανίας και αν οι ΗΠΑ αποδεχθούν την έκκληση του Ουκρανού Προέδρου για την παροχή στρατιωτικής βοήθειας;
Προφανώς, θα είναι πολύ δύσκολο για τον ρώσο ηγέτη να συνεχίσει τη σημερινή στάση. Θα έχουμε κατακόρυφη επιδείνωση της καταστάσεως στην Ουκρανία, με εκατέρωθεν βοήθεια στις δύο πλευρές και με αντιπαράθεση ΗΠΑ – Ρωσίας με ενδιάμεσους.
Η κρίση της ΕΕ περιπλέκεται και με γεωπολιτική κρίση
Η ανάδειξη του Εθνικού Μετώπου της Μαρίν Λεπέν σε πρώτο κόμμα στις Ευρωεκλογές στη Γαλλία, με διαφορά έντεκα μονάδων από το κυβερνών Σοσιαλιστικό κόμμα του Προέδρου Ολάντ και πέντε μονάδων από το παραδοσιακό κόμμα της Δεξιάς UMP, είναι μία ένδειξη ότι η κρίση που διέρχεται η Ευρώπη έχει αγγίξει τον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναπόσπαστο και καθοριστικό μέρος του οποίου είναι η Γαλλία.
Σε συνέντευξή της την περασμένη εβδομάδα στο Γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, η Μαρίν Λεπέν αναρωτήθηκε εάν η Μέρκελ δεν βλέπει την απελπισία στην οποία έχουν οδηγηθεί οι άλλοι Ευρωπαίοι με την πολιτική της. «Η Μέρκελ», τόνισε, «ακολουθεί πολιτική που οφελεί μόνο τη Γερμανία, κι αυτό μπορεί να οδηγήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε έκρηξη».
Η κρίση εσωτερικής συνοχής και προσανατολισμού, στην οποία μεταλλάσσεται η οικονομική κρίση στην Ευρώπη, αποκαλύπτει τη γεωπολιτική κρίση, η οποία συγκαλύφθηκε για μεγάλο διάστημα από την προβαλλόμενη πρόοδο στην Ευρωπαϊκή οικοδόμηση. Κάτω από την υποτιθέμενη πρόοδο, η ΕΕ άλλαξε σιωπηρά προσανατολισμό.
Προώθησε, αφ’ ενός, την ιδέα μίας παγκοσμιοποιημένης υπερεθνικής Ευρώπης, αντί μίας Συμπολιτείας Ευρωπαϊκών εθνών και κρατών. Αφ’ ετέρου, προώθησε μία εσπευσμένη διεύρυνση, για γεωπολιτικούς λόγους, που άλλαξε τις εσωτερικές πολιτικές ισορροπίες, τις αναγκαίες προϋποθέσεις για σύγκλιση, συνοχή και πολιτική ενοποίηση και ενίσχυσε δραματικά την ιδέα μία Ατλαντικής ανεξάρτητης Ευρώπης.
Η οικονομική κρίση έφερε στην επιφάνεια και τον βαθύ διχασμό που απορρέει από τον παραπάνω αποπροσανατολισμό της Ευρώπης. Γιατί μία χώρα να δεχθεί την υπερεθνική εξουσία των Βρυξελλών, εάν βλέπει σε αυτή την μονομέρεια των ισχυρών και την ανισοτομία των χωρών – μελών της; Γιατί να δεχθεί την αποδόμηση του εθνικού της κράτους, που είναι η βάση της δημοκρατικής ζωής και της λαϊκής κυριαρχίας, στο όνομα μίας υπερεθνικής Ευρώπης, που αναφέρεται σε μία παγκοσμιοποιημένη αγορά, πάνω στην οποία δεν έχει κανέναν πραγματικό έλεγχο; Πώς μία χώρα θα προασπίσει τα ζωτικά της συμφέροντα, όταν δεν υπάρχουν πραγματική πολιτική ένωση, αλληλεγγύη και κοινή ανάπτυξη και όταν τα πάντα επαφίενται στους αυτοματισμούς της αγοράς, που διέπεται από τους νόμους των ισχυρών;
Αντί να υπάρξει απάντηση στα ερωτήματα αυτά, προετοιμάζεται, χωρίς ουσιαστική δημόσια συζήτηση, ένα νέο μεγάλο άλμα προς την ίδια κατεύθυνση, της παγκοσμιοποιημένης, δηλαδή, αγοράς και των αχανών ζωνών ελεύθερου εμπορίου. Προετοιμάζεται, συγκεκριμένα, η εγκαθίδρυση ζώνης ελεύθερου εμπορίου μεταξύ ΕΕ και Βορείου Αμερικής. Η ένωση αυτή έρχεται να συμπληρώσει στο οικονομικό πεδίο τους Ατλαντικούς δεσμούς, οι οποίοι εκφράζονται στο γεωστρατηγικό επίπεδο με το ΝΑΤΟ.
Στην περίπτωση αυτή, ουσιαστικά θα εγκαταλείπονταν η προοπτική μίας Ευρώπης που θα αποτελούσε ανεξάρτητο πόλο μέσα σε έναν πολυπολικό κόσμο και η Ευρώπη θα αποδεχόταν ως μόνιμη προοπτική την ένταξή της σε ένα ενιαίο Ατλαντικό γεωπολιτικό σύνολο υπό αμερικανική ηγεμονία. Το γεωπολιτικό αυτό σύνολο θα είχε ταυτοχρόνως ως οικονομικό καθεστώς την παγκοσμιοποίηση και τον άκρατο νεοφιλελευθερισμό.
Υπό το πρίσμα αυτό, δεν προκαλεί απορία η σύμπτωση που υπάρχει μεταξύ του ενθουσιασμού της Γερμανίδας καγκελαρίου Μέρκελ για τη σχεδιαζόμενη ζώνη ελεύθερου εμπορίου μεταξύ Ευρώπης και Βορείου Αμερικής και της πολιτικής που ακολουθεί στην Ουκρανία, παρά τις στρατηγικές οικονομικές σχέσεις της Γερμανίας με τη Ρωσία και την πολιτική που ακολούθησαν οι τρεις προηγούμενοι Γερμανοί καγκελάριοι.
Η γερμανίδα καγκελάριος, υποχωρώντας από την πολιτική των προκατόχων της σε ό,τι αφορά τις σχέσεις και τη συνεργασία με τη Ρωσία, προσθέτει στην οικονομική κρίση –για την οποία έχει μεγάλες ευθύνες με την πολιτική της λιτότητας- και τον κίνδυνο μίας γεωπολιτικής κρίσεως. Η τελευταία θα έθετε σε ακόμη μεγαλύτερη δοκιμασία το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα και τη συνοχή του.
Στρατηγική προσέγγισης Ρωσίας – Κίνας
Οι γεωπολιτικές τεκτονικές αναταράξεις δεν αφορούν μόνο την Ευρώπη. Η Ρωσία, πιεζόμενη από τις ΗΠΑ και υπό την απειλή μίας σημαντικής μειώσεως τω ν ενεργειακών της εξαγωγών στην Ευρώπη, προσεγγίζει στρατηγικά την Κίνα. Η προσέγγιση αυτή εκφράσθηκε με την υπογραφή Ρωσο-Κινεζικής συμφωνίας για την παροχή στην Κίνα 30 δισεκατομμυρίων κ.μ. φυσικού αερίου ετησίως, για τα επόμενα τριάντα χρόνια. Η συμφωνία, συνολικού ύψους 400 δισ. Δολαρίων, είναι πολύ σημαντική για τη Ρωσία, διότι καλύπτει προκαταβολικά μία ενδεχόμενη μείωση των ρωσικών ενεργειακών εξαγωγών προς την Ευρώπη.
Εκφράσθηκε επίσης με τη ρωσική υποστήριξη προς την Κίνα στο θέμα των νήσων Σενκάου, το οποίο θέτει σε αντιπαράθεση την Κίνα με την Ιαπωνία. Η υποστήριξη έλαβε επιπλέον τη μορφή κοινών ναυτικών ασκήσεων στην περιοχή, όπως επίσης τη μορφή πωλήσεως προς την Κίνα υπερσύγχρονων αεροσκαφών SU-35,αντιαεροπορικών πυραύλων S-400 και αντιπλοϊκών πυραύλων μικρού βεληνεκούς.
