Η βασική ιδέα πίσω από τη διάχυση της καινοτομίας είναι ότι οι πληροφορίες και οι επιρροές τείνουν να εξαπλώνονται μέσω στενών, ισχυρών συνδέσεων. Αν μπορούμε να επηρεάσουμε ανθρώπους που δεν γνωρίζουμε, αυτό συμβαίνει επειδή εκμεταλλευόμαστε μια σειρά ισχυρών δεσμών.
Ενώ αυτή η δομή είναι καλή αν θέλουμε να επηρεάσουμε τους πάντες μέσα στην ομάδα μας, ακόμη δε και να ενισχύσουμε τη δική μας συμπεριφορά μέσω βρόχων ανατροφοδότησης, είναι πολύ κακή αν επιθυμούμε να επηρεάσουμε άτομα έξω από την ομάδα.
Ο κοινωνιολόγος Mark Granovetter ήταν ένας από τους πρώτους που αναγνώρισαν αυτή τη διαφορά. Άλλοι ερευνητές απέρριπταν τους «ασθενείς δεσμούς» και τις περιστασιακές γνωριμίες ως άσχετες με την εξάπλωση της πληροφορίας. Ο Granovetter, όμως, υποστήριξε ότι αυτοί οι ασθενείς δεσμοί συχνά λειτουργούν ως γέφυρες από μία ομάδα σε κάποια άλλη, και επομένως παίζουν σημαντικό ρόλο.
Οι ισχυροί δεσμοί μπορεί να συνδέουν τα άτομα σε ομάδες, αλλά οι ασθενείς δεσμοί συνδέουν τις ομάδες μεταξύ τους στην ευρύτερη κοινωνία και είναι πολύ κρίσιμοι για τη μετάδοση πληροφοριών σχετικά με τη σημασία των αποχωρητηρίων, τη διαθεσιμότητα καλών δασκάλων πιάνου, τις πολύτιμες μελέτες άλλων εφευρετών και πολλά άλλα.
Ο Granovetter χρησιμοποίησε μια απλή οικονομική μελέτη για να αποδείξει τη θεωρία του. Επικοινώνησε με πολλούς εργαζομένους σε τεχνικές και διοικητικές θέσεις έξω από τη Βοστόνη οι οποίοι πρόσφατα είχαν βοηθηθεί από κάποια προσωπική τους επαφή στο να προσληφθούν σε νέα δουλειά, θέτοντας τους ένα απλό ερώτημα: «Πριν αλλάξετε δουλειά, πόσο συχνά βλέπατε το άτομο που σας βοήθησε στο να βρείτε την καινούργια δουλειά σας;». Μόνο το 17% απάντησε «συχνά», ενώ το 55% «περιστασιακά» και το υπόλοιπο 28% «σπάνια». Οι περισσότεροι εργαζόμενοι βρήκαν δουλειά μέσω παλιών φίλων, παλιών συναδέλφων ή προηγούμενων εργοδοτών. Η επαφή με το συγκεκριμένο άτομο ήταν σποραδική, ενώ ελάχιστοι είχαν περάσει χρόνο μαζί του εκτός δουλειάς. Σύμφωνα με τον Granovetter, «Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτοί οι δεσμοί δεν ήταν ποτέ πολύ ισχυροί εξαρχής… Επανενεργοποιήθηκαν λόγω τυχαίων συναντήσεων ή κοινών φίλων. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι άνθρωποι λαμβάνουν σημαντικές πληροφορίες από άτομα των οποίων την ύπαρξη έχουν ξεχάσει».
Με άλλα λόγια, οι περισσότεροι συμμετέχοντες είχαν βρει τη δουλειά τους χάρη σε (σχεδόν) ξένους —μακρινούς φίλους ή φίλους φίλων, οι οποίοι προσέφεραν πληροφορίες για κάποια δουλειά στον υποψήφιο. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι βρίσκουν δουλειά με τον ίδιο εν πολλοίς τρόπο που βρίσκουν ερωτικούς συντρόφους —ψάχνοντας στο κοινωνικό τους δίκτυο, πέρα από τους άμεσους δεσμούς τους.
Στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι συχνά βασίζονται σε χαλαρούς δεσμούς για να αναζητήσουν χρήσιμες πληροφορίες μέσα σε μεγάλα δίκτυα, όπως έδειξε η μελέτη του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που αναφέρθηκε στο Κεφάλαιο Ι. Οι άνθρωποι συχνά βασίζονται σε κοινωνικά μακρινούς φίλους για να επιτύχουν τον στόχο τους.
Καθώς οι πληροφορίες ρέουν ελεύθερα μέσα σε κάθε στενό κύκλο φίλων, είναι πιθανόν όλοι να ξέρουν λίγο-πολύ όσα γνωρίζουν και οι στενοί φίλοι τους. Αν όμως απομακρυνθείτε λίγο στον κοινωνικό χώρο, υπάρχει λιγότερη αλληλοεπικάλυψη εμπειριών και πληροφοριών.
Μπορεί να εμπιστευόμαστε λιγότερο τα άτομα που είναι μακριά από εμάς στον κοινωνικό χώρο, ωστόσο οι πληροφορίες και οι επαφές που διαθέτουν μπορούν να έχουν μεγαλύτερη αξία, καθώς εμείς δεν έχουμε απευθείας πρόσβαση σε αυτές.
Aυτοί που λειτουργούν ως γέφυρες μεταξύ ομάδων αποκτούν κεντρική θέση στο όλο δίκτυο, και έτσι έχουν περισσότερες πιθανότητες να αποκομίσουν οικονομικά ή άλλου είδους οφέλη.
Προσαρμογή από το βιβλίο «Nicholas A. Christakis, Md, Phd και James H. Fowler, Phd, Συνδεδεμένοι: Η Εκπληκτική Δύναμη Των Κοινωνικών Δικτύων Και Πώς Αυτά Διαμορφώνουν Τη Ζωή Μας, Εκδόσεις Κάτοπτρο»
0 Σχόλια