Πώς οι τζιχαντιστές κακοποιούν το Κοράνι

Το επικαλούνται για να δικαιολογήσουν φρικτές πράξεις βίας


Γράφει η Ειρήνη Μητροπούλου 

Δύο δισεκατομμύρια μουσουλμάνοι σε όλον τον πλανήτη πιστεύουν ότι το Κοράνι είναι ο λόγος του Αλλάχ, η καταγραφή της Αποκάλυψής του, έτσι όπως μεταδόθηκε τον 7ο αιώνα στον Μωάμεθ. Ως έργο θεϊκό και όχι ανθρώπινο, δεν επιδέχεται αλλαγές.

Και όταν το επικαλούνται οι βάρβαροι τζιχαντιστές για να δικαιολογήσουν φρικτές πράξεις βίας, το Ιερό Βιβλίο γίνεται το πιο ισχυρό όπλο στον «ιερό πόλεμο» κατά των απίστων.

Περίοπτη θέση στην κατήχηση και στην εκστρατεία στρατολόγησης του Ισλαμικού Κράτους έχει η λεγόμενη «σούρα του ξίφους»: «Και όταν οι ιεροί μήνες έχουν περάσει, τότε πολεμάτε και σκοτώνετε τους ειδωλολάτρες οπουδήποτε κι αν τους βρείτε και συλλάβετέ τους και πολιορκήστε τους και στήστε τους παγίδες με κάθε πολεμικό στρατήγημα. Αν όμως μετανιώσουν και προσευχηθούν και δώσουν ελεημοσύνη, τότε αφήστε τους ελεύθερους - Γιατί ο Αλλάχ είναι πολυεύσπλαχνος και πολυεπιεικής». (Κοράνιο, 9:5)

Με άλλα λόγια, σύμφωνα με αυτούς και εκατοντάδες παρόμοιους στίχους, ο πιστός πρέπει να σκοτώνει τους ειδωλολάτρες όπου τους βρει - εκτός αν τους προσηλυτίσει.

Χρειάζεται μια σύγχρονη ερμηνεία του Ιερού Βιβλίου

Κάποιοι λένε βέβαια ότι στον 21ο αιώνα το Κοράνι θα πρέπει να ερμηνευθεί σε ένα μεταφορικό, πιο πνευματικό και ειρηνικό πνεύμα. Αλλά και εδώ υπάρχει πρόβλημα. Από τον 11ο αιώνα η συναίνεση μεταξύ των μελετητών του Ισλάμ είναι ότι οι «Πύλες του ijtihad» (της διερμηνείας) «είναι κλειστές». Εκκληση για νέες ερμηνείες ισοδυναμεί με ιερόσυλη απόρριψη αιώνων ισλαμικής παράδοσης, τουλάχιστον σύμφωνα με τους πιο συντηρητικούς κύκλους του σουνιτισμού.


Επιπλέον, εκτός από ιδρυτής θρησκείας ο Μωάμεθ ήταν  πολεμιστής και ο βίος του είναι γεμάτος από μάχες και σκοτωμούς απίστων. Εν ολίγοις, η ερμηνεία του Κορανίου από τους τζιχαντιστές υποστηρίζεται από το κείμενο και από το παράδειγμα του Μωάμεθ.  Οι τζιχαντιστές έχουν τόση επιτυχία στη στρατολόγηση μουσουλμάνων, ακριβώς επειδή μπορούν να ισχυριστούν ότι η εχθροπραξία εναντίον των απίστων είναι ένα θρησκευτικό καθήκον.
Η ένσταση είναι αλλού: Ενώ οι δογματικές βάσεις υπάρχουν, οι τζιχαντιστές, χωρίς αμφιβολία, παραβαίνουν τον ισλαμικό νόμο παίρνοντάς τον αυθαίρετα στα χέρια τους. Και αυτό διότι έγκυροι μελετητές του Ισλάμ, καθώς και μουσουλμάνοι κληρικοί με βαθιά θεολογική γνώση, λένε ότι η αποτυχία των τζιχαντιστών να εξετάσουν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την κήρυξη του τζιχάντ και την ορθή διεξαγωγή του δείχνει πόσο κακοποιούν τον ισλαμικό νόμο. Αυτός είναι ουσιαστικά η πρακτική καθημερινή έκφραση της θρησκείας και η σημασία του είναι τεράστια.


