Το «αυτοκρατορικό» όνειρο και η ανώμαλη προσγείωση

Γράφει ο Μενέλαος Τασιόπουλος
Η νεοφεουδαρχία του τουρκικού πολιτικού Ισλάμ δεν θέλει να αποδεχθεί ότι δεν θα υπαγορεύσει αυτή τη νέα τάξη πραγμάτων στην Ανατολή, αλλά θα την αποδεχθεί. Όταν είχε στενούς συνεργάτες τους Γκιούλ και Νταβούτογλου, η αντίληψη του Ερντογάν ήταν να αξιοποιήσει το γεγονός ότι η χώρα του είναι μέλος του ΝΑΤΟ και σε διαδικασία ένταξης στην ΕΕ.
Να τα αξιοποιήσει για να προβάλει την Τουρκία σαν την «ήπια δύναμη» του Ισλάμ, η οποία θα μπορούσε να δημιουργήσει την δική της φιλοδυτική ζώνη στη Μέση Ανατολή.

Το όραμα του Ερντογάν και των νεοοθωμανών είναι η δημιουργία ενός σύγχρονου «Σουλτανάτου», που θα επεκτεινόταν προς Βορρά  σε περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και προς Νότο σε περιοχές της Συρίας και του Ιράκ. Μία τέτοια Τουρκία, σε συμμαχία με τα βασίλεια του Κόλπου θα δημιουργούσε μια σουνιτική ζώνη, η οποία υποτίθεται πως θα σταθεροποιούσε τα συμφέροντα της Δύσης στη Ανατολή, αλλά και τον διάδρομο προς τα Βαλκάνια.

Σε ρόλο «κλειδί»

Στον μεταψυχροπολεμικό κόσμο της προηγούμενης εικοσαετίας, η Τουρκία, ως βασικός παίκτης του συστήματος, δήλωνε στις δυτικές πρωτεύουσες ότι ήταν σε θέση να περιορίσει το Ιράν και το σιιτικό τόξο στη Μέση Ανατολή, να χειραγωγήσει το πέρασμα της Κίνας από την Ανατολή προς Δυσμάς και να θέσει φραγμό στην κάθοδο της Ρωσίας προς Νότο. Επίσης και στον βαλκανικό χώρο, λόγω των σχέσεών της με τα Τίρανα, την Πρίστινα, τα Σκόπια και το Σεράγεβο, αλλά και στην Ενδιάμεση Ανατολή.

Επί προεδρίας Μπους του πρεσβύτερου και Κλίντον, οι Αμερικανοί θεωρούσαν την Τουρκία κύριο παράγοντα σταθεροποίησης σ’ αυτές τις περιοχές. Το ίδιο ίσχυε και μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, παρότι η Τουρκία αρνήθηκε να επιτρέψει τη δίοδο των αμερικανικών στρατευμάτων από το έδαφός τους, προκειμένου να ανοίξουν το βόρειο μέτωπο εναντίον του Σαντάμ Χουσεΐν.

Μια ιδιότυπη ρήξη

Ο πρόεδρος Ομπάμα ξεκίνησε ακόμα πιο εντυπωσιακά, αναγορεύοντας την Τουρκία πρότυπο για τις μουσουλμανικές χώρες. Από τότε, όμως, κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Λόγω της στάσης του Ερντογάν, η Ουάσιγκτον και οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες άρχισαν να βλέπουν την Τουρκία με άλλο μάτι. Το κλίμα πλέον είναι σαφώς αρνητικό, παρότι δεν έχει επέλθει επισήμως ρήξη.

Η Άγκυρα διατηρεί μία δύναμη διαπραγμάτευσης στις σχέσεις της με τη Δύση αφενός λόγω παραδοσιακών σχέσεων και αφετέρου λόγω της γεωπολιτικής σημασίας της. Δεν είναι, όμως, σε θέση να προωθήσει την «αυτοκρατορική» ατζέντα της. Οι συνθήκες που διαμορφώνονται δεν την ευνοούν. Είναι εφιάλτης για την Τουρκία η σύγκλιση ΗΠΑ και Ρωσίας –με την διακριτική αλλά ενεργό συμμετοχή του Ισραήλ– στη θέση ότι πρέπει να ενθαρρυνθεί η συγκρότηση Κουρδιστάν.

Νέες ισορροπίες

Στο αντίποδα έχουμε την ιστορικής  σημασίας συγκρότηση στρατηγικής συμμαχίας στην Ανατολική Μεσόγειο μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ, Αιγύπτου, Ιορδανίας και εν δυνάμει Λιβάνου. Μπορεί επισήμως τα σχήματα να είναι διαφορετικά και ακόμα ημιτελή, αλλά οι βάσεις είναι γερές. Πέρα από τη γεωπολιτική σημασία τους έχουν και τεράστια γεωοικονομική σημασία, λόγω των μεγάλων ενεργειακών αποθεμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο.

Δεν είναι, όμως, μόνο τα παραπάνω. Η Ρωσία παρακάμπτει ουσιαστικά την Τουρκία και εμπλέκεται απευθείας στα θερμά μέτωπα της Μεσοποταμίας. Η Κίνα, με την επένδυση σε υποδομές στην Ελλάδα, παρακάμπτει ­την Τουρκία στην εμπορική πορεία της προς Δυσμάς.

Οι Αμερικανοβρετανοί επενδύουν εκ νέου στους θρόνους της Αραβίας και προωθούν τον σχηματισμό ενός «αραβικού ΝΑΤΟ». Η δε Γαλλία έχει επιστρέψει στην Ανατολική Μεσόγειο γεωοικονομικά και επιδιώκει να επιστρέψει και γεωπολιτικά μέσω της τριγωνικής σχέσης Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ.

Όλες αυτές οι εξελίξεις παρακάμπτουν την Τουρκία του Ερντογάν. Δεν πρόκειται ακριβώς για ήττα, αλλά για μία περιθωριοποίηση, η οποία μπορεί να έχει ακόμα πιο αρνητικές επιπτώσεις.


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια