Κλίντον ή Τράμπ; Καμία διαφορά για τα ελληνικά συμφέροντα, εκτός αν έχουμε προτάσεις!

Του Βασίλη Κοψαχείλη

Άνευ ουσίας και σημασίας οι Αμερικανικές εκλογές για τα Ελληνικά συμφέροντα, εκτός και άν πρωτοτυπήσουμε εγκαινιάζοντας μια νέα σχέση με την Ουάσιγκτον που θα συνοδεύεται από δικές μας πρωτοβουλίες,
σχέδια και προτάσεις που θα μας καταστήσουν από απλούς κομπάρσους σε πρωταγωνιστές του μεγάλου «παιχνιδιού» της Ανατολικής Μεσογείου!

Παραμονή των Αμερικανικών προεδρικών εκλογών, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μάλλον θα διεξαχθεί ντέρμπι μεταξύ των υποψηφίων. Στην πιο κρίσιμη στιγμή για το μέλλον των ΗΠΑ, οι προεδρικοί υποψήφιοι των δυο κυρίαρχων κομμάτων εμφανίζονται κατώτεροι των περιστάσεων και χωρίς ουσιαστικές προτάσεις στα βασικά ερωτήματα των Αμερικανών πολιτών οι οποίοι αύριο θα ψηφίσουν για το μέλλον τους. Παράλληλα όμως αποφασίζουν και για το μέλλον της σταθερότητας του πλανήτη, γι’ αυτό η αυριανή ψήφος τους αποκτά παγκόσμιο ενδιαφέρον!

Κλίντον ή Τράμπ;
Το ερώτημα για εμάς στην Ελλάδα είναι αν έχει κάποια διαφορά η εκλογή της κας Κλίντον ή του κ. Τράμπ ως επόμενων προέδρων στις ΗΠΑ. Παρά τις προσωπικές και ιδεολογικές προτιμήσεις του καθενός μας, στην πραγματικότητα η εκλογή του ενός ή του άλλου δεν κάνει καμία διαφορά για τα Ελληνικά συμφέροντα.
Η κα Κλίντον εκφράζει τα συμφέροντα της πλειονότητας του πολιτικού κατεστημένου της Ουάσιγκτον (Δημοκρατικό και Ρεπουμπλικανικό) και του χρηματοπιστωτικού κατεστημένου στη Νέα Υόρκη. Το σύστημα αυτό κυρίως ενδιαφέρεται για μεγέθη και κέρδη με χρηματοπιστωτικό και γεω-επιχειρηματικό πρόσημο.
Ο κ. Τράμπ εκφράζει τον παραδοσιακό Αμερικανικό καπιταλισμό και τα συμφέροντα της αγοράς του real estate, δηλαδή τομέων της οικονομίας που έχουν πληγεί τα μέγιστα από το οικονομικό μοντέλο του απάτριδου κεφαλαίου και της οικονομικής κρίσης μετά το 2008, και πάνω από όλα είναι ο ίδιος ένας μεγαλο-επιχειρηματίας. Το σύστημα που εκφράζει ο κ. Τράμπ ενδιαφέρεται κυρίως για μεγέθη και κέρδη με γεωπολιτικό και γεω-οικονομικό πρόσημο.
Το σύστημα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας στην Ουάσιγκτον ενδεχομένως να υποδεχθεί καλύτερα την κα Κλίντον από ότι τον κ. Τράμπ, όμως παράλληλα τίποτα δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο εκτός του ότι, ανεξάρτητα από την ρητορική των δυο υποψηφίων προέδρων, πρώτα και πάνω από όλα έρχονται τα συμφέροντα των ΗΠΑ όπως αυτά εκφράζονται μέσα από τα θεσμικά όργανα της Αμερικανικής Διοίκησης.

Εκλογές ανευ σημασίας, εκτός και αν…
Η Ελλάδα του 2016, δυστυχώς, δεν έχει ούτε το μέγεθος της αγοράς, ούτε το ειδικό γεωπολιτικό βάρος, ούτε την ισχύ έστω για αναθεωρητική «ζημιά», αλλά κυρίως, ούτε τη βούληση αξιοποίησης των τεράστιων δυνατοτήτων της ώστε να προσελκύσει το ενδιαφέρον των μελλοντικών προέδρων και του συστήματος των ΗΠΑ.
Στην πραγματικότητα τους είμαστε αδιάφοροι, εκτός και αν κατανοήσουμε πως ρυθμιστές της στάσης των άλλων απέναντί μας, είμαστε εμείς οι ίδιοι. Το ότι τους είμαστε σήμερα αδιάφοροι ή ότι θα συνεχίσουν να προωθούν την Αμερικανική ατζέντα συμφερόντων μή λαμβάνοντας υπόψη τους και τα Ελληνικά συμφέροντα, μπορούμε σε μεγάλο βαθμό να το ελέγξουμε εμείς οι ίδιοι.