Εκφράσθηκε, τέλος, με τη στενή συνεργασία και σύμπτωση απόψεων μεταξύ Κίνας και Ρωσίας στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της Σαγκάης, χωρών της Κεντρικής και Νοτιο-Ανατολικής Ασίας. Ο Κινέζος ηγέτης Ξι Τζινπίγκ έκανε, για πρώτη φορά, έκκληση «για σύσταση μίας νέας δομής ασφάλειας στην Ασία, με τη συμμετοχή Ασιατικών περιφερειακών δυνάμεων. Πρέπει να βελτιώσουμε τη συνεργασία», είπε, «τον τομέα της ασφάλειας και να οικοδομήσουμε μία νέα αρχιτεκτονική περιφερειακής συνεργασίας».
Η έκκληση του Κινέζου ηγέτη έρχεται μετά τη Ρωσική πρωτοβουλία για την θέσπιση της Ευρασιατικής Ενώσεως, με τη συμμετοχή προς το παρόν της Ρωσίας, της Λευκορωσίας και του Καζακστάν και με αναμενόμενη, προσεχώς, τη συμμετοχή της Αρμενίας και του Κιργιστάν. Στη δεκαετία του ’70 επί προεδρίας Νίξον, οι ΗΠΑ ανέλαβαν την πρωτοβουλία για μία τεράστια γεωπολιτική ανατροπή, προσεγγίζοντας την Κίνα. Η πολιτική αυτή δοκιμάζεται σήμερα από τη Ρωσο-Κινεζική προσέγγιση και τη διαμάχη της Κίνας με την Ιαπωνία, σύμμαχο των ΗΠΑ.
Είναι νωρίς ακόμη για να εκτιμήσει κανείς την τροπή που θα λάβουν τελικά τα πράγματα και τις επιπτώσεις που θα έχουν στην παγκόσμια οικονομία και στην παγκόσμια ειρήνη. Η Κίνα έχει τεράστια οικονομικά συμφέροντα με τις ΗΠΑ και οι δύο χώρες είναι αλληλεξαρτημένες. Η αλληλεξάρτηση είναι, άλλωστε, μία πραγματικότητα που διέπει τον σύγχρονο κόσμο. Προκαλεί γι αυτό μεγάλη ανησυχία η ανευθυνότητα και επιπολαιότητα με την οποία προσεγγίζονται περίπλοκα και «καυτά» θέματα, όπως αυτό της Ουκρανίας και επιδιώκονται, χωρίς συναίσθηση των μεγάλων κινδύνων που δημιουργούνται, αμφίβολης αξίας γεωπολιτικά πλεονεκτήματα. Θα έπρεπε να γνωρίζουν όσοι πρωτοστατούν σε τέτοια έργα την ετερογονία των σκοπών. Οι επιδιωκόμενοι σκοποί μπορεί να φέρουν άλλα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, που απέτυχε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των Ευρωπαϊκών λαών, έχει τεράστιες ευθύνες για την αλόγιστη ευθυγράμμισή της με την αμερικανική πολιτική και τον κίνδυνο νέου Ψυχρού Πολέμου που διεγείρει.
Η Ελλάδα, ειδικότερα, δεν έχει κανέναν λόγο για ευθυγράμμιση με την ακολουθούμενη πολιτική στην Ουκρανία. Η ένταση του γεωπολιτικού ανταγωνισμού των ΗΠΑ και της Ευρώπης με την Ρωσία, μόνο αρνητικές συνέπειες μπορεί να έχει για τη χώρα μας. Ακόμη και ο εναλλακτικός ενεργειακός σχεδιασμός της Ευρώπης, ο οποίος θα μπορούσε να αποτελέσει γι αυτή στρατηγικό αποτέλεσμα, δεν αποκλείεται να συνδυασθεί με πιέσεις προς την Αθήνα για παραχωρήσεις προς την Άγκυρα στο θέμα της ΑΟΖ της Ελλάδας και της Κύπρου. Η Τουρκία, άλλωστε, καραδοκεί να εξαργυρώσει με «ανταλλάγματα» την αναβάθμιση της στρατηγικής σημασίας της για την αντι-ρωσική πολιτική των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ…
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 242
Ας Μιλήσουμε Επιτέλους
0 Σχόλια