Και οι τέσσερις σουνιτικές σχολές δικαίου, λοιπόν, συμφωνούν ότι η κήρυξη του τζιχάντ μπορεί να δικαιολογηθεί για λόγους διατήρησης ή εξάπλωσης της κυβέρνησης ενός ισλαμικού κράτους. Ως εκ τούτου, στον ισλαμικό νόμο μόνο νόμιμες ισλαμικές κυβερνήσεις έχουν το δικαίωμα να κηρύξουν ιερό πόλεμο, όχι άτομα, ούτε μη κρατικοί φορείς και οργανώσεις όπως το Ισλαμικό Κράτος, η Αλ Κάιντα και η Μπόκο Χαράμ στη Νιγηρία.


Μια εξαίρεση γίνεται όταν μουσουλμανικό έδαφος δέχεται επίθεση ή κατοχή από εχθρική δύναμη, η οποία καθιστά τον τζιχάντ ή την αντίσταση ατομική ευθύνη. Αλλά ακόμη και τότε, ο τζιχάντ πρέπει να έχει κηρυχθεί επισήμως από τη νόμιμη Αρχή, η οποία εκπροσωπεί τον λαό της κατεχόμενης χώρας. Παίρνοντας τον τζιχάντ στα χέρια τους, αυτές οι οργανώσεις των ισλαμιστών δρουν ως αιρετικοί σφετεριστές.

Στο απυρόβλητο άμαχοι, έμποροι, αγρότες, σπίτια και τόποι λατρείας

Στη διεξαγωγή του τζιχάντ οι ισλαμικές τρομοκρατικές ομάδες έρχονται επίσης σε πλήρη αντίθεση με όλες τις κύριες παραδόσεις του Ισλάμ. Και οι τέσσερις ορθόδοξες σχολές δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της συντηρητικής Χανμπάλι, συμφωνούν ότι γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένοι, ανάπηροι, ιερείς, έμποροι, αγρότες, και όλοι οι άμαχοι δεν πρέπει να γίνονται στόχος ή να σκοτώνονται στον τζιχάντ. Σπίτια, αγορές και τόποι λατρείας, τζαμιά φυσικά, αλλά και εκκλησίες, μοναστήρια και συναγωγές δεν πρέπει να αποτελούν στόχο επίθεσης.

Αλλο βασικό χαρακτηριστικό της διαστρεβλωτικής «ιδεολογίας» των τζιχαντιστών είναι η απόρριψη και συχνά η εξέγερση εναντίον εγκαθιδρυμένων κυβερνήσεων ισλαμικών χωρών. To ISIS, ας πούμε, έχει κηρύξει μουσουλμανικές κυβερνήσεις αντι-ισλαμικές και παράνομες, υποσχόμενο να τις αντικαταστήσει με ένα ισλαμικό χαλιφάτο.
Με δεδομένη τη συναίνεση της ισλαμικής παράδοσης, μουσουλμάνοι ηγέτες, θρησκευτικοί, πολιτικοί και λόγιοι, έχουν επανειλημμένως και δημοσίως καταγγείλει τις τρομοκρατικές οργανώσεις των φανατικών εξτρεμιστών.


Περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τον Οργανισμό Ισλαμικής Συνεργασίας, τον Μεγάλο Μουφτή της Σαουδικής Αραβίας, το Συμβούλιο Ουλεμάδων της Ινδονησίας και τον Μεγάλο Ιμάμη του Πανεπιστημίου Αλ Αζχάρ στο Κάιρο, το οποίο αντιπροσωπεύει την ύπατη θεσμική αρχή του σουνιτικού Ισλάμ.


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.




Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια