Ο υπουργός που διαχειρίστηκε τη λίστα, ο κ. Γιώργος Παπακωνσταντίνου, ενώ έπαιρνε σκληρά μέτρα και αποτύγχανε σε δημοσιονομικούς στόχους, δεν προχωρούσε τη σχετική έρευνα που θα μπορούσε με τους φόρους να σώσει ένα μέρος από τους μισθούς και τις συντάξεις. Όλοι ξέραμε ότι η συγκεκριμένη λίστα είχε φτάσει στο υπουργείο από το 2010. Και μαζί με μας, πρώτος απ’ όλους, ο πολιτικός του παριστάμενος, κ. Γιώργος Παπανδρέου.
Φαντάζομαι λίγο πολύ όλοι έχουμε στο μυαλό μας ότι ένας πρωθυπουργός επιβλέπει τους υπουργούς του, τους ελέγχει, τους επιβραβεύει και όταν κρίνει απαραίτητο τους κατσαδιάζει.
Δεν είχε περάσει ούτε χρόνος από τις εκλογές του 2009, λοιπόν, και ο κ. Παπακωνσταντίνου παραλαμβάνει τη λίστα Λαγκάρντ. Ήταν ακριβώς εκείνη η περίοδος που φαντάζομαι τον κ. Παπανδρέου έμπλεο απόγνωσης να προσπαθεί να περισώσει ότι μπορεί. Ήταν η ίδια περίοδος που προκειμένου να πείσει τους δανειστές ότι δεν είναι σαν όλους τους άλλους Έλληνες πολιτικούς, ο κ. Παπανδρέου - και οι συν αυτώ - μιλούσε, είτε στις ιδιωτικές τους συνομιλίες, είτε δημόσια στο εσωτερικό, είτε διεθνώς, για την πηγή της διαφθοράς στην οποία ήταν πεποτισμένος ο ελληνικός λαός, μιλούσε για τις ασθενικές σχέσεις πολιτικών και πολιτών και μιλούσε για το «καθυστερημένο» ελληνικό κράτος το οποίο πρέπει να εκσυγχρονιστεί.
Ο κ. Παπακωνσταντίνου που παρέλαβε τη λίστα ως αρμόδιος υπουργός μέσα στο κλίμα των υποσχέσεων για μεταρρυθμίσεις και άλλα τέτοια ήταν ο κατ’ εξοχήν «κηπουρός» στην αυλή του ηγεμόνα (ο οποίος απόλαυσε τη στήριξή του μέχρι τέλους, σχεδόν με επιμονή υστερίας). Αντίστοιχες λίστες, στο μεταξύ, σε (υποτίθεται) κράτη – πρότυπα για την κυβέρνηση Παπανδρέου, γίνονταν εργαλεία για να μειώσουν τη διαφθορά και να εισπράξουν πρόστιμα. Το «ευρωπαϊκό κράτος» του κ. Παπανδρέου δεν μπορούσε να το κάνει αυτό.
Ο στενότερος συνεργάτης του αποφάσισε να καλύψει κάτι ξαδέλφια του από τι λίστα Λαγκάρντ πατώντας απλά ένα delete ωσάν να μη συνέβη τίποτα, ως πανίσχυρος «Τσάρος» που αισθανόταν. Δεν είχε το σθένος να αναμετρηθεί με τις απαιτήσεις του καιρού του και ο πολιτικός του προϊστάμενος στην καλύτερη περίπτωση αδιαφορούσε. Ο κ. Παπανδρέου έτσι αποδείχθηκε ότι λειτουργούσε σαν καρικατούρα του πατέρα του ενθαρρύνοντας ορισμένους να σχηματίσουν ένα πολιτικάντικο παρεάκι γύρω του, το οποίο αν δεν είχε μετατρέψει τη χώρα σε πόλη του Ντίκενς με τα συντρίμμια της, θα ήταν δύσκολο να διακρίνει κανείς την πολιτική τους από μια κωμωδία.
Τόσους μήνες μετά ο κ. Γιώργος Παπανδρέου το μόνο που αρκέστηκε να πει για την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ και τον αγαπημένο του συνεργάτη ήταν μια παλαιοκομματική φράση που έχει συνδεθεί μόνο με συγκαλύψεις διαχρονικά: «Όλα στο φως. Πλήρης διερεύνηση». Ως πρωθυπουργός μιλούσε με περισσότερες λεπτομέρειες στο κάθε κάθισμα Βρυξελλών για τους διεφθαρμένους Έλληνες. Στη φιλοσοφία των Ελλήνων ηγητόρων δεν έχει αλλάξει τίποτα. Επί της ουσίας σιωπούν πάντα ποντάροντας στο χρυσόψαρο της λαϊκής μνήμης.
Και πλέον γεννάται ένα μείζον ηθικό ζήτημα. Όχι – μόνο - για το τι έγινε με τη λίστα Λαγκάρντ. Αλλά κυρίως για τον τρόπο λειτουργίας της κυβέρνησης Παπανδρέου, για το πώς τελικά σκεφτόταν η πλειοψηφία αυτών των ανθρώπων, τι εξυπηρετούσε και πώς έπαιρνε τις αποφάσεις που άλλαξαν τη ζωή ενός ολόκληρου λαού.
[Του Ανδρέα Μπελεγρή από protothema.gr]




0 Σχόλια