Χρειάζεται Πολιτική Καινοτομία και Πρωτοβουλίες
Οι δημόσιες σχέσεις μας με τις ΗΠΑ βρίσκονται σε άριστο επίπεδο. Οι διπλωματικές μας σχέσεις ωστόσο έχουν βαλτώσει στο πλαίσιο παράλληλων μονολόγων. Οι ΗΠΑ να μας λένε συνεχώς «να τα βρούμε» με τους προβληματικούς μας γείτονες και εμείς χωρίς σχέδιο και προτάσεις, ανίκανοι να αντιληφθούμε πως έχει αλλάξει συνολικά το σκηνικό και οι συνθήκες, να εμένουμε σε μια αδιέξοδη ρητορική χωρίς κανένα παραγωγικό αποτέλεσμα. Παράλληλα έχουμε και δυνατότητες. Τις οποίες ούτε αναδεικνύουμε ούτε αξιοποιούμε.
Σχεδόν σε όλες τις επαφές Ελλήνων με τον Αμερικανικό παράγοντα ακούς ένα μόνιμο παράπονο των Αμερικανών, ότι δεν βρίσκουν αξιόπιστους συνομιλητές στην Ελλάδα. Αυτό το Αμερικανικό «παράπονο» δεν έχει αναλυθεί και αξιοποιηθεί ορθά από την Ελληνική πλευρά. Στην πραγματικότητα έχει μια διττή ερμηνεία. Από τη μία οι ΗΠΑ δεν βρίσκουν προθύμους και αξιόπιστους εταίρους στην Ελλάδα να προωθήσουν την Αμερικανική ατζέντα στην περιοχή. Από την άλλη, τα γνωστά προβλήματα της φαυλότητας του Ελληνικού πολιτικού συστήματος αποτρέπουν τον Αμερικανικό παράγοντα να επενδύσει πολλαπλά στην Ελλάδα.
Σαν αποτέλεσμα, οι διμερείς σχέσεις είναι στην ουσία προβληματικές. Η Αμερική προωθεί τα συμφέροντά της αδιαφορώντας για τα Ελληνικά συμφέροντα. Από την άλλη η Ελλάδα χωρίς αντιπροτάσεις και εναλλακτικά σχέδια μονίμως γκρινιάζει αντιπαραγωγικά. Το μοντέλο αυτό έχει χρεοκοπήσει και η πρωτοβουλία να αλλάξει κάτι προς το καλύτερο εναπόκειται στην Αθήνα.

Νέα Προεδρία ως νέα ευκαιρία…
Ο καλύτερος τρόπος για να εγκαινιαστεί μια νέα σχέση με τον επόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ είναι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και της σοβαρότητας. Πώς περιμένουμε να μας δουν σοβαρά όταν εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε ρεαλιστική άποψη για τα ζητήματα που μας αφορούν και κρυστάλλινη εικόνα των δικών μας συμφερόντων.
Η εμπιστοσύνη αποκαθίσταται όταν ο Αμερικανός πρόεδρος και το επιτελείο του έχουν απέναντί τους σοβαρούς εταίρους με προτάσεις, σχέδια και παραγωγικές αντιπροτάσεις. Δεν είναι ανάγκη να υπάρχει συμφωνία σε όλα. Αυτό που είναι αναγκαίο είναι να υπάρχει συννεόηση, αλληλοκατανόηση, συνεργασία και κυρίως αξιοπιστία. Οχι φαυλότητα, όχι διαροές, όχι συμφωνίες κάτω από το τραπέζι. Ξεκάθαρες θέσεις και σχεδιασμός. Με γνώμονα το κοινό συμφέρον. Πρέπει η Ελληνική πλευρά να πείσει πως οι Αμερικανικοί σχεδιασμοί οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τα Ελληνικά συμφέροντα.
Απαιτείται να υπάρχει και Ελληνικό σχέδιο εκτός από Αμερικανικό στην περιοχή. Αυτό σημαίνει πως η Ελλάδα θα πρέπει να σχεδιάσει τη δική της στρατηγική και να την επικοινωνήσει παραγωγικά με τον νέο ένοικο του Λευκού Οίκου. Στο μεγάλο παιχνίδι που έχουν στήσει οι ΗΠΑ από το 2013 στην Ανατολική Μεσόγειο, η Ελλάδα οφείλει να έχει άποψη και σχεδιασμό, διότι το παιχνίδι αυτό την αφορά άμεσα!
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως και η πλευρά των Αμερικανών περιμένει να ακούσει προτάσεις. Και ο Αμερικανικός σχεδιασμός αντιμετωπίζει τα δικά του αδιέξοδα και όρια. Περιμένει λοιπόν τις δικές μας προτάσεις που ενδεχομένως θα ανοίγουν νέους δρόμους συνεργασίας και εξυπηρέτησης αμοιβαίων συμφερόντων. Ή τουλάχιστο να αποσαφηνιστούν οι σχέσεις, διότι με την σημερινή πολιτική της η Ουάσιγκτον προβληματίζει ακόμη και τους πλέον ένθερμους υποστηρικτές του Αμερικανικού παράγοντα στη χώρα μας.
Θετικό στοιχείο είναι το ότι η λογική που διέπει τα πράγματα στην Ουάσιγκτον είναι διαφορετική από τη λογική των Βρυξελλών. Με την Ουάσιγκτον μπορούν να συζητηθούν πολύ ευρύτερα ζητήματα και να υπάρξουν διευρυμένες συγκλίσεις. Δεν πρέπει να κλείσουμε μόνοι μας την πόρτα στον επόμενο Αμερικανό πρόεδρο μόνο και μόνο γιατί δεν έχουμε παραγωγική στάση απέναντί του. Ακόμη και η διαφωνία μας με πολλές επιλογές της Αμερικής μπορεί να έχει παραγωγικό  χαρακτήρα αν συνοδεύεται από ρεαλιστικές αντιπροτάσεις.
Θα πρέπει η εκλογική συγκυρία στις ΗΠΑ να αντιμετωπιστεί από την Αθήνα ως ευκαιρία για έναρξη μιας νέας σχέσης με την Ουάσιγκτον. Ειδικά μια νέας σχέσης που θα μας καθιστά από απλούς κομπάρσους ή «λαγούς» σε πραγματικούς «παίκτες» στο μεγάλο παιχνίδι της Ανατολικής Μεσογείου. Η «μπάλα» είναι στο δικό μας γήπεδο…

Ο κ. Βασίλης Κοψαχείλης είναι Διεθνολόγος, Γεωστρατηγικός Αναλυτής.


